Το Παλιόκαστρο της Λυγαριάς Λαμίας
Στο Παλιόκαστρο για πρώτη φορά είχα ανέβει η το 1974 ή το 1975.Θυμάμαι ότι τα τοίχοι του κάστρου ήταν ακόμη σε πολύ καλή κατάσταση.
Αν δεν με γελάει η μνήμη των εφηβικών μου χρόνων η είσοδος ήταν στο κέντρο της δυτικής πλευράς. Υπήρχαν μάλιστα και πετρόχτιστα μισοθαμένα σκαλοπάτια που από τον χείμαρρο δυτικά του κάστρου οδηγούσαν στην είσοδο του κάστρο. Όλη περιοχή του Παλιόκαστρου ήταν και είναι καλυμμένη από τεράστια πουρνάρια εκτός από το σημείο της εισόδου στο μέσον της δυτικής πλευράς όπου η συνεχή ανθρώπινη δραστηριότητα δεν τους επέτρεπε να αναπτυχθούν. Για δεύτερη φορά ανέβηκα το 2006. Όλη η ανατολική πλευρά του τοίχους είχε κατάρρευση όπως επίσης και η νοτιοδυτική.
Εικόνας καταστροφής από την επίσκεψη μου το 2006 από την νοτιοδυτική πλευρά του Παλιόκαστρου . Σήμερα δυστυχώς έχουν εξαφανιστεί και τα παραπάνω υπολείμματα της φωτογραφίας.
Την επομένη φορά ανέβηκα με παρέα το 2011. Με θλίψη και πίκρα διαπίστωσα ότι όλο το κάστρο εκτός από την βορειοδυτική πλευρά έχει καταρρεύσει σε σημείο να έχουν εξαφανιστεί ακόμη και οι πέτρες των τοίχων. Χαρακτηριστικό της καταστροφής είναι ότι είχαμε μπει μέσα στην περίμετρο του κάστρου χωρίς να το αντιληφτούμε. Καταλάβαμε ότι είμαστε μέσα κάστρο όταν φτάσαμε στην βορειοδυτική πλευρά του και συναντήσαμε το τοίχος που είναι ακόμη στην θέση του.
Ο Γάλλος αρχαιολόγος Yves Bequignon πού πέρασε από την κοιλάδα γύρω στο 1930 ανέβηκε στο κάστρο και μας έδωσε την παρακάτω περιγραφή .
[Το αρχαίο οχυρό που βρίσκεται στο ανατολικά του χωριού Τσοπαλνάτες είναι σχεδόν άγνωστο στους κατοίκους ... ωστόσο, δεν είναι καθόλου μακριά παρά 20 λεπτά ,αλλά δεν κτυπά στο μάτι σαν επιβλητική όψη.
Είναι περιτριγυρισμένο από ένα τοίχο από ταιριαστές πέτρες. Η μορφή του είναι ελλειψοειδής . Ο μεγάλος άξονας είναι 200 μέτρα ενώ ο μικρός 45 μέτρα και η περίμετρος του περίπου 800 μέτρα. Το πρόχωμα είναι καλά διατηρημένο κυρίως δυτικά, όπου διατηρούνται κομμάτια πού έχουν μέχρι 20 μέτρα μήκος.
Το μέσο πάχος του τείχους ποικίλει από 1.85-1.40 μέτρα. Το ύψος φτάνει νότια 1.60-2 μέτρα, άλλοτε 1.40 μέτρα.
Το τείχος είναι χτισμένο πάνω σε χοντρές πέτρες και πάνω στις οποίες έχει τεθεί ένα διπλό τοίχωμα εσωτερικά και εξωτερικά με μπλοκάρισμα από πέτρες.
[Το αρχαίο οχυρό που βρίσκεται στο ανατολικά του χωριού Τσοπαλνάτες είναι σχεδόν άγνωστο στους κατοίκους ... ωστόσο, δεν είναι καθόλου μακριά παρά 20 λεπτά ,αλλά δεν κτυπά στο μάτι σαν επιβλητική όψη.
