ΟΙ ΟΧΥΡΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΟΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΓΩΝΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ ΤΗΣ ΛΕΒΑΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΥΝΤΗΡΗΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥΣ

του ΣΤΑΥΡΟΥ ΜΑΜΑΛΟΥΚΟΥ
ΣΥΜΠΟΣΙΟ - Η ΛΙΒΑΔΕΙΑ ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ , ΑΥΡΙΟ / ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ - ΛΙΒΑΔΕΙΑ : ΔΗΜΟΣ ΛΕΒΑΔΕΩΝ 1997

Αντικείμενο της ανακοινώσεώς μας είναι η παρουσίαση της οικοδομικής ιστορίας και της αρχιτεκτονικής των οχυρώσεων της βορειοανατολικής γωνίας του Κάστρου της Λιβαδειάς και η περιγραφή των εργασιών αποκατάστασεώς τους και εντάξεως σε αυτές νέων χρήσεων.
Α. Το μεσαιωνικό Κάστρο της Λιβαδειάς βρίσκεται στο νότιο άκρο της σημερινής πόλεως. Είναι χτισμένο σε απότομο βραχώδη λόφο που περιβάλλεται από τις τρεις πλευρές του από το φαράγγι της Έρκυνας. Εχει σχήμα τριγωνικό με μέγιστες διαστάσεις περίπου 300 X 150 μ. και έκταση περίπου 20 στρέμματα.

Το κάστρο περιλαμβάνει δύο οχυρωματικούς περιβόλους, έναν εξωτερικό και έναν εσωτερικό, ενισχυμένους κατά τόπους, κυρίως στις θέσεις των πυλών, με πύργους και προτειχίσματα. Ενα κεντρικό οχύρωμα με πύργο και ιδιαίτερο τείχος καταλαμβάνει την κορυφή του λόφου. Σε άμεση σχέση με αυτό διατηρούνται λείψανα μεγάλου κτιριακού συγκροτήματος. Σε αυτό ανήκε η ως σήμερα διατηρούμενη σε καλή κατάσταση δίχωρη, θολωτή δεξαμενή, πάνω στην οποία έχει κτισθεί στα τέλη του 19ου ή στις αρχές του 20ού αιώνα ο ενδιαφέρων ναΐσκος της Αγίας Σοφίας.

Οι δύο οχυρωματικοί περίβολοι του Κάστρου ορίζουν δύο άνισες σε έκταση περιοχές. Σύμφωνα με τη γνωστή στις οχυρωμένες μεσαιωνικές πόλεις διάταξη ο εξωτερικός περίβολος ήταν προφανώς η «χώρα», δηλαδή η ίδια η μεσαιωνική πόλη, και ο εσωτερικός το φρούριο. Το κεντρικό οχύρωμα και το συνδεόμενο με αυτό το μεγάλο κτιριακό συγκρότημα στέγαζαν προφανώς η κατοικία του άρχοντα και το διοικητήριο του κάστρου.

Οι οχυρώσεις του Κάστρου της Λιβαδειάς αποτελούν αναμφίβολα ιδιαίτερα αξιόλογο μνημείο της μεσαιωνικής οχυρωματικής δεδομένου ότι. πέρα από τα βασικά στοιχεία της γενικής τους διατάξεως, διατηρούν κατασκευαστικά και μορφολογικά στοιχεία που σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις έχουν διασωθεί σε ελληνικά κάστρα.

Β, Οι οχυρώσεις της βορειοανατολικής γωνίας του Κάστρου βρίσκονται στο χαμηλότερο σημείο του οχυρωμένου χώρου, ακριβώς επάνω από τις πηγές της Ερκυνας. Από τη μελέτη των οχυρώσεων καθώς και από τα στοιχεία που προέκυψαν από τις τελευταίες ανασκαφές, αποδείχθηκε ότι η εξασφάλιση ασφαλούς υδροδοτήσεως, και δευτερευόντως ο έλεγχος των πηγών του ποταμού και της εισόδου του φαραγγιού της Ερκυνας, είναι οι λόγοι της διαμορφώσεων των ισχυρών, όσο και πρωτότυπων οχυρωμάτων στη θέση αυτή, η οποία έχει νευραλγική σημασία για την άμυνα του Κάστρου.

