[1909] Το κίνημα στο Γουδί

Γράφει ο Γεώργιος Σ. Αλεξιάδης [από το «Ελλάδα 20ός αιώνας», έκδ. Απογευματινή] Κίνημα ή επανάστασις το στρατιωτικόν πραξικόπημα του 1909 εις το Γουδί; Κλίνομεν μάλλον προς το πρώτον, ακόμη και αν η στρατιωτική αυτή εξέγερσις είχε τας πολιτικάς και κοινωνικάς προεκτάσεις, αι οποίαι απεδόθησαν εις αυτήν εκ των υστέρων. Το Γουδί ήτο, κατ’ αρχήν, μίμησις του κινήματος των Νεοτούρκων, ίσως δε και των μυστικών στρατιωτικών εταιρειών της Σερβίας και της Βουλγαρίας, προσηρμοσμένη απλώς εις τα καθ’ ημάς. Την άποψιν αυτήν υποστηρίζει εις τα «Απομνημονεύματά» του και ο στρατηγός και Ακαδημαϊκός Αλεξ. Μαζαράκης: «Εζηλεύσαμεν» γράφει «τώρα και τους Νεοτούρκους που έρριψαν το παλαιόν καθεστώς με το όνειρον και την απόφασιν να γίνουν κύριοι του κράτους των. Το παράδειγμά των ασφαλώς μας επηρέασε» (τομ. Α', σελ. 46). Ευεπίφοροι εις ενθουσιασμούς οι Έλληνες υπεδέχθησαν αρχικώς με ευμένειαν τη Νεοτουρκική Επανάσταση του 1908. Υπελόγιζον επί της πολιτικής ισότητος διά να επιβάλουν επί της αναγεννωμένης αυτοκρατορίας την υλικήν και πνευματικήν των υπεροχήν.
Πολλοί ωνειρεύοντο ανασύστασιν του Βυζαντίου. Άλλη ήτο η πραγματικότης. Την πολυεθνή θεοκρατικήν αυτοκρατορίαν των σουλτάνων διεδέχετο το «εθνικόν τουρκικόν κράτος» με πρόγραμμα την διά παντός μέσου εξουδετέρωσιν των αλλοφύλων και κυρίως των Ελλήνων. Αι ανθελληνικοί διαθέσεις των Νεοτούρκων δεν εβράδυναν να εκδηλωθούν. Την 5ην Οκτωβρίου 1908, η Αυστρία προσαρτά την Βοσνίαν και Ερζεγοβίνην και ο Φερδινάνδος στέφεται βασιλεύς της Βουλγαρίας. Η Ελλάς δεν κινείται. Εν τούτοις η τουρκική λύσσα στρέφεται εναντίον της. Αι ενωτικαί προσπάθειαι των Κρητών γίνονται αφορμή αγρίου ανθελληνικού διωγμού. Τα ελληνικά εμπορεύματα αποκλείονται. Αι ελληνικαί εφημερίδες της Κωνσταντινουπόλεως παύονται. Ο «χαμάλμπασης» (αρχηγός των αχθοφόρων) της Θεσσαλονίκης, Κερίμ αγάς, εξευτελίζει τους Έλληνας. Εις τας Κυδωνιάς επίτακτα τουρκικά στίφη σφάζουν ομογενείς. Ο υπουργός των Στρατιωτικών Μαχμούτ Σεφκέτ απειλεί τον Πατριάρχην. Ο ίδιος αυτός Σεφκέτ διακηρύσσει: «Όποτε θέλω παίρνω τον καφέ μου στην Αθήνα». Οι Τούρκοι γίνονται προκλητικοί και εντός της χώρας. «Η νέα Τουρκία» εδήλωνεν ο Τούρκος πρεσβευτής εις τας Αθήνας «θέλει να καταλάβουν οι Οθωμανοί ελληνικού γένους ότι είναι Οθωμανοί και όχι Έλληνες. Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον πρέπει να παύση να είναι ελληνική εστία. Οι Οθωμανοί μόνοι κύριοι εις την χώραν των, θα επιβάλουν εις όλους την θέλησίν των. Οι Έλληνες δεν θα διαφύγουν τόσον εύκολα όσο την τελευταίαν φοράν» (1897). Η ελεύθερα Ελλάς, απροετοίμαστος, όπως επί 80 έτη, περιωρίζετο εις διαμαρτυρίας. Ο πρωθυπουργός της Γαλλίας, Γεώργιος Κλεμανσώ, φιλέλλην και εκ των ιδρυτών της «Γαλλικής Ενώσεως διά την υπεράσπισιν των δικαίων του Ελληνισμού», απεκάλυψε με τραχύτητα εις τον Έλληνα πρεσβευτήν τα αίτια της μειώσεως του ελληνικού γοήτρου: «Αι αξιώσεις σας δεν γίνονται δεκταί ευνοϊκώς διότι είσθε ανίσχυροι. Είσθε οι περισσότερον αδύνατοι εξ όλων των βαλκανικών κρατών». «Η Βουλγαρία —έλεγε ο Γάλλος υπουργός των Εξωτερικών Πισόν— είναι μία δύναμις. Η Τουρκία είναι μία δύναμις. Η Ελλάς είναι μία αδυναμία». Οι TIMES απειλούν τους Έλληνας ότι οι Άγγλοι θα τους αφήσουν μόνους αυτήν την φοράν ν’ αντιμετωπίσουν την Τουρκίαν. «Με τον Αβντούλ Χαμίτ — έγραφον— παρήλθον αι εποχαί εκείναι κατά τας οποίας ήτο δυνατόν να πολεμήση κανείς τους Τούρκους διατρέχων περιωρισμένους κινδύνους, αφού αι Δυνάμεις ημπόδιζαν τον Σουλτάνον να επωφεληθεί της νίκης του. Η αναγεννημένη Τουρκία πρέπει να έχη το δικαίωμα να κάμη εις το μέλλον την ιδίαν χρήσιν των στρατιωτικών επιτυχιών της, όπως και αι άλλαι δυνάμεις». Ήτο τόση η ταπείνωση της χώρας, ώστε ο Βασιλεύς Γεώργιος εσκέπτετο να παραιτηθή. Ο αυτοκράτωρ της Γερμανίας, γυναικάδελφος του Έλληνος διαδόχου, έλεγε προς τον Ιταλόν υπουργόν Εξωτερικών Τιττόνι: «Επιθυμώ να φανώ ευάρεστος εις τον βασιλέα της Ελλάδος. Αλλ' η Γερμανία δεν θ’ αναλάβη πρωτοβουλίαν επί του κρητικού ζητήματος». Ο αρχηγός του Κινήματος του 1909, συνταγματάρχης Νικόλαος Ζορμπάς, σε λαϊκή λιθογραφία. Τον εθνικόν εξευτελισμόν συνοδεύει η εσωτερική αποσύνθεσις. Η Βουλή είχεν αποστερηθή και του ελάχιστου κύρους. Εθεωρείτο άσυλον κωλυσιεργίας και λογοκόπων. Η διοικητική μηχανή είχεν εξαρθρωθή. «Η ασφάλεια του τόπου», γράφει ο πρίγκηψ Νικόλαος εις το «Ημερολόγιόν» του, «είναι τέτοια, που δεν τολμά κανείς, ιδίως εις την Θεσσαλίαν, να κάμη δύο