Είναι περιτριγυρισμένο από ένα τοίχο από ταιριαστές πέτρες. Η μορφή του είναι ελλειψοειδής . Ο μεγάλος άξονας είναι 200 μέτρα ενώ ο μικρός 45 μέτρα και η περίμετρος του περίπου 800 μέτρα. Το πρόχωμα είναι καλά διατηρημένο κυρίως δυτικά, όπου διατηρούνται κομμάτια πού έχουν μέχρι 20 μέτρα μήκος.
Το μέσο πάχος του τείχους ποικίλει από 1.85-1.40 μέτρα. Το ύψος φτάνει νότια 1.60-2 μέτρα, άλλοτε 1.40 μέτρα.
Το τείχος είναι χτισμένο πάνω σε χοντρές πέτρες και πάνω στις οποίες έχει τεθεί ένα διπλό τοίχωμα εσωτερικά και εξωτερικά με μπλοκάρισμα από πέτρες.
Στην ανατολική πλευρά υπάρχουν διάσπαρτα μπλοκ και τείχη ύψους 1.60 μέτρα και πάχους 1.65 μέτρα.
Φαίνεται ότι κάποια πόρτα υπήρχε στο ανατολικό σημείο, όμως ίσως να μην ταιριάζει στην κλασική θεωρία. Στο εσωτερικό αυτού του οχυρού παρατηρούμε σωρούς από πετρώματα, τα οποία όμως δεν έχουν αναγνωριστεί χωρίς την απαραίτητη δειγματοληψία.
Από το φρούριο, η θέα στην κοιλάδα αγκαλιάζει όλη τη δεξιά όχθη του Σπερχειού και τα γύρω χωριά από δυτικά προς ανατολικά Υπάτη, Μεξιάτες, Κομποτάδες, και μέχρι τη θάλασσα.
Το Παλιόκαστρο είναι κτισμένο βορειοδυτικά της Λαμίας και ανατολικά της Λυγαριάς. Είναι πετρόχτιστο και η τεχνοτροπία της κατασκευής του μας παραπέμπει στη μυκηναϊκή εποχή.
Οι ιστορικοί και περιηγητές που ασχολήθηκαν με την τοπική ιστορία έχουν σαν δεδομένο ότι το Παλιόκαστρο δημιουργήθηκε και χρησιμοποιήθηκε για στρατιωτικούς σκοπούς και πιστεύουν ότι ήταν αμυντικό έργο των Μαλιέων απέναντι στους Αινιάνες.
Όταν κάποιος ανέβει στο Παλιόκαστρο θα καταλάβει ότι η υψομετρική του θέση και ο τρόπος κατασκευής του, το καθιστούν αδύνατο να χρησιμοποιηθεί σαν χώρος στρατιωτικών επιχειρήσεων από μια πόλη κράτος διότι οι αμυντικές δυνατότητές του είναι ελάχιστες. Περισσότερο μοιάζει σαν περίβολος για κάτι (τόπος λατρείας) η σαν στρατιωτικό παρατηρητήριο εν καιρώ ειρήνης από μια δύναμη που ήθελε να παρατηρεί την κοιλάδα και τα περάσματα βόρεια της Σίδης παρά σαν στρατιωτικό οχυρό. Όποιος κατείχε με οποιονδήποτε τρόπο το Παλιόκαστρο μπορούσε πολύ εύκολα να παρατηρήσει οποιαδήποτε κίνηση- δραστηριότητα, στην νότια είσοδο - έξοδο του Δερβέν Φούρκα, έχει ορατότητα στον Μαλιακό κόλπο, την Τραχίνα, τις Θερμοπύλες, την Οίτη, την Υπάτη τα περάσματα βόρεια-βορειοδυτικά της Υπάτης και ελέγχει οποιαδήποτε κίνηση σε όλη την κοιλάδα του Σπερχειού ποταμού.