Το σύστημα των οχυρώσεων της περιοχής περιλαμβάνει το ανατολικό άκρο του βορείου τείχους του Κάστρου με την πύλη που ανοίγεται σε αυτό, το μεγάλο πύργο - προμαχώνα δίπλα στις πηγές του ποταμού και τον προστατευμένο διάδρομο - βραχίονα που συνδέει τον πύργο με τον Εξω Περίβολο του Κάστρου.

Ο πύργος - προμαχώνας αποτελεί αναμφίβολα, εξ αιτίας των ιδιομορφιών που παρουσιάζει ένα πολύ ενδιαφέρον οχυρωματικό έργο. Τα βασικά του στοιχεία διατηρούνται σε σχετικά καλή κατάσταση, ενώ η μελέτη των οικοδομικών λειψάνων των περισσότερων δευτερευουσών κατασκευών του που έχουν καταστραφεί επιτρέπουν μια σε αρκετά μεγάλο βαθμό ακριβή γραφική αποκατάσταση της μορφής του (εικ. 1-8).

Το κτίσμα έχει εξωτερικές διαστάσεις περίπου 8.50 X 15.00 μ. και κάτοψη με σχήμα πεντάπλευρο. Το πάχος των εξωτερικών του τοίχων κυμαίνεται από 1.30 ως 1.60 περίπου μ. Εσωτερικά, στις κατώτερες στάθμες του χωρίζεται σε δύο χώρους από εγκάρσιο τοίχο πάχους 0.70 μ. Οι δύο χώροι επικοινωνούν μέσω θύρας που ανοίγεται στο νότιο άκρο του εγκάρσιου τοίχου, στο μέσον περίπου του ύψους του. Καθώς ο πύργος είναι χτισμένος σε έδαφος εξαιρετικά επικλινές, στους πρόποδες της βραχώδους πλαγιάς του λόφου του Κάστρου, η πρόσβαση των κάτω σταθμών εξασφαλιζόταν με μια ελισσόμενη λίθινη σκάλα. Στο δυτικό χώρο η σκάλα, λείψανα της οποίας αποκαλύφθηκαν κατά τις πρόσφατες ανασκαφές κάτω από τις νεότερες επιχώσεις, ήταν διαμορφω­μένη επάνω στο έδαφος. Στον ανατολικό, τον εξωτερικό δηλαδή χώρο, η σκάλα, που επίσης αποκαλύφθηκε πρόσφατα, ήταν κτιστή εξ ολοκλήρου σχεδόν από αρχαίο υλικό. Η σκάλα οδηγούσε στο βάθος του χώρου όπου βρίσκεται μια από τις πηγές του ποταμού, από την οποία εξασφαλιζόταν η υδροδότηση του Κάστρου σε περίπτωση πολιορκίας. Τοξοθυρίδες ανοίγονται σε διάφορες θέσεις στους τοίχους των κατωτέρων σταθμών σε σχέση με την κλίμακα καθόδου, αλλά και σε άλλα σημεία.

Η ανώτατη, κύρια στάθμη του πύργου είχε ξύλινο πάτωμα με φέροντα οργανισμό από ξύλινα δοκάρια από κορμούς κυπαρισσιών οι δολώθηκες των οποίων διατηρούνταν στον ανατολικό και στο δυτικό του τοίχο. Η προσπέλαση στη στάθμη αυτή γινόταν από τον προστατευμένο βραχίονα του εξωτερικού περιβόλου των οχυρώσεων, μέσω ευρέως ανοίγματος του δυτικού τοίχου του πύργου. Παρά την απόσπαση των αγκωναριών που σχημάτισαν τη βόρεια παραστάδα του ανοίγματος το πλάτος του είναι δυνατόν να καθορισθεί με ακρίβεια.