βήματα, χωρίς να κινδυνεύση να δολοφονηθή ή να αιχμαλωτισθή υπό φυγοδίκων και ληστών. Η Δικαιοσύνη αποδίδει το δίκαιον εις τον έχοντα τα μέσα. Οι βουλευταί οργιάζουν υπέρ των φίλων των και διά το ατομικόν των συμφέρον και νέμονται τον τόπον ως τσιφλίκι ιδικόν των! Ωραία εικών κράτους ευρωπαϊκού»! Οι έμποροι των Αθηνών, συγκεντρωθέντες προ των Ανακτόρων, με επί κεφαλής το προεδρείον των, εις ένδειξιν διαμαρτυρίας κατά της φορολογικής καταπιέσεως, διελύθησαν βιαίως. Η Κυβέρνησις Θεοτόκη, ουσιαστικώς, είχε παύσει να υπάρχη. Δεν παρητείτο, διότι η αποχώρησίς της εσήμαινε διάλυσιν της Βουλής, συμμετοχήν των Κρητών εις τας εκλογάς και πόλεμον με την Τουρκίαν. Η διακοίνωσις, όμως, των Μεγάλων Δυνάμεων της 13/26 Ιουνίου 1909, την εκρήμνισε κατά γης. Έδραξεν ως ευκαιρίαν την οχλαγωγίαν της Μπαρμπάσαινας (Σημ. επρόκειτο περί εξεγέρσεως σταφιδοπαραγωγών της Ηλείας) και εγκατέλειψε την Αρχήν. «Πάσα προσπάθεια μεταβολής του καθεστώτος εν Κρήτη, έλεγεν η διακοίνωσις, θα ηρμηνεύετο ως πρόκλησις εναντίον της Τουρκίας και θα συνεπήγετο καταστάσιν ολιγώτερον ευνοϊκήν της σημερινής». Η Τουρκία ηπείλει με αποστολήν του Στόλου εις τα Χανιά και εκάλει τελεσιγραφικώς την Ελλάδα: «Να αποκηρύξη εγγράφως τας πράξεις των Κρητών και να δηλώση ότι ουδεμίαν έχει αξίωσιν ενώσεως της νήσου με το βασίλειον». Ο διαδεχθείς τον Θεοτόκην, Δημ. Ράλλης, έτρεχε τα μεσάνυκτα εις την τουρκικήν πρεσβείαν διά να καθησυχάση τον Ναμπή Βέην, ετοιμαζόμενον ν’ αναχωρήση. Η Ελλάς ανίσχυρος και ν’ αμυνθή έστω εναντίον τουρκικής επιδρομής εξελιπάρει την επέμβασιν του φίλου των Τούρκων αυτοκράτορος της Γερμανίας οι’ επιστολής από 3 Αυγούστου 1909 του διαδόχου Κωνσταντίνου προς την παρεπιδημούσαν τότε εις Γερμανίαν σύζυγόν του πριγκήπισσαν Σοφίαν. Την ιδίαν ημέραν ο πρέσβυς Ρωμανός ετηλεγράφει εκ Λονδίνου ότι ο υφυπουργός των Εξωτερικών Μάλλετ του υπέδειξε την ανάγκην ελληνικής δηλώσεως ότι δεν επεδιώκετο προσάρτησις της Κρήτης. Την εξευτελιστικήν αυτήν δήλωσιν έκαμεν η Ελλάς εις τον πρέσβυν της Τουρκίας διά του πρωθυπουργού Δημ. Ράλλη. Η δουλοπρέπεια του τελευταίου εν συνδυασμώ προς την αδεξιότητά του υπήρξαν μοναδικοί. Κατάπληκτοι οι Έλληνες ανεγίγνωσκον μίαν πρωΐαν, τηλεγράφημα του απεσταλμένου της CORRIERE DELLA SERA, μεταδίδοντος εις την εφημερίδα του την πληροφορίαν, ότι ο Ράλλης διά ν’ αποδείξη τας φιλικάς προθέσεις του προς την Τουρκίαν, έκαμεν επισήμως γνωστόν εις την Υψηλήν Πύλην ότι διέταξε τους Έλληνας αξιωματικούς, οι οποίοι ευρίσκοντο εις την Μακεδονίαν να επιστρέψουν εις Αθήνας! Σφάλμα άνευ προηγουμένου, διότι αι ελληνικαί κυβερνήσεις εις τας εντόνους παραστάσεις της Τουρκίας κατά την διάρκειαν του Μακεδονικού Αγώνος, ηρνούντο πάντοτε την παρουσίαν Ελλήνων αξιωματικών επί κεφαλής ανταρτικών σωμάτων.
Τώρα, μία ελληνική κυβέρνησις εβεβαίου το αντίθετον, νομίζουσα ότι ούτω εξευμενίζει την Τουρκίαν. Αλλ’ εκείνη, εκμεταλλευομένη την αδυναμίαν καθίστατο διαρκώς θρασυτέρα. Την 5ην μ.μ. της 5/18 Αυγούστου 1909 κατέπλευσεν εις Χανιά διεθνής στόλος. Την 3ην πρωϊνήν της επομένης, άγημα ναυτών κατέλαβε το φρούριον Φιρκά και απέκοπτε τον κοντόν της ελληνικής σημαίας. Η ενέργεια απετέλεσεν αφορμήν διά να εκδηλωθή, τα μεσάνυκτα της 14ης προς την 15ην Αυγούστου, το από μακρού κυοφορούμενον Κίνημα του Γουδί. Οι αξιωματικοί του 1909 ήταν διάφοροι των συναδέλφων των του 1897. Η εκκαθάρισις, την οποίαν ενήργησε μετά την ήτταν ο στρατηγός Γεώργιος Μαυρομιχάλης, εσάρωσε το σύνολον σχεδόν των παλαιών αυτοσχεδίων σπαθοφόρων, ενώ αι Σχολαί Ευελπίδων και Υπαξιωματικών ετροφοδότουν το στράτευμα με νέα και υγιά στελέχη. Το 1909, και εις αυτό το παρημελημένον πεζικόν η μεγάλη πλειοψηφία των κατωτέρων απετελείτο από αξιωματικούς των Σχολών, οι οποίοι, προερχόμενοι εκ των μικροαστικών και αγροτικών στρωμάτων, έφερον βαρέως τας τουρκικάς προκλήσεις, αλλά και την βαθμολογικήν στασιμότητα εις την οποίαν τους κατεδίκαζεν η ανυπαρξία στρατού.
Ο ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑΡΧΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΜΟΛΕΝΣΚΗΣ ΣΕ ΛΑΪΚΗ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ. ΗΤΑΝ ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΗΤΗΤΗΣ ΤΑΞΙΑΡΧΙΑΣ ΠΟΥ ΑΠΕΚΡΟΥΕ ΕΠΙ 10 ΜΕΡΕΣ ΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΥΣ ΣΤΟ ΒΕΛΕΣΤΙΝΟ, ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟ ΒΟΛΟ. ΠΡΟΗΧΘΗ ΣΕ ΥΠΟΣΤΡΑΤΗΓΟ ΓΙΑ ΑΝΔΡΑΓΑΘΙΑ ΚΑΙ ΕΓΙΝΕ ΠΟΛΥ ΔΗΜΟΦΙΛΗΣ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΗ ΓΝΩΜΗ.