Ο Τριαντάφυλλος Παπαναγιώτου μας ενημερώνει ότι για την προστασία της Λαμίας από τον βορά υπήρχε και άλλο κάστρο στην βορειοανατολική πλευρά της Λαμίας στην κοιλάδα το Αχελώου (Ξηριάς Λαμίας).
Βόρεια της Σίδης υπήρχε δρόμος που περνούσε από το κάστρο και είχε κατεύθυνση προς την δύση . Ο Fr. Staehlin μας ενημερώνει ότι ο αναφερόμενος δρόμος ξεκινούσε από την κύρια οδό Λαμίας Δομοκού στο ύψος της Ταράτσας περνούσε πάνω από την Νταϊτσά και στο ύψος της Λυγαριάς ενώνεται με την κοιλάδα του Σπερχειού πιθανών από το πέρασμα που σήμερα έχει αντικατασταθεί από τον δρόμο και ενώνει την Λυγαριά με το χωριό Αμούρι Φθιώτιδος. Τα υπολείμματα του παραπάνω δρόμου υπήρχαν στο ύψος της λάκας νότια-νοτιοδυτικά του Παλιόκαστρου τουλάχιστον μέχρι το 2011. Ο αναφερόμενος δρόμος ήταν αρκετά φαρδύς που σε ένα σημείο ήταν στρωμένος με πέτρες σε τέτοιο πλάτος που θα μπορούσε να περάσει και τροχήλατη άμαξα. Εκτιμούμε ότι η κατασκευή του συγκεκριμένου δρόμου εξυπηρετούσε στην οδική επικοινωνία των κατοίκων της κοιλάδας του Σπερχειού, των ταξιδιωτών, των εμπόρων που ανεβοκατέβαιναν τα περάσματα και που ήθελαν να παρακάμψουν την Λαμία για να κατευθυνθούν ανατολικά, βόρεια ή δυτικά πίσω από την Σίδη. Για τις ανάγκες πρόσβασης στο Παλιόκαστρο υπάρχει και δεύτερος αρχαίος δρόμος, μονοπάτι πια σήμερα πολύ πιο στενός από τον δρόμο που αναφέραμε παραπάνω. Ο δρόμος-μονοπάτι ξεκινάει από την δυτική πλευρά της Ντρατσιέρας και καταλήγει στην νοτιοανατολική πλευρά του Παλιόκαστρου εδώ που ο Fr. Staehlin τοποθετεί την είσοδο του Κάστρου.
Στην νότια πλευρά του Παλιόκαστρου στο ύψος της Βαθειάς Λάκας υπάρχουν ενδείξεις ύπαρξης παλαιού οικισμού που πιθανών να εξυπηρετούσε κάποιες παλιές στρατιωτικές εγκαταστάσεις.
Γνωρίζουμε ότι το τελευταίο αμυντικό έργο των Λαμιέων στην δυτική πλευρά απέναντι στους Υπατιαίους ήταν στο Καστράκι. Το Καστράκι παράλληλα είναι το αμυντικό έργο των Λαμιέων που μας δείχνει που ήταν τα στρατιωτικά όρια ανάμεσα στις δυο πόλεις. Από εκεί και βόρεια εντός της κοιλάδας δεν έχει βρεθεί άλλο οχυρωματικό έργο διότι η πόλης της Λαμίας καλύπτοντας αμυντικά από την βαλτώδη και απροσπέλαστη Σίδη στην οποία αναφερθήκαμε παραπάνω. Η απροσπέλαστη περιοχή καθιστούσε αδύνατη οποιαδήποτε στρατιωτική επιχείρηση για τα δεδομένα εκείνης της εποχής και έδινε στην βορειοδυτική πλευρά της Λαμίας ένα φυσικό και αδιαπέραστο οχυρό απέναντι στους αντιπάλους της.
