Το τελικό αποτέλεσμα ήταν μεν το αναμενόμενο, όχι, όμως, αναγκαστικά και το λιγότερο προβληματικό.
Αποδεκατισμένοι στις μάχες του πρώτου γύρου εντός των μεγάλων αστικών κέντρων της χώρας αμφότεροι οι μονομάχοι του δεύτερου γύρου των εσωκομματικών εκλογών του ΠΑΣΟΚ διεκδίκησαν την αρχηγία του από διαφορετικές θέσεις και με διαφορετικές προϋποθέσεις.
Εχοντας το προβάδισμα των οκτώ και πλέον μονάδων που πήρε στην αναμέτρηση της προηγούμενης Κυριακής, ο Νίκος Ανδρουλάκης βρέθηκε χωρίς αμφιβολία στην πλεονεκτική θέση του φαβορί υποχρεώνοντας τον Χάρη Δούκα να αγωνιστεί από τη θέση του αουτσάιντερ. Ωστόσο δεν ήρθε ποτέ η ανατροπή στην οποία ήλπιζε ο δήμαρχος Αθηναίων εξαιτίας του γεγονότος ότι μετά τη μη επίτευξη του στόχου του υποσκελισμού του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές του περασμένου Ιουνίου έμοιαζε πράγματι να έχει γίνει πλειοψηφικό μεταξύ των φίλων του κόμματος το αίτημα της αλλαγής της ηγεσίας του.
Το τελικό αποτέλεσμα ήταν μεν το αναμενόμενο, όχι, όμως, αναγκαστικά και το λιγότερο προβληματικό.
Μπορεί ο επανεκλεγμένος πρόεδρος να επικράτησε στις εσωκομματικές κάλπες έναντι των αμφισβητιών της ηγεσίας του. Πλην όμως, η ματαίωση των προσδοκιών που είχε δημιουργήσει η προοπτική της αντικατάστασής του στα δύο τρίτα της εκλογικής του βάσης δεν είναι το μικρότερο στρατηγικό πρόβλημα που θα κληθεί να διαχειριστεί το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, χωρίς μάλιστα να διαθέτει την περίοδο χάριτος που θεωρητικά τουλάχιστον θα διέθετε ο αντικαταστάτης του σε περίπτωση αλλαγής φρουράς.
Οι ίδιες οι εσωκομματικές εκλογές που τους τελευταίους μήνες έφεραν το κόμμα του στο επίκεντρο των πολιτικών εξελίξεων της χώρας αποκάλυψαν ταυτόχρονα και το μέγεθος των αδυναμιών που εμποδίζουν την πάλαι ποτέ μεγάλη δημοκρατική παράταξη να δώσει στις πτήσεις της το ύψος και την ταχύτητα που απαιτεί η επάνοδός της σε τροχιά εξουσίας.
Παρά τους προεκλογικούς ισχυρισμούς του νικητή της χθεσινής μονομαχίας, στην πραγματικότητα τα δύσκολα για το ΠΑΣΟΚ δεν βρίσκονται πίσω του, αλλά μπροστά του. Είναι η αποδυνάμωσή του στις μεγάλες πόλεις. Είναι η αποξένωσή του από τις νεότερες ηλικίες και γενιές. Είναι η υστέρησή του όχι μόνο στα δυναμικότερα παραγωγικά μεσοστρώματα, αλλά και στις λαϊκότερες συνοικίες των μεγάλων αστικών κέντρων. Το κυριότερο: είναι η παράδοσή του σε μηχανισμούς που αντί να το ενοποιούν σε ένα ανοιχτό, πολυσυλλεκτικό και νεωτερικό, πλειοψηφικό κοινωνικό ρεύμα, το κατακερματίζουν σε διαφορετικών αντιλήψεων ανταγωνιστικές ομάδες πίεσης και συμφερόντων που λειτουργούν ανασχετικά για τη διεύρυνση της εκλογικής και όχι μόνον επιρροής του.
Εξού και το παζλ των τεσσάρων οιoνεί ισοδύναμων υποψηφίων που διεκδίκησαν την προεδρία του κόμματος. Το έκαναν βεβαίως με τρόπο που καθιστούσε ταυτόχρονα αδύνατη την εξεύρεση της συνισταμένης που θα μπορούσε να διευκολύνει την ανάδειξη ενός εναλλακτικού ηγετικού παραδείγματος και την παραγωγή εκείνων των ευρηματικών προγραμματικών, και όχι μόνον, συνθέσεων που προϋποθέτει η γεωγραφική, κοινωνική και ηλικιακή ομογενοποίηση της παράταξης. Χωρίς τις αλλαγές που θα κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση θα είναι πολύ δύσκολη η ανάκτηση της χαμένης δυναμικής της.
Η μείωση των ποσοστών συμμετοχής στον δεύτερο γύρο είναι απλώς ένα πρώτο προειδοποιητικό σήμα κινδύνου.
(O Γιώργος Σεφερτζής είναι πολιτικός επιστήμονας και αναλυτής- Το άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από την εφημερίδα «Τα Νέα»)
from Όλες Οι Ειδήσεις https://ift.tt/9uJFtoP
via IFTTT