Αφ’ ετέρου, ο Μακεδονικός Αγών είχεν ανυψώσει το φρόνημα και ετόνωσε την αυτοπεποίθησήν των. Πριν κινηθούν οι αξιωματικοί ωργανώθησαν οι υπαξιωματικοί υπό τον υπολοχαγόν του πεζικού Γεώργιον Καραϊσκάκην, εγγονόν του στρατάρχου της Ρούμελης και βουλευτήν Καρδίτσης. Η οργάνωσίς των ωφείλετο εις επαγγελματικάς αιτίας. Νόμος «περί καταστάσεως υπαξιωματικών» καταρτισθείς υπό της Επιτελικής Υπηρεσίας Στρατού επί τη βάσει γερμανικού προτύπου, έθετεν ως όρον της υπηρεσιακής των εξελίξεως τον βαθμόν του ανθυπασπιστού, ενώ μέχρι της εποχής εκείνης ηδύναντο να αποβλέπουν εις τον βαθμόν του υπολοχαγού και απεστρατεύοντο ως λοχαγοί. Ήσαν οι λεγόμενοι «ευεργετικοί». Υπήρχεν, εξ άλλου η Σχολή Υπαξιωματικών, εις την οποίαν εισήρχοντο με εξετάσεις και απεφοίτουν ως αξιωματικοί με απεριόριστον την περαιτέρω σταδιοδρομίαν. Ο νέος νόμος, όπως ήτο φυσικόν, προεκάλεσε σάλον μεταξύ των υπηρετούντων υπαξιωματικών, οι οποίοι και συνησπίσθησαν διά την κατάργησίν του. Ο συγκροτηθείς, την άνοιξιν του 1909, εις την πρωτεύουσαν «Σύνδεσμος Υπαξιωματικών» ταχέως διεκλαδίσθη εις τας επαρχίας και διά της διοικούσης επιτροπής του διεμαρτυρήθη προς την Κυβέρνησιν και την Βουλήν. Την επίδοσιν του σχετικού υπομνήματος προς την τελευταίαν παρηκολούθησαν εν σώματι όλοι σχεδόν οι υπαξιωματικοί της φρουράς Αθηνών.
Αι επακολουθήσασαι αποτάξεις και άλλαι ποιναί, αντί της διαλύσεως, ήγαγον εις την μονιμοποίησιν και ενίσχυσιν του αντιπειθαρχικού «Συνδέσμου». Δύο τρεις μήνας έπειτα, ιδρύεται «Στρατιωτικός Σύνδεσμος» από κατωτέρους αξιωματικούς των Αθηνών. Την πρωτοβουλίαν είχον, ήδη από του Οκτωβρίου 1908, οι υπολοχαγοί του Πεζικού Θεοδ. Πάγκαλος και Χρ. Χατζημιχάλης (γνωστός μεταξύ των συναδέλφων του και ως «τακουνάκιας» λόγω προσπάθειας αυξήσεως δι' ειδικών υποδημάτων του βραχέος αναστήματος του), οι ανθυπολοχαγοί του ιδίου όπλου Μιχ. Πάσσαρης και Γρηγ. Φαληρέας, οι ανθυπίλαρχοι Σωτ. Ψύχας και Βασ. Παπάς και οι ανθυπολοχαγοί του Μηχανικού Δημ. Καθενιώτης και Ευθ. Κατσούλης. Μετ’ ολίγας ημέρας υπέγραψαν το ιδρυτικόν πρωτόκολλον και ο λοχαγός του Πεζικού Κωνστ. Σάρρος και ο ανθυπολοχαγός Περ. Γεωργακόπουλος, ήτοι, μετά των προηγηθέντων, δέκα εν όλω κατώτεροι αξιωματικοί, εξ ων εις μόνο λοχαγός. Εις το ιδρυτικόν αυτό έγγραφον ανεγράφετο επί λέξει, ότι ο «Σύνδεσμος» άμα τη επικρατήσει του «θα μετακαλέση, εκ Κρήτης, όπως του αναθέση την Κυβέρνησιν, τον χαλύβδινον Κρήτα πολιτευτήν Ελευθέριον Βενιζέλον»! Εν τω μεταξύ οι ιθύνοντες του Συνδέσμου ήλθον εις επαφήν με τους υπαξιωματικούς και επέτυχον να τους πείσουν να παραιτηθούν των ιδιαιτέρων αιτημάτων των, τιθέμενοι υπό τας διαταγάς του, με την υπόσχεσιν ότι θα ηκυρούντο αι αποτάξεις των συναδέλφων των, ως και ο νόμος «περί καταστάσεως υπαξιωματικών» όπερ και εγένετο άμα τη επικρατήσει του Κινήματος. Τον Μάιον του 1909, συνεκεντρούντο και απεφάσιζον τον σχηματισμόν συνδέσμου και άλλοι αξιωματικοί, μεταξύ των οποίων ο ίλαρχος Επαμ. Ζυμβρακάκης, ο λοχαγός του Πυροβολικού Κ. Γουβέλης και τεσσαράκοντα άλλοι συνάδελφοί των, ως επί το πλείστον μακεδονομάχοι. Κατόπιν κοινής γενικής συνελεύσεως των δύο ομάδων, την 26ην Ιουνίου, αποφασίζεται η συγχώνευσίς των και εκλέγεται διοικούσα επιτροπή. Την απαρτίζουν οι Κ. Γουβέλης, Επ. Ζυμβρακάκης, Αλεξ. Χατζηκυριάκος και Α. Λιόλιος, υποπλοίαρχοι Β.Ν., Σπ. Σπυρομήλιος μοίραρχος, Δ. Μιμήκος, λοχαγός Μηχανικού, Θεοδ. Πάγκαλος, Χρ. Χατζημιχάλης, Μιχ. Πάσσαρης, Δημ. Καθενιώτης, Ευθ. Κατσούλης, Κωνστ. Σάρρος, Περ. Γεωργακόπουλος και Αθαν. Λιδωρίκης, ανθυπολοχαγός Οικονομικού. Εξ αυτών, οι εξ πρώτοι ανήκον εις την ομάδα των λοχαγών (Ζυμβρακάκη), οι δε εννέα υπόλοιποι ήσαν μέλη του συνδέσμου των κατωτέρων. Καθήκοντα γραμματέως εξετέλει ο Αθ. Λιδωρίκης.
Ο ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΡΑΛΛΗΣ ΣΤΟΝ ΟΠΟΙΟ ΑΠΟΤΑΘΗΚΕ Ο ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Γ. ΘΕΟΤΟΚΗ. Ο ΡΑΛΛΗΣ, ΟΜΩΣ, ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΕΠΙΚΡΙΤΙΚΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΡΟΛΟ ΤΩΝ ΠΡΙΓΚΙΠΩΝ ΣΤΟ ΣΤΡΑΤΕΥΜΑ ΜΕΤΕΣΤΡΑΦΗ ΣΤΑΔΙΑΚΑ ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, ΓΕΓΟΝΟΣ ΠΟΥ ΕΚΑΝΕ ΤΟΥΣ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΥΣ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΝΑ ΕΚΜΑΝΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΔΥΣΧΕΡΑΝΟΥΝ ΤΗ ΣΥΝΕΝΝΟΗΣΗ ΤΟΥΣ ΜΕ ΤΟΝ Δ. ΡΑΛΛΗ. ΓΕΓΟΝΟΣ ΠΟΥ ΕΚΑΝΕ ΤΟΝ ΓΝΩΣΤΟ ΩΣ «ΑΤΤΙΚΑΡΧΗ» ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΝΑ ΥΠΟΒΑΛΕΙ ΤΗΝ ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΟΝ ΒΑΣΙΛΙΑ ΓΕΩΡΓΙΟ A.