Ενα εξαιρετικά ενδιαφέρον αρχιτεκτονικό στοιχείο του πύργου ήταν ο ξύλινος στεγασμένος εξώστης που περιέβαλε την ανώτατη στάθμη του κτιρίου από τα ανατολικά και εν μέρει από τα βόρεια και τα νότια. Το πλάτος του δεν είναι ακριβώς γνωστό. Ο φέρων οργανισμός του πατώματός τους ήταν από ξύλινα δοκάρια, εκείνα του πατώματος στα ανατολικά και άλλα εγκάρσια τοποθετημένα εν είδει προβόλων αμέσως κάτω από τα προηγούμενα στα νότια και στα βόρεια. Ο φέρων οργανισμός της στέγης ήταν από λεπτά ξύλινα δοκάρια στερεωμένα αφ' ενός στους τοίχους του πύργου, σε δολώθηκες που διατηρούνται ακόμη, και αφ' ετέρου στον τοίχο του εξώστη. Ο τοίχος στον οποίο πιθανότατα ανοίγονταν τοξοθυρίδες θα πρέπει να ήταν ξύλινος ή ξυλόπηκτος. Η πρόσβαση του εξώστη γινόταν μέσω της θύρας που ανοίγεται στη νότια πλευρά της ανώτατης στάθμης του πύργου. Ο εξώστης αποτελούσε το κύριο στοιχείο άμυνας στη στάθμη αυτή στην οποία, σημειωτέον, δεν ανοίγεται παρά ανά μία μόνο τοξοθυρίδα στο δυτικό τμήμα του βόρειου και του νότιου τοίχου. Ανάλογα παραδείγματα ξύλινων εξωστών σε μεσαιωνικούς πύργους κάστρων δεν είναι προς το παρόν γνωστά στο χώρο της Νότιας Ελλάδας. Είναι έτσι δύσκολο να εντοπισθούν οι πιθανές επιρροές που οδήγησαν στη διαμόρφωση του αμυντικού αυτού στοιχείου, ανάλογα του οποίου υπάρχουν άφθονα στη Δυτική μεσαιωνική οχυρωματική.

Ο πύργος φαίνεται ότι επιστεφόταν αρχικά με στηθαίο με επάλξεις που ήταν σε ερειπιώδη κατάσταση ήδη τα 1805, όταν σχεδιάσθηκε από τον pomard, και που φαίνεται ότι είχε καταστραφεί εντελώς στα τέλη του 19ου αιώνα. Το 1938 το ερειπωμένο άνω τελείωμα των τοίχων συμπληρώθηκε τοπικά με τοιχοποιία προκειμένου να σκυροδετήσει ένα περιμετρικό διάζωμα από οπλισμένο σκυρόδεμα το οποίο καθαιρέθηκε κατά τις πρόσφατες εργασίες. Τοπικά περιορισμένες εργασίες έγιναν και σε άλλα σημεία του πύργου μικροσυμπληρώσεις της τοιχοποιίας και, κυρίως, κατασκευές νέων ανωφλίων από σκυρόδεμα στη θέση των κατεστραμένων ξύλινων.

Εξ αιτίας της καταστροφής των ανωτέρων τμημάτων των τοίχων, στοιχεία για τον τρόπο καλύψεως του πύργου δε σώθηκαν. Πιθανώς η κάλυψή του γινόταν με επίπεδο δώμα σε ξύλινο φέροντα οργανισμό. Αν και συνήθως για την κάλυψη της ανώτερης στάθμης των πύργων της εποχής στην ευρύτερη περιοχή χρησιμοποιούνταν θολοδομία, η λύση αυτή της καλύψεως φαίνεται ότι δεν ήταν άγνωστη. Παραδείγματα της έχουν εντοπισθεί στην Εύβοια από τον αρχιτέκτονα κ. Ν. Δεληνικόλα. Στο ίδιο το κάστρο της Λεβαδειάς με ανάλογο τρόπο καλυπτόταν, ίσως, και ο μεγάλος πύργος, δίπλα στην πύλη του δευτέρου περιβόλου.

Ο προστατευμένος διάδρομος που με τη μορφή βραχίονα οδηγεί από τον κυρίως οχυρωμένο χώρο στον πύργο της βορειοαναταλικής γωνίας έχει μέσο πλάτος 3 και μήκος περίπου 12 μ. Τη δυτική του πλευρά αποτελεί το τείχος της βόρειας πλευράς του Κάστρου, που μετά την πύλη στρέφεται σχεδόν κατά ορθή γωνία προς τα βόρεια ώσπου να συναντήσει τον πύργο. Το τείχος έχει πάχος 1.20 και ύψος περίπου 4 μ. Στη βάση του παρουσιάζει εσωτερικά τοπικές διαπλατύνσεις. Ο περίδρομός του είχε μορφή κλίμακας, μερικά από τα λίθινα σκαλοπάτια της οποίας σώζονται. Στηθαίο με επάλξεις, κατεστραμ­μένο σήμερα, προστάτευε τον περίδρομο. Την ανατολική πλευρά του διαδρόμου προς το γκρεμό αποτελούσε χαμηλός τοίχος με τοξοθυρίδες, που εν μέρει διατηρούνται. Η κάθοδος προς τον πύργο γινόταν από το έντονα κατηφορικό μονοπάτι, πιθανότατα διαμορφωμένο κλιμακωτά, ανάμεσα στο τείχος και τον τοίχο.