Μπορεί η Σίδη στον κάμπο να παρείχε ασφάλεια στην Λαμία, όμως ο δρόμος και τα περάσματα που υπήρχαν βόρεια της Σίδης έδιναν ένα σοβαρό στρατιωτικό πλεονέκτημα στους αντίπαλους της αν ήταν αφύλαχτα. Έτσι το κάστρο στις παρυφές της Όθρυς χρησιμοποιήθηκε και σαν στρατιωτικό παρατηρητήριο για τις οι αμυντικές ανάγκες της πόλης της Λαμίας με στόχο την έγκυρη προειδοποίηση εισβολέων από τον βορά η από την κοιλάδα του Σπερχειού.
Όμως παρ' όλα τα στρατιωτικά πλεονεκτήματα που παρουσιάζει το Παλιόκαστρο με τα μέχρι τώρα στοιχεία τίποτα δεν δικαιολογεί την υψομετρική θέση της κατασκευής του. Όλα τα παραπάνω στρατιωτικά πλεονεκτήματα θα μπορούσε το ίδιο εύκολα να τα παρέχει το κάστρο αν ήταν κτισμένο πάνω από την Ντρατσιέρα στον πρώτο λόφο της ίδιας λοφοσειράς. Από την Ντρατσιέρα μάλιστα θα είχε περισσότερες δυνατότητες στρατιωτικής αντίδρασης όταν απαιτούταν. Παρόλα αυτά όμως το κάστρο είναι κτισμένο ψηλά στον τρίτο λόφο κάτι που από πολεμικό οχυρό άμεσης αντίδρασης μετατρέπεται σε απλό παρατηρητήριο με ελάχιστη έως καθόλου αμυντική δυνατότητα. Επομένως οδηγούμαστε στην λογική ότι οι κατασκευαστές του κάστρου, το έκτισαν τόσο ψηλά μόνο και μόνο για να είναι ορατό από κάπου. Οι δημιουργοί του, προτίμησαν να το χρησιμοποιούν σαν απλό παρατηρητήριο παρά σαν πολεμικό οχυρό αρκεί να είναι ορατό από κάποιο συγκριμένο σημείο.
Εκτιμούμε ότι το Παλιόκαστρο σαν κατασκευή προϋπήρχε της Λαμίας και στην αναφερόμενη ιστορική περίοδο χρησιμοποιήθηκε σαν έσχατο παρατηρητήριο από τους Λαμιέους με σκοπό τον έλεγχο των βορείων περασμάτων και την παρατήρηση της κοιλάδας του Σπερχειού, στην οποία, απ' ότι φαίνεται, δεν είχαν τον έλεγχο.
Στην παραπάνω εκτίμηση ότι το Παλιόκαστρο ήταν μόνο αμυντικό έργο των Μαλιέων διατηρούμε κάποιες σοβαρές επιφυλάξεις εννοώντας ότι το Παλιόκαστρο χρησιμοποιήθηκε και σαν τόπος λατρείας.
Οι αρχαίοι κάτοικοι της κοιλάδας του Σπερχειού λάτρευαν το ελληνικό πάνθεον, όπως όλοι οι Έλληνες, αλλά πάνω απ' όλους τους θεούς λάτρευαν τον Πετραίο Ποσειδώνα, θεό όλων των ποταμών, των θαλασσών, πατέρα των περίφημων θεσσαλικών ίππων, πατέρα της Λαμίας βασίλισσας της Τραχίνας, η οποία σύμφωνα με την παράδοση ίδρυσε την πόλη της Λαμίας.
Σύμφωνα με όλα τα παραπάνω το τέμενος του Ποσειδώνος που συναντάμε στην επιγραφή θα πρέπει να κτίστηκε από τους Λαμιέους και λογικά θα πρέπει να ήταν κτισμένο μέσα στην χώρα των Λαμιέων κοντά στα βόρεια βορειοδυτικά όρια της με την Υπάτη όπως αναφέρεται στο διάταγμα.
Ο Ρωμαίος ανθύπατος στην αρχή του διατάγματος γράφει . «Αρχή των ορίων να είναι από αυτόν τον τόπο για τον οποίον έμαθα ότι υπήρξε σίδη, η οποία είναι πιο κάτω από τον περίβολο που έχει καθιερωθεί για τον Ποσειδώνα».