Ο ίδιος ήτο και ο δημοσιογραφικός της εκπρόσωπος, αρθρογραφών από των στηλών της εφημερίδος ΧΡΟΝΟΣ, επισήμου οργάνου του Σ.Σ., υπό την μόνιμον επικεφαλίδα «Ανάγκη Ειλικρίνειας». Η Επιτροπή διά να είναι ευχερής η κινητοποίησις των μελών διηρέθη εις τμήματα κατά σώματα και υπηρεσίας, υπό την ηγεσίαν του αρχαιοτέρου. Ευθύς, όμως, εξαρχής, παρετηρήθη ότι η σύνθεσίς της εξ υπολοχαγών και ανθυπολοχαγών απετέλει κώλυμα εις την μύησιν πολλών και καλών λοχαγών, οι οποίοι δεν ηνείχοντο να διευθύνωνται από κατωτέρους των. Κατά την αποφασισθείσαν ανασύνθεσιν της Επιτροπής, οι κατώτεροι παρητήθησαν και η νέα διοίκησις απετελέσθη εκ των λοχαγών Ιω. Φικιώρη, Κ. Σάρρου, Ιω. Πατσόγιαννη, Κ. Γουβέλη, Δ. Μιμήκου, Κ. Παρνασσίδη, Επ. Ζυμβρακάκη και των υποπλοιάρχων Αλ. Χατζηκυριάκου και Κ. Λιόλιου. Εκ του συνταχθέντος υπό της πρώτης δεκαπενταμελούς επιτροπής πρωτοκόλλου διεγράφη η παράγραφος η αφορώσα εις την άμεσον πρόσκλησιν του Βενιζέλου, κατόπιν της σφοδράς αντιθέσεως των Κρητών αξιωματικών αδελφών Ζυμβρακάκη, Γ. Τσόντου κ.ά., ως επίσης και η σχετική με την απομάκρυνσιν των Βασιλοπαίδων εκ του στρατού. Άμα τη συγκροτήσει της η νέα Επιτροπή ετρΆπη εις αναζήτησιν αρχηγού. Αρνηθέντων δε των αρχικώς βολιδοσκοπηθέντων συνταγματαρχών Δ. Βακάλογλου (υπασπιστού του Βασιλέως), Ψαροδήμου (γνωστού εις τον στρατόν υπό το παρεπώνυμον «στραβοσουγιάς») και Μάνου, επελέγη τελικώς ο συνταγματάρχης του Πυροβολικού Νικ. Ζορμπάς, μορφωμένος και σώφρων αξιωματικός. Ο μετέπειτα αρχιστράτηγος της περιόδου 1918-1920, Λέων. Παρασκευόπουλος, ισχυρίζεται ότι μεταξύ των ανωτέρων αξιωματικών τους οποίους επρόκειτο να βολιδοσκοπήσουν οι κατώτεροι διά την ηγεσίαν του Κινήματος περιελαμβάνετο και ούτος, αλλά προεκρίθη, εν τέλει, ο Ζορμπάς, ο οποίος, μάλιστα, μετά την εκλογήν του του εζήτησε να τον συνδράμη. Τούτο υπεσχέθη ο Παρασκευόπουλος, αλλ’ ο Ζορμπάς ημέλησε να τον χρησιμοποιήση με την παρασχεθείσαν εκ των υστέρων δικαιολογίαν ότι μη συμμετέχοντος ουδενός άλλου ανωτέρου, δεν ηθέλησε λόγω της προς αυτόν εκτιμήσεως να τον θυσιάση εν αποτυχία του Κινήματος. Ο Ζορμπάς εις τα «Απομνημονεύματά» του εκθέτει με ακρίβειαν τα αίτια του Κινήματος: «Τα προκαλέσαντα την Επανάστασιν αίτια ήσαν, ως είναι γνωστόν, κυρίως τα εξής: Η βουλευτοκρατία και η συναλλαγή, η οικονομική δυσπραγία ένεκα της ανίσου φορολογίας, επιβαρυνούσης ιδίως τας λαϊκάς τάξεις, η κακή απονομή της δικαιοσύνης και η έλλειψις δημοσίας ασφαλείας. Ο ατυχής πόλεμος του 1897, το Κρητικόν ζήτημα και το απαράσκευον του Κράτους προς οιανδήποτε πολεμικήν δράσιν». Ενώ, όμως, χαρακτηρίζει το Κίνημα ως Επανάστασιν, αλλαχού των «Απομνημονευμάτων» του συνομολογεί, ότι αύτη ούτε την λαϊκήν συμπαράστασιν διέθετεν, ούτε την καθολικήν έγκρισιν του στρατού. «Το Κίνημα του στρατού» γράφει «δεν κατέληξε την 15ην Αυγούστου εις λαϊκήν επανάστασιν, αλλά παρέμεινε, κατά την ημέραν εκείνην ως ένοπλος στρατιωτική δράσις της φρουράς Αθηνών, διότι ο Λαός δεν ανεμίχθη εις το κίνημα, ουδέ εξεδήλωσέ τι υπέρ τούτου, αλλ’ έμεινεν αδρανών και αμφιβάλλων περί του πρακτέου... Μετά την 15ην Αυγούστου, πλήθος ανθρώπων ανηκόντων εις διαφόρους κοινωνικάς τάξεις, ήρξαντο να επισκέπτωνται τον αρχηγόν του Συνδέσμου και να εκφράζουν τα συγχαρητήρια και την ευγνωμοσύνη των... Το γραφείον του αρχηγού κατεκλύζετο υπό επιστολών και τηλεγραφημάτων εξ όλων των μερών του Κράτους και εκ των εξωτερικού, δι' ων άπαντες εξέφραζον πατριωτικά αισθήματα διαβεβαιούντες ότι ασπάζονται το πρόγραμμα του Στρατιωτικού Συνδέσμου έτοιμοι όντες προς πάσαν θυσίαν». Τα ελατήρια πολλών από τας εν λόγω εκδηλώσεις δεν διέφευγον την οξυδέρκειαν του Ζορμπά. Μίαν ημέραν, είπεν, εις ωρισμένους προέδρους συντεχνιών, που τον επεσκέφθησαν και αυτοί διά να του δηλώσουν ότι «τάσσονται παρά το πλευρόν του»: «Όλοι, βλέπω, πάσχετε από οξείαν πλευρίτιδα! Όλοι παρά το πλευρόν θέλετε να είσθε. Διατί δεν προχωρείτε; Διατί δεν βγαίνετε μπροστά;..». Η κυβέρνησις Ράλλη, όταν εξεδηλώθη το Κίνημα δεν εδοκίμασε ν’ αντισταθή σοβαρώς. Κατέρρευσεν. Ο Βασιλεύς αντεκατέστησε τον Ράλλην διά του Κυρ. Μαυρομιχάλη, εγκριθέντος εκ των υστέρων υπό του Συνδέσμου. 
Η νέα κυβέρνησις εκάλεσε την Βουλήν και ήρχισε να ψηφίζη τα υπό του Στρατιωτικού Συνδέσμου υποβαλλόμενα μεταρρυθμιστικά νομοσχέδια. Παραπλεύρως ωρισμένων μέτρων υπέρ της Διοικήσεως και της Δικαιοσύνης, η Κυβέρνησις επραγματοποίησε σημαντικόν μέρος του προγράμματος του Συνδέσμου διά της παραγγελίας του καταδρομικού «Αβέρωφ», της προμήθειας πολεμικού υλικού και της εκγυμνάσεως των «απαλλαγέντων». Αντιθέτως, την μεγαλυτέραν αδιαφορίαν έδειξαν Βουλή και Στρατιωτικός Σύνδεσμος διά τα φορολογικά νομοσχέδια του υπουργού των Οικονομικών Αθαν. Ευταξία, τα προνοούντα διά την ανακούφισιν των απόρων, διά της επιβαρύνσεως των ελάχιστα φορολογουμένων, τότε, ευπορών τάξεων, τα μόνα, δηλαδή, νομοσχέδια που ήσαν, πράγματι, φιλολαϊκά, και δη εκείνα, που ανεφέροντο εις τους αγρότας, όπως η κατάργησις του φόρου επί των αμπέλων και εκείνου των αροτριώντων κτηνών. Αλλά και ο Μαυρομιχάλης από τα πρώτα του βήματα απέδειξεν ότι δεν ευρίσκετο εις το ύφος των περιστάσεων: Εις την ουσίαν υπενόμευε το έργον του Κινήματος και απέβλεπεν εις το να δημιουργήση κόμμα. Την ιδίαν γραμμήν ετήρουν και οι αρχηγοί της αντιπολιτεύσεως, Ράλλης και Γ. Θεοτόκης. Εγίνετο προσπάθεια όπως κινηθούν φιλοβασιλικοί αξιωματικοί. Το χειρότερον όλων, προεκλήθησαν αντιθέσεις μεταξύ των αξιωματικών φθάσασαι μέχρι Κινήματος εις το Ναυτικόν. Προ αδιεξόδου ευρεθείς ο Σύνδεσμος και δυσπιστών προς πάντας εκάλεσεν εκ Κρήτης τον Ελευθ. Βενιζέλον ως πολιτικόν σύμβουλόν του. Την 28ην Δεκεμβρίου 1909, ο Βενιζέλος έφθανεν εις τα Αθήνας, με την εντολήν, όπως γράφει ο αρχηγός του Στρατιωτικού Συνδέσμου «να εκλέξη αυτός μόνος τον νέον πρωθυπουργόν και να κανονίση την μέλλουσαν πορείαν της Επαναστάσεως». Από τα πρώτας υποδείξεις του Βενιζέλου ήτο η προκήρυξις εκλογών δι’ Αναθεωρητικήν Βουλήν. Ο Μαυρομιχάλης παρητήθη. Τον διεδέχθη ο Στέφανος Δραγούμης, υποδειχθείς υπό του Βενιζέλου και εγκριθείς υπό του Συνδέσμου. Αι εκλογαί της Αναθεωρητικής (8 Αυγούστου 1910) έφερον εις την Βουλήν τα κόμματα κατατετμημένα και μέγα πλήθος ανεξαρτήτων. Ο Βενιζέλος έμαθε το αποτέλεσμα των εκλογών εις Λουκέρνην της Ελβετίας. Ητο πρώτος βουλευτής Αττικοβοιωτίας διά πρωτοφανούς πλειοψηφίας. Ταυτοχρόνως συνεκροτείτο εις Αθήνας κόμμα, το οποίον ετίθετο υπό την ηγεσίαν του. Γεγονός σημαντικόν, διότι δεν είχε συμβή άλλοτε να ιδρυθή κόμμα εκτός της Βουλής από αντιπροσώπους λαϊκών τάξεων. Νέα εποχή ήρχιζε διά την Ελλάδα. 

ΤΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ 


Η ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ 

ΠΡΟΣ ΤΗΝ Α.Μ., ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΕΑ, ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΙΝ ΚΑΙ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΛΑΟΝ: Η Πατρίς μας ευρίσκεται υπό δυσχερεστάτας περιστάσεις, το δε επίσημον Κράτος υβρισθέν και ταπεινωθέν, αδυνατεί να κινηθή προς άμυναν των δικαίων του. Άπας ο Ελληνισμός, βαρυαλγών διά την λυπηρόν ταύτην κατάστασιν εξεδήλωσεν ότι ποθεί διακαώς τη λήψιν συντόνων μέτρων προς αποτροπήν παρομοίων κινδύνων εν τω μέλλοντι. 
Η ΑΘΗΝΑ (ΟΔΟΣ ΣΤΑΔΙΟΥ) ΤΟ 1908.

Άλλως τε υπό ξένων ακόμη, επισήμων και μη, επανειλημμένως υπεδείχθη, ότι το Εθνος μας δεν θα υφίστατο τ’ ατυχήματα και τους εξευτελισμούς ους μέχρι τούδε υπέστη εάν είχομεν παρασκευασμένην προς άμυναν Στρατιωτικήν και Ναυτικήν δύναμιν επαρκή. Ο Σύνδεσμος των αξιωματικών του Εθνικού Στρατού της Ξηράς και του Ναυτικού, εμφορούμενος υπό των αυτών αισθημάτων και συναισθανόμενος, ως πάντες οι Έλληνες, το δεινόν των περιστάσεων και την προς άμυναν του πατρίου εδάφους και των δικαίων του Έθνους, ανάγκην της υπάρξεως αξιομάχου στρατού και στόλου, γινώσκων δε ότι υπό των εκάστοτε αρμοδίων ημελήθη ο πλήρης καταρτισμός αυτών, ουχί εκ κακής θελήσεως, αλλ’ επί τη αδικαιολογήτω προφάσει της ανεπαρκείας των προσόδων του Κράτους κατασπαταλωμένων εν τούτοις εική και ως έτυχεν, προβαίνει εις την υποβολήν ιεράς πα-ρακλήσεως προς τον Βασιλέα τον —κατά τον θεμελιώδη Νόμον— Αρχηγόν των κατά Ξηράν και Θάλασσαν στρατιωτικών δυνάμεων του Κράτους, και προς την Κυβέρνησίν Του, όπως ολο-ύχως επιδοθώσιν εις την άμεσον και ταχείαν ανόρθωσιν των κακώς εν γένει εχόντων, ιδία δε των του Στρατού και Ναυτικού. Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος δεν επιδιώκει την κατάργησιν της Δυναστείας ή την αντικατάστασιν του βασιλέως, ούτινος το πρόσωπον είναι ιερόν διά τους αποτελούντας αυτόν, ουδ' επιθυμεί να εγκαθιδρύση την απολυταρχίαν, ή την στρατοκρατίαν, ή να θίξη, καθ’ οιονδήποτε τρόπον το Συνταγματικόν Πολίτευμα, διότι οι αποτελούντες αυτόν αξιωματικοί εισίν και αυτοί πολίται Έλληνες και έχουσιν ορκισθή εις την τήρησιν του Συντάγματος. Επειδή, όμως, ο τε Διάδοχος και οι Βασιλόπαιδες, αναλαμβάνοντες ενεργόν και διοικητικήν υπηρεσίαν ασκούσιν λεληθότως διά της προσωπικής αυτών επιβολής μεγίστην επίδρασιν επί της εν γένει διεξαγωγής της υπηρεσίας και του χαρακτήρος των αξιωματικών και περιπίπτουσι κατ’ ανάγκην εις προσωπικός προστριβάς, αίτινες συντελούσιν εις μείωσιν του γοήτρου των υψηλών αυτών προσώπων, και επειδή αφ’ ετέρου, καίτοι τα υψηλά τούτα πρόσωπα κατά τύπους υπέχουσιν ευθύνην διά την διαχείρισιν της ανατεθειμένης αυτοίς υπηρεσίας, κατ’ ουσίαν όμως διοικούσι τελείως, ανευθύνως, επί μεγίστη ζημία του συμφέροντος της υπηρεσίας και των ατόμων και παρά τον συνταγματικόν χάρτην της Χώρας —διά τούτο ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος πέποιθεν ότι πρέπει, χάριν αυτού του συμφέροντος της Δυναστείας, όπως ο τε διάδοχος και οι Βασιλόπαιδες, απόσχωσι της ενεργού και διοικητικής εν τω στρατώ και τω ναυτικώ υπηρεσίας, διατηρούντες τους ους κέκτηνται βαθμούς και προαγόμενοι, όταν προς τούτο ευδοκή ο Βασιλεύς. 
CARL BOEHRINGER. ΠΛΗΘΟΣ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΜΕΝΟ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΑ ΑΝΑΚΤΟΡΑ, 1900-1910. (ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΣΕ ΧΑΡΤΙ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗ ΖΕΛΑΤΙΝΑ, 22,6X28,8. ΣΥΛΛΟΓΗ ΜΙΧΑΛΗ Γ. ΤΣΑΓΚΑΡΗ). ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΟΤΙ ΑΠΕΙΚΟΝΙΖΕΤΑΙ ΤΟ ΛΑΪΚΟ ΣΥΛΛΑΛΗΤΗΡΙΟ ΤΗΣ 14ΗΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1909 ΠΟΥ ΟΡΓΑΝΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟ ΣΥΝΔΕΣΜΟ ΣΕ ΣΥΝΕΝΟΗΣΗ ΜΕ ΤΟΥΣ ΣΥΛΛΟΓΟΥΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΣΥΝΤΕΧΝΙΕΣ, ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΥΠΟΣΤΗΡΙΧΘΟΥΝ ΜΕ ΑΥΤΟ ΟΙ ΣΚΟΠΟΙ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΣΤΟ ΓΟΥΔΙ. ΟΙ ΔΙΑΔΗΛΩΤΕΣ ΕΚΑΝΑΝ ΠΟΡΕΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΔΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΚΑΤΕΛΗΞΑΝ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΑ ΑΝΑΚΤΟΡΑ, ΑΠΟ ΟΠΟΥ Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α ΜΙΛΗΣΕ ΠΡΟΣ ΤΟ ΛΑΟ. Η ΤΑΥΤΙΣΗ ΤΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΜΟΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΜΕ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟ ΛΙΘΟΓΡΑΦΟ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ (ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, ΤΟΜΟΣ 14, ΣΕΛ. 265)