Στις οχυρώσεις της περιοχής της βορειοανατολικής γωνίας του Κάστρου ανήκει και το ανατολικό άκρο του βόρειου τείχους που ορίζει από τα βόρεια ένα μικρό, τριγωνικό πλάτωμα του οχυρωμένου χώρου, και η πύλη που ανοίγεται σε αυτό. Το τείχος έχει πάχος 1.40 και σωζώμενο ύψος 5 περίπου μ. Ο περίδρομός του προστατευόταν με κατεστραμμένο στηθαίο που πιθανότατα έφερε επάλξεις. Το κατεστραμμένο από παλιά τμήμα του τείχους στα δυτικά της πύλης ανοικοδομήθηκε από την Αρχαιολογική Υπηρεσία κατά τη διάρκεια των εργασιών στο Κάστρο στη δεκαετία του 1960.

Το ορθογωνικό άνοιγμα της πύλης έχει άνοιγμα 1.20 και ύψος 2 μ. Το πλαίσιο του θυρώματος από λαξευτούς πωρόλιθους επιστέφεται εξωτερικά με κοσμήτη μορφής απλού κυμματίου από ασβεστόλιθο. Το ανώφλι προς το εσωτερικό, αρχικά ξύλινο, είχε καταστραφεί παρασύροντας σε κατάρρευση τμήμα της υπερκείμενης τοιχοποιίας. Το υπάρχον ανώφλι, από οπλισμένο σκυρόδεμα επενδεδυμένο από κάτω με ξύλινα δοκάρια, και η τοιχοποιία πάνω από αυτό κατασκευάστηκε από την Αρχαιολογική Υπηρεσία το 1966.

Γ. Ιστορικά στοιχεία που θα μπορούσαν να διαφωτίζουν το οικοδομικό χρονικό των στοιχείων της οχυρώσεως της βορειοανατολικής γωνίας του Κάστρου δεν είναι γνωστά. Εξάλλου και τα ιστορικά στοιχεία που αφορούν γενικά το Κάστρο είναι ελάχιστα, με εξαίρεση, ίσως, εκείνα της περιόδου της Καταλανικής κυριαρχίας, και πολύ λίγο βοηθούν στη χρονολόγηση των διαφόρων κατασκευών. Ετσι, η προσπάθεια διευκρινήσεως της οικοδομικής ιστορίας των οχυρώσεων της περιοχής στηρίζεται ουσιαστικά στην εξέταση των ίδιων των μνημείων και σε συγκρίσεις με άλλες οχυρώσεις ή κτίσματα των οποίων η χρονολόγηση είναι άμεσα ή έμμεσα δυνατή.

Από μία πρώτη εξέταση των τοιχοποιιών των στοιχείων της οχυρώσεως της περιοχής διακρίνονται τρεις τουλάχιστον κύριες οικοδομικές φάσεις.

Το μεγαλύτερο τμήμα των οχυρώσεων ανήκει σε μία φάση που θα μπορούσε να χρονολογηθεί με βάση τη μορφή της τοιχοποιίας καθώς και ορισμένων στοιχείων, όπως το θύρωμα της πύλης, στον 13ο-14ο αιώνα. Στη φάση αυτή ανήκει το τείχος, εκτός, όπως φαίνεται, από ορισμένα τμήματα της βάσης του, η πύλη και το ανώτερο και μεγαλύτερο τμήμα του πύργου. Η τοιχοποιία είναι από ημιλάξευτους ασβεστόλιθους μέτριου μεγέθους μεταξύ των οποίων παρεμβάλλονται οριζόντια συνήθως πλινθία. Για τη διαμόρφωση των γωνιών του πύργου έχουν χρησιμοποιηθεί αρχαίοι λιθόπλινθοι. Από λαξευτό πωρόλιθο είναι οι παραστάδες της πύλης και της τοξοθυρίδας του βόρειου τοίχου του πύργου.