Αν πάρουμε ξανά σαν δεδομένο ότι το τελευταίο οχυρωματικό έργο των Λαμιέων προς δυσμάς ήταν το Καστράκι τότε το τέμενος του Ποσειδώνος θα πρέπει να ήταν βόρεια από το Καστράκι και πίσω από την Σίδη, Αν πάρουμε επίσης σαν δεδομένο ότι το δύσβατο της περιοχής δεν θα επέτρεπε την ανέγερση λατρευτικού χώρου -τεμένους γύρω από την ελώδη Σίδη τότε εκ των πραγμάτων οδηγούμαστε στο Παλιόκαστρο. Ίσως το Παλιόκαστρο λοιπόν να μην ξεκίνησε σαν οχυρό, ούτε παρατηρητήριο αλλά σαν τόπος λατρείας. Την επιβεβαίωση ότι στο Παλιόκαστρο υπήρχε ναός μας την δίνει ο Fr. Staehlin που αναφέρεται σε αυτό με τα παρακάτω. Στα νοτιοανατολικά ανοίγει μια πύλη προς τη χαράδρα, η οποία οδηγεί στην πεδιάδα. Στο νότιο άκρο απολαμβάνει κανείς μία καταπληκτική θέα προς την κοιλάδα του Σπερχειού και την απέναντι ευρισκόμενη Οίτη. Εδώ βρίσκονται οι θεμέλιοι τοίχοι ενός κτιρίου 1,90 μ. σε τετράγωνο σχήμα, προφανώς ενός αρχαίου ιερού.
Για να βρούμε απάντηση στο γιατί κτίστηκε τόσο ψιλά το Παλιόκαστρο, από ποιους και ποιον σκοπό εξυπηρετούσε, πρέπει να πάμε πολύ μακριά στην εποχή που μεσουρανούσε η Τραχίνα η πρωτεύουσα της Μαλίδας.
Η Τραχίς ήταν η αρχαιότατη πόλη της Φθιώτιδας πρωτεύουσα της Μαλίδας πριν από την Λαμία.
Ό Θουκυδίδης αναφέρει ότι το 427 π.χ. οι Οιταίοι κατέστρεψαν την Τραχίνα . Τότε οι κάτοικοι της ζήτησαν βοήθεια από τους Σπαρτιάτες. Μαζί με τους Τραχίνιους πρέσβεις στην Σπάρτη έστειλαν και οι Δωριείς της Δωρίδας, επειδή και αυτοί δέχονταν πιέσεις από τους Οιταίους. Οι Σπαρτιάτες γνωρίζοντας την στρατηγική θέση της Τραχίνας και θέλοντας να προστατέψουν την Δωρική Τετράπολη από τους Θεσσαλούς και άλλους εισβολείς και αφού είχαν την έγκριση του μαντείου των Δελφών έκτισαν μια νέα πόλη ανατολικά της αρχαίας Τραχίνας στην όχθη του Ασωπού ποταμού και την ονόμασαν Ηράκλεια προς τιμήν του Ηρακλή. Στην νέα πόλη ήρθαν να κατοικήσουν πολλοί Πελοποννήσιοι και αρκετοί από άλλες περιοχές της Ελλάδος, κυρίως της Βοιωτίας.
Στις επόμενες δεκαετίες οι Μαλιείς ήταν κάτω από την ηγεμονία των Σπαρτιατών μέχρι τον Κορινθιακό πόλεμο που συμμάχησαν με την Κόρινθο και στράφηκαν εναντίων της Σπάρτης. Σε αυτόν τον πόλεμο οι Μαλιείς έχασαν την Τραχίνα που πέρασε στους Οιταίους. Τα επόμενα χρόνια μαζί με τους Οιταίους και τους Αινιάνες έγιναν μέλη της κορινθιακής συμπολιτείας και αργότερα της Αιτωλικής . Το 189 π.χ. εντάχθηκαν στην Αχαϊκή Φθιώτιδα της Θεσσαλίας και τα επόμενα χρόνια θεωρούνταν Θεσσαλοί.