Επίσης ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος ούτε την αλλαγήν της Κυβερνήσεως προτίθεται, διότι έχει την πεποίθησιν, ότι οι Κυβερνήται της Ελλάδος εισίν πλειότερον παντός άλλου φιλοπάτριδες και εργάζονται πάντοτε διά την ευημερίαν και το μεγαλείον της Πατρίδος. Εν τούτοις επειδή ο διορισμός πολιτικών ανδρών ως υπουργών επί των Στρατιωτικών και Ναυτικών αντίκειται εις το καλώς εννοούμενον συμφέρον της εν γένει υπηρεσίας και ιδία της πειθαρχίας του στρατεύματος, ως τούτο εκ μακράς πείρας κατεδείχθη παρά την καλήν θέλησιν των υπουργών τούτων, ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος υποβάλλει την παράκλησιν όπως εν τω μέλλοντι ο Βασιλεύς, όστις εν τω δικαιώματί του κατά το Σύνταγμα διορίζει τους υπουργούς, απαιτή ίνα οι υπουργοί των Στρατιωτικών και των Ναυτικών προέρχωνται εξ ανωτέρων εν ενεργεία ή διαθεσιμότητι αξιωματικών του στρατού και του ναυτικού. Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος ούτε την αύξησιν των στελεχών του στρατού και του ναυτικού επιδιώκει, ούτε την απομάκρυνσιν των ανωτέρων αξιωματικών εκ της υπηρεσίας, διότι δεν εργάζεται προς εξυπηρέτησιν ποταπών ατομικών συμφερόντων, αλλά προς εκπλήρωσιν Ιερού Σκοπού. Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος ποθεί όπως η Θρησκεία μας υψωθή εις τον εμπρέποντα ιερόν προορισμόν της, όπως η Διοίκησις της Χώρας καταστή χρηστή και έντιμος, όπως η Δικαιοσύνη απονέμηται ταχέως μετ’ αμεροληψίας και ισότητος προς άπαντας εν γένει τους πολίτας αδιακρίτως τάξεως, όπως η Εκπαίδευσις του Λαού καταστή λυσιτελής διά τον πρακτικόν βίον και τας στρατιωτικός ανάγκας της Χώρας, όπως η ζωή, η τιμή και η περιουσία των πολιτών εξασφαλισθώσιν, και τέλος όπως τα οικονομικά ανορθωθώσι, λαμβανομένων των απαιτουμένων μέτρων, προς λελογισμένην διαρρύθμισιν των εσόδων και εξόδων του Κράτους, ώστε αφ’ ενός μεν, ο σχεδόν πενόμενος Ελληνικός λαός ν’ ανακουφισθή εκ των επαχθών φόρων, ους ήδη καταβάλλει και οίτινες ασπλάγχνως κατασπαταλώνται προς διατήρησιν πολυτελών και περιττών υπηρεσιών και υπαλλήλων, χάριν της απαίσιας συναλλαγής, αφ’ ετέρου δε καθορισθώσιν θετικώς τα όρια εντός των οποίων δύνανται ν’ αυξήσωσιν αι δαπάναι διά την στρατιωτικήν της Χώρας παρασκευήν και διά την συντήρησιν του στρατού και του στόλου εν ειρήνη. Προς τούτοις ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος, διαβλέπων προσεχείς εθνικάς περιπλοκάς, παρακαλεί θερμώς όπως, κατ’ ανάγκην αναπόδραστον, ληφθώσιν αμέσως και μέτρα τινά Στρατιωτικής περισυλλογής, δυνάμενα ν’ αντιμετωπίσωσι την περίστασιν ταύτην. 
ΟΙ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓ. ΘΕΟΤΟΚΗ (1899-1901 ΚΑΙ 1906-1909) ΑΝΑΔΙΟΡΓΑΝΩΣΑΝ ΚΑΙ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΑΝ ΤΙΣ ΕΝΟΠΛΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΜΕ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΟΠΛΙΣΜΟ ΚΑΙ ΕΦΟΔΙΑ. ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΠΟΥ ΕΛΗΦΘΗΣΑΝ ΤΟΤΕ ΗΤΑΝ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΣΤΟΛΩΝ ΣΤΑ ΝΕΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΟΛΕΜΩΝ, ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ ΤΟΥ ΧΑΚΙ ΧΡΩΜΑΤΟΣ. Η ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΤΟΤΕ ΥΠΗΡΞΕ ΒΑΣΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΝΙΚΕΣ ΣΤΟΥΣ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΥΣ ΠΟΛΕΜΟΥΣ. ΠΑΡ’ ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΤΟ ΣΤΡΑΤΕΥΜΑ ΗΤΑΝ ΔΥΣΑΡΕΣΤΗΜΕΝΟ ΜΕ ΤΙΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΤΟ 1909 ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ ΝΑ ΠΑΡΕΜΒΕΙ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΖΩΗ.