Μια παλαιότερη φάση που θα μπορούσε να ανήκει και πάλι με βάση τη μορφή της τοιχοποιίας στη Μεσοβυζαντινή Περίοδο εντοπίζεται σε τμήμα της βόρειας και της ανατολικής πλευράς του πύργου. Η τοιχοποιία είναι από αργούς ασβεστόλιθους μικρού, μάλλον, μεγέθους με πλινθία οριζόντια ή λοξά τοποθετημένα στους αρμούς. Οι γωνίες είναι και εδώ από αρχαίο υλικό. Στην κατασκευή έχει γίνει χρήση ξυλοδεσιών. Η προέκταση της τοιχοποιίας της φάσης αυτής στο βόρειο τοίχο του πύργου δυτικότερα από το σημείο θλάσεώς του, φανερώνει ότι η κάτοψη του οχυρώματος ήταν τότε στη θέση αυτή διαφορετική από τη σημερινή.

Τέλος, σε μιά ακόμη παλαιότερη φάση, που πιθανώς ανάγεται στην Υστερη Αρχαιότητα ή στην Πρωτοβυζαντινή Περίοδο, ανήκει το κατώτερο τμήμα της βόρειας και εν μέρει της ανατολικής πλευράς του πύργου. Η τοιχοποιία είναι εξ ολοκλήρου από αρχαίο υλικό σε δεύτερη χρήση. Για τη δόμηση έχει χρησιμποποιηθεί ισχυρό κονίαμα. Πλίνθοι και μικροί λίθοι γεμίζουν συχνά τους κατακόρυφους αρμούς. Μεταξύ της φάσεως αυτής και της αμέσως επόμενής της φαίνεται ότι μεσολάβησε ένα διάστημα εγκαταλείψεως, ερειπώσεως και εν μέρει επιχώσεως των ερειπίων του αρχικού οχυρώματος. Ετσι μπορεί να εξηγηθεί ή υποχώρηση της παρειάς του κατώτερου τμήματος του βορείου τοίχου σε σχέση με τον υπόλοιπο τοίχο και η έδραση της υπερκείμενης τοιχοποιίας σε ένα λιθοριπής θεμελίου που με τη σειρά της πατά έκκεντρα στον υποκείμενο παλαιό τοίχο.

Δ. Η μελέτη των οχυρώσεων της βορειοανατολικής γωνίας του Κάστρου της Λιβαδειάς, τα καίρια συμπεράσματα της οποίας παρουσιάζονται εδώ, πραγματοποιήθηκε με την ευκαιρία των εργασιών συντηρήσεως και αποκατάστασεως που έγιναν στο σημαντικό μνημειακό σύνολο από το Δήμο Λεβαδέων στα πλαίσια των έργων διαμορφώσεως της περιοχής της Κρύας.

Τον Ιούλιο του 1993 το αρχιτεκτονικό γραφείο Σταύρου Μαμαλούκου και Αναστασίας Καμπόλη - Μαμαλούκου ανέλαβε την εκπόνηση της αρχιτεκτο­νικής μελέτης, ενώ, ο εξειδικευμένος σε ζητήματα αποκαταστάσεως μνη­μείων, πολιτικός μηχανικός Κώστας Ζάμπας ανέλαβε τη στατική μελέτη. Για τη μελέτη τέθηκε από το Δήμο Λεβαδέων υπ’ όψιν των μελετητών αποτύπωση του μνημειακού συνόλου από τους κ.κ. Αννα Ψωμά, Ε. Παπαγιανόπουλο, Β. Σπήλιο και Α. Μπέλλο. Η αποτύπωση ελέχθηκε και εν μέρει συμπληρώθηκε από τους μελετητές. Η μελέτη εκπονήθηκε με τη συμπαράσταση της 1ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων και κυρίως των κ.κ. Χάρης Κοιλάκου, επιμελήτριας αρχαιοτήτων και Νίκου Δεληνικόλα, αρχιτέκτονα της Εφο­ρείας, την παροχή πολύτιμων συμβουλών από τους κκ Ιορδάνη Δημακόπουλο, διευθυντή αναστηλώσεως κλασικών μνημείων και Χαράλαμπο Μπούρα, καθηγητή Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής ΕΜΠ, και την παροχή κάθε δυνατής βοήθειας επί τόπου του Δημάρχου Λεβαδέων κ. Χρήστου Παλαιολόγου, του Αντιδημάρχου κ. Σωτήρη Γκιγκέλου και των τεχνικών υπηρεσιών του Δήμου.