Έτσι οι Μαλιείς για στρατιωτικούς λόγους πιθανών το 426 π.χ. έκτισαν την Λαμία που ουσιαστικά το όνομα της προέρχεται από τον αναγραμματισμό της λέξις Μαλία- Λαμία. Το Παλιόκαστρο προϋπήρχε της Λαμίας και θα πρέπει να χτίσθηκε στην μυκηναϊκή εποχή τότε που όλες οι πόλεις και τα κάστρα κτίζονταν ψηλά στα βουνά και είχαν οπτική επαφή μεταξύ τους. Αν παρατηρήσουμε τον χάρτη με τα όρια της αρχαίας Τραχίνας θα δούμε ότι είναι ίδια με τα όρια που αμφισβητήθηκαν από τις δυο πόλεις την εποχή του Ανδριανού. Τέμενος του Ποσειδώνος, σίδη, Δέρκινα, Οιχαλία, Πρόαρνα.
Εκτιμούμε λοιπόν ότι το Παλιόκαστρο ήταν το έσχατο παρατηρητήριο της Τραχίνας προς βορειοδυτικά. Από εκεί οι Μαλιείς παρακολουθούσαν τις κινήσεις των βόρειων γειτόνων και των Αινιάνων σε όλον τον κάμπο του Σπερχειού κάτι που δεν μπορούσαν να το κάνουν από την Τραχίνα λόγο του βόρειου όγκου της Οίτης προς τα δυτικά της πόλης τους, άλλα ούτε και από την Λαμία αργότερα διότι η κοιλάδα δυτικά της Λαμίας καλύπτονταν από τον προφήτη Ηλία. Επίσης από εκεί έλεγχαν όλα τα περάσματα βόρεια της σίδης. Αν το κάστρο είχε κτιστεί πιο χαμηλά μπορεί να είχε περισσότερες αμυντικές δυνατότητες αλλά δεν θα είχε ορατή επαφή με την Τραχίνα διότι θα ήταν κριμένο πίσω από τον λόφο του προφήτη Ηλία. Αν ήταν πιο ψηλά θα ήταν μακριά από την κοιλάδα του Σπερχειού και δεν θα μπορούσε να ανταποκριθεί στις στρατιωτικές του απαιτήσεις. Επομένως το Παλιόκαστρο ήταν κτισμένο στο κατάλληλο ύψος που συνδύαζε τον από βορά έλεγχο της κοιλάδας του Σπερχειού, των περασμάτων βόρεια από αυτό, αλλά παράλληλα είχε και την οπτική επαφή με την Τραχίνα. Οι Τραχίνιοι πολλά χρόνια πριν την ίδρυση της Λαμίας στο έσχατο σημείο της επικράτειας τους μέσα στο Παλιόκαστρο για δικούς τους λόγους έκτισαν τέμενος προς τιμή του Ποσειδώνα πατέρα της Ομηρικής βασίλισσας τους Λαμίας. Οι λόγοι ίσως να ήταν πολιτικοί. διπλωματικοί μέχρι και θρησκευτικοί η όλοι μαζί.
Υποθέτουμε ότι ανάμεσα στην Τραχίνα τον Άγιο Λουκά και στο Παλιόκαστρο υπήρχε κάποιος οπτικός στρατιωτικός κώδικας επικοινωνίας, πιθανών με την μέθοδο των φρυκτωριών ή του τηλεβόα.
Από το διάταγμα καταλαβαίνουμε ότι μετά την κάθοδο των Ρωμαίων και την κατάληψη της Λαμίας το κάστρο είχε χάσει οποιαδήποτε άλλη ιδιότητα του και λειτουργούσε μόνο σαν τόπος λατρείας.
ΘΕΜΑ:
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