Τοιαύτην διατυποί ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος παράκλησιν προς ανόρθωσιν των διαφόρων Υπηρεσιών του Κράτους, των οποίων ο στρατός και το ναυτικόν αποτελούσιν ελάχιστον αλλά λίαν σπουδαίον μέρος. Κρίνων δ’ αυτόν αναρμόδιον όπως εισέλθη εις λεπτομέρειας διαφευγούσας την ειδικότητα των έργων του και α είναι αρμοδία να καθορίση η Κυβέρνησις μετά της Βουλής του Έθνους περιορίζεται εις την υποβολήν του κατωτέρω προγράμματος περιέχοντος γενικάς και θεμελιώδεις βάσεις της οργανώσεως του στρατού της ξηράς και της θαλάσσης και εις την υπόδειξιν των ληπτέων μέτρων αμέσως διά την ταχείαν στρατιωτικήν και ναυτικήν παρασκευήν της χώρας. Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος, υποβάλλων την παράκλησιν ταύτην ουδεμίαν έχει αμφιβολίαν, ότι γενήσεται δεκτή, καθ’ όσον και η θέλησις του Ελληνικού Λαού είναι τοιαύτη, και ότι η Κυβέρνησις, εν τη διακρινούση αυτήν φιλοπατρία, θέλει σπεύση εις την σύγκλησιν της Βουλής προς ψήφισιν των προς επίτευξιν του Εθνοσωτηρίου τούτου έργου αναγκαιούντων μέσων. Εί ανάγκη δε της αμέσου συγκλήσεως της Βουλής είναι αναπόδραστος, διότι η διάλυσις αυτής και η διεξαγωγή εκλογών απαιτούσι χρόνον πολύν, η δε απώλεια και του ελάχιστου χρόνου μάτην κατά τας παρούσας περιστάσεις είναι αδίκημα προς την Πατρίδα. Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος έχει στερράν την απόφασιν, όπως εν η περιπτώσει η παράκλησις αυτού δεν ληφθή υπ’ όψιν, μη υποχωρήση προ ουδενός κωλύματος οθενδήποτε παρεμβαλλομένου προς ματαίωσιν του υπ’ αυτού επιδιωκομένου πατριωτικού σκοπού. Απεκδυόμενος δε πάσης ευθύνης διά την δημιουργίαν οιασδήποτε τυχόν ανωμάλου καταστάσεως προκληθησομένης, είτε προς τήρησιν δήθεν της πειθαρχίας, παρ’ εκείνων οίτινες κατέστρεψαν αυτήν εκ θεμελίων προ πολλού, είτε προς καταδίωξιν των μελών του Συνδέσμου, ως δήθεν ενεργούντων παρά τους νόμους, παρ’ εκείνων οίτινες ουδένα νόμον ετήρησαν -απευθύνεται προς τα αγνά και πατριωτικά του ελληνικού λαού αισθήματα και επιζητεί την αρωγήν αυτού εν τω ευγενεί αγώνι, ον αναλαμβάνει. (Ακολουθεί το πρόγραμμα του Σ.Σ.) 

ΤΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ 


Ο ΤΥΠΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΟΥ 1909 

Στο φύλλο της, της 19ης Αυγούστου 1909, η εφημερίδα ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ (των Αθηνών) εδημοσίευσε το ακόλουθο ρεπορτάζ για το Κίνημα της 15ης Αυγούστου. Τίτλος του ρεπορτάζ: «Η επανάστασις». «Ουδέποτε επαναστατικόν Κίνημα έλαβε τόσον πανηγυρικόν χαρακτήρα όσον το προχθεσινόν. Κατά τας μεταμεσονυκτίους ώρας η οδός Κηφισσιάς παρουσίαζεν όψιν οδού Πατησίων, κατά την νύκτα της Πρωτομαγιάς. Άνδρες, γυναίκες, παιδιά, κορίτσια, σκυλιά, κοκκότες, αμάξια αυτοκίνητα, κάρρα, ποδήλατα είχαν εκστρατεύσει για να απολαύσουν... την επανάστασιν. Μόνον τα κομφετί έλειπαν, για να είναι σωστό πανηγύρι. Όλα τα γελοιογραφεί ο τρομερός ελληνικός λαός και όλα τα περνάει ένα βερνίκι μέθης και αστείου, ως και την επανάστασιν ακόμη! Είναι ο ίδιος από τότε που γεννήθηκε ως σήμερα. Όποιος μπορεί ας τον αλλάξη!. 
ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΣΤΙΣ ΠΑΡΑΜΟΝΕΣ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ 1909. ΠΟΛΛΟΙ ΑΠΟ ΑΥΤΟΥΣ ΣΥΜΜΕΤΕΣΧΟΝ ΣΤΟΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΑΓΩΝΑ ΚΑΙ ΗΤΑΝ ΘΙΑΣΩΤΕΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΤΟΥΡΚΩΝ, Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΟΜΩΣ ΤΗΣ ΟΠΟΙΑΣ ΤΟΥΣ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΣΕ.

★ 

Ο γράφων είναι ούτε αξιωματικός ούτε στρατιώτης καν είναι... Έχει, όμως, μίαν ιδέαν την οποίαν θα του επιτρέψετε να εκφράση. Και οι υποδεκανείς αν υποτεθή ότι έκαμνον κίνημα, θα το έκαμνον και σοβαρότερον και με περισσοτέραν εχεμύθειαν. Οι κ.κ. αξιωματικοί, όμως, με όλας τας μυστικός συσκέψεις των και τας εχεμύθειας των και τα λοιπά των σοβαρά και σοβαρώτατα, κατόρθωσαν να μάθη όλος ο κόσμος τρεις ώρας πριν αρχίση των επαναστατών η εκκίνησις ότι οι επαναστάται θα συγκεντρωθούν εις το Γουδί. Δηλαδή, εάν η Κυβέρνησις ήθελε να τους κτυπήση ημπορούσε κάλλιστα εκατόν άνδρες, τοποθετούμενοι εγκαίρως εις το Γουδί, να σκορπίσουν εις ολίγα λεπτά, τας εκεί συρρεούσας επαναστατικΆς ομάδας.


Παρά το πλευράν του στρατού ετάχθησαν οι φοιτηταί της «Πανεπιστημιακής Ενώσεως». Το νεοσύστατον αυτό σωματείον, από καιρού ευρίσκεται εις μυστικός συνεννοήσεις μετά των αξιωματικών, επρόκειτο δε κατά την ημέραν του Κινήματος οι φοιτηταί να καταλάβουν το Πανεπιστήμιον. Το Κίνημα, όμως, εξερράγη αποτόμως και οι φοιτηταί έμειναν άοπλοι. Οι αξιωματικοί ειδοποίησαν τον κ. πρόεδρον του σωματείου δύο ώρας προ της εκρήξεως, αλλά η περισυναγωγή των μελών, τας μεσονυκτίους εκείνας ώρας, ήτο απολύτως αδύνατος. Την νύκτα η χωροφυλακή κατέλαβε το Πανεπιστήμιον. Εν τούτοις, όμως, την επομένην ημέραν, λίαν πρωί, όλα τα μέλη της «Πανεπιστημιακής Ενώσεως» συνηθροίσθησαν μόνα των και άνευ προσκλήσεως εις τα γραφεία του συνδέσμου και ομοφώνως όλα απεφάνθησαν ότι είναι έτοιμα να θυσιασθούν εις το πλευράν του στρατού διά την σωτηρίαν της πατρίδος. Επιτροπή τότε εστάλη παρά τω κ. Ζορμπά διά να τον ρωτήση αν θέλη, να καταλάβουν διά της βίας το Πανεπιστήμιον έστω και αν παραστή ανάγκη να συγκρουσθούν προς τους χωροφύλακας. Ο κ. Ζορμπάς αφού τους συνεχάρη διά την υπέρ της πατρίδος αυτοθυσίαν των και την προθυμίαν την μεγάλην την οποίαν έδειξαν, τους είπεν αυτολεξεί: 
— Δεν πρέπει να χυθή αίμα. Τα πράγματα φαίνονται εισερχόμενα εις ομαλήν οδόν. Ευρισκόμεθα εις συνεννοήσεις με την Κυβέρνησιν και ήδη έχομεν ανακωχήν. Κατά το παρόν πρέπει ν’ αποφύγωμεν παν το οποίον δύναται να διασαλεύση την τάξιν και να επιφέρη ανυπολογίστους ζημίας διά την πατρίδα μας. 
— Τότε τι να κάμωμεν κ. Ζορμπά; Είμεθα πρόθυμοι δι’ όλα. 
— Προβήτε εις ένα ειρηνικόν συλλαλητήριον μέσα εις τας Αθήνας. Αλλά να προσέξητε να το διεξαγάγητε με μεγάλην ησυχίαν και φρόνησιν.