Το Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου η μελέτη κατατέθηκε στις αρμόδιες υπηρεσίες του ΥΠΠΟ και το Μάιο του 1994 εγκρίθηκε από το ΚΑΣ. Από τον Αύγουστο ως το Νοέμβριο του 1994 πραγματοποιήθηκε από την 1η Εφορεία συστηματική ανασκαφική έρευνα στο εσωτερικό του πύργου και στην περιοχή της πύλης. Διερευνητικές τομές έγιναν και γύρω από τη βάση του πύργου. Μεταξύ Οκτωβρίου 1994 και Μαΐου 1995 πραγματοποιήθηκε το κύριο μέρος του έργου το οποίο ολοκληρώθηκε με αργό ρυθμό αργότερα. Το έργο εκτελέσθηκε με βάση την εγκεκριμένη μελέτη, υπό την εποπτεία της 1ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, με επίβλεψη των μελετητών και των Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου με υπεύθυνους αρχικά τον κ. Χρήστο Νταλιάνη και στη συνέχεια τη κα Δήμητρα Καρβούνη από τον εργολήπτη δημοσίων έργων κ. Λεωνίδα Χαλούλο.
Οι εργασίες αποκαταστάσεως περιλάμβαναν:

Κατασκευή οπλισμένης με ανοξείδωτο οπλισμό συνδετήριας δοκού στην κορυφή του εγκάρσιου διαχωριστικού τοίχου του πύργου και διαζώματος από οπλισμένο σκυρόδεμα στην κορυφή των τοίχων του πύργου.
Επιλεκτική ανοικοδόμηση των κατεστραμμένων ανωτέρων τμημάτων του πύργου με λιθοδομή. Για τη διάκριση της αρχικής από τη νέα τοιχοποιία τοποθετήθηκε λωρίδα μολύβδου.
Αποκατάσταση του πατώματος του πύργου και του φέροντος οργανισμού του πατώματος του εξώστη, σύμφωνα με τα στοιχεία για την ακριβή μορφή της διαδοκιδόσεως που εντοπίσθηκαν κατά τις εργασίες. Η αρχική μελέτη προέβλεπε ανακατασκευή του δαπέδου του εξώστη, πράγμα που τελικώς δεν εγκρίθηκε.
Κατασκευή δώματος στον πύργο επικαλυμμένου με κεραμεικά πλακίδια.
Ανακατασκευή του στηθαίου του πύργου με επάλξεις. Το κτιστό στηθαίο δεν προβλεπόταν από την αρχική μελέτη αλλά η κατασκευή του επιβλήθηκε από τη Διεύθυνση Αναστηλώσεως.
Κατασκευή ξύλινων κλιμάκων κυκλοφορίας με σιδηρά κιγκλιδώματα.
Κατασκευή ξύλινων επενδεδυμένων με σιδηρές λάμες θυροφύλλων στη πύλη του Κάστρου και στις θύρες του πύργου.
Κατασκευή λιθοστρώτου στο πλάτωμα της πύλης και εξωτερικά περι­μετρικά στη βάση του πύργου.
Σύμφωνα με την εγκεκριμένη από το ΥΠΠΟ πρόταση των μελετητών στους αποκαταστημένους χώρους του πύργου πρόκειται να στεγασθεί έκθεση σχετική με την ιστορία του σημαντικού μεσαιωνικού Κάστρου της Λιβαδειάς.


from anemourion https://ift.tt/DkBwXxQ
via IFTTT

Δημοσίευση σχολίου

To kaliterilamia.gr σέβεται το δικαίωμα όλων των χρηστών να εκφράζουν ελεύθερα την άποψή τους ωστόσο διατηρεί το δικαίωμα, να μην δημοσιεύει συκοφαντικά και υβριστικά σχόλια. Έτσι όποια σχόλια, περιέχουν ακατάλληλα προς το κοινό χαρακτηριστικά θα αποσύρονται από τον ιστότοπο.

Νεότερη Παλαιότερη