Το βράδυ το θέαμα του κοιμωμένου στρατοπέδου ήτον άξιον ζωγραφιάς. Ο βασιλεύς Γεώργιος Α' (αριστερά) επηρεάσθηκε από την παλιά αντιπαράθεση του γιου του, πρίγκιπος Γεωργίου, όταν αυτός ήταν ύπατος αρμοστής Κρήτης με τον Ελευθέριο Βενιζέλο (δεξιά σε νεαρή ηλικία), και με τη στάση του απέναντι στον Κρητικό πολιτικό, όταν αυτός εκλήθη από το Στρατιωτικό Σύνδεσμο, διευκόλυνε τις εξελίξεις. Οι άνδρες εκοιμώντο εις το χώμα, χωρίς κουβέρτες, χωρίς τίποτε. Μερικοί χρησιμοποιούσαν το τουφέκι για προσκέφαλον και άλλοι το πρώτο λιθάρι που εύρισκαν εμπρός τους. Η πρωινή δροσιά τους εμούσκεψε και το πρωί ξυπνήσαν παγωμένοι.


Οι αξιωματικοί εκοιμώντο καθισμένοι άλλοι σε καρέκλες, άλλοι στις πετρίτσες που σωριασμένες σχημάτιζαν μάνδρα. Κρεββάτι πρώτης τάξεως ήσαν τα κανόνια. Όσοι επρόφθασαν και ξαπλώθηκαν επ’ αυτών τον... Κύριον είδον, που λέει και η εκκλησία. Πολλοί στρατιώται επειδή εκρύωναν, εκοιμώντο ο ένας επάνω στον άλλον. Το στήθος του ενός προσκέφαλον εις το κεφάλι του άλλου. Και μέσα από τον συμφυρμόν αυτόν των ανθρωπίνων μελών και των ενδυμάτων εξείχον τα όπλα γυαλίζοντα εις του φεγγαριού τις αργυρές ακτίνες. Πολλοί αξιωματικοί κατέλαβον τα γύρω μικρομάγαζα και πλείστοι εκοιμήθησαν εις την μπύρα του Μπαλακάκη, συμμαζευμένοι επάνω εις τις καρέκλες και γέρνοντες ο ένας επάνω εις τον άλλον.


Μεγάλη η ανησυχία των αξιωματικών περί του πώς θα εκλάβη ο λαός το Κίνημα. 
— Όλοι είναι με το μέρος σας. Τους έλεγαν μερικοί θέλοντες να τους ευχαριστήσουν. 
— Φοβούμεθα μήπως το εξέλαβαν για στρατοκρατικό. Ο,τι κάνουμε, ημείς δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο κοινός πόθος που εξέσπασε.


Ακόμη καλύτερα το είπεν αυτό ο Ζορμπάς. 
— Ο,τι κάνουμε ημείς δεν το κάνουμε ως αξιωματικοί αλλά ως Έλληνες.


Το δεύτερο σύνταγμα εθεωρείτο το πλέον πιστόν εις την Κυβέρνησιν. Κατά τας πρωινός ώρας η Α.Υ. ο Διάδοχος ετηλεφώνησεν ερωτών: 
— Έχετε πολλούς άνδρας αυτού; 
— Ω, δεν μπορείτε να φαντασθήτε απήντησεν ο διοικητής. 
— Πόσους; 
— Τον εαυτόν μου Υψηλότατε και μόνον τον εαυτόν μου.


Σπουδαία η έλλειψις των κουλουρτζίδων εις το στρατόπεδον. Όλοι οι άλλοι πλανόδιοι έτρεξαν, σταφυλάδες, σοκολατάδες, πεπονάδες και το πασατέμπο ακόμα. Μόνον τα «ζεστά και καίνε» δεν εφάνησαν πουθενά. Θα ήσαν με τους αντιδραστικούς αυτοί φαίνεται.
Ο κ. Κρίτσας απαγαγών το σύνταγμα του πρίγκηπος Ανδρέου από την Κηφισσιάν, συνεπήρε μαζί του και ... το άλογο του κ. Διοικητού.
Το Γουδί παρουσίαζεν όψιν, με τας λευκάς στολάς των αξιωματικών και των ναυτών, χιονισμένης εκτάσεως. Χιόνι κάτω από τέτοιον ήλιον μέσα σε τέτοια πυρετώδη κίνηση!».

ΤΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ

3

«ΚΡΥΩΝΩ ΗΘΙΚΩΣ...» 

Για την απόφαση του Στρατιωτικού Συνδέσμου να ψηφίσει Νομοσχέδιο με το οποίο θα απομακρυνόταν από τη διοίκηση του στρατεύματος ο διάδοχος Κωνσταντίνος και οι πρίγκιπες, αδελφοί του, ο πρίγκιπας Νικόλαος γράφει στο βιβλίο του «Τα πενήντα μου χρόνια», ότι «διά να γλυτώσωμεν τον πατέρα μας από την ταπείνωσιν να υπογράψη την αποπομπήν μας, παρητήθημεν όλοι. Διά την απόφασίν μας αυτήν υπήρξε πράγματι ευγνώμων». Και προσθέτει ο Νικόλαος ένα διάλογό του με τον Πρωθυπουργό έξω από εκκλησία, σε κάποια τελετή, αμέσως μετά την απομάκρυνση των πριγκίπων από το στράτευμα: «Ητο ιδιαιτέρως οδυνηρόν διά τους αδελφούς μου και εμέ το ότι ενεφανιζόμεθα διά πρώτην φοράν με πολιτικήν ενδυμασίαν. Είχομεν ένα συναίσθημα πραγματικής ταπεινώσεως. Προ της λειτουργίας ενώ ανεμένομεν την άφιξιν του Βασιλέως, ο Πρωθυπουργός ήλθε και μου είπε: 
— Δεν κρυώνετε χωρίς την στολήν σας; 
— Κρυώνω ηθικώς, του απήντησα». Την περίοδο εκείνη ο διάδοχος Κωνσταντίνος λόγω του δυσάρεστου κλίματος που είχε δημιουργηθεί γι’ αυτόν είχε μεταβεί στην Ευρώπη, όπου και παρέμεινε για αρκετό διάστημα. Στους Βαλκανικούς Πολέμους πάντως οι πρίγκιπες αποκαταστάθηκαν στις θέσεις τους και ο διάδοχος και μετέπειτα βασιλεύς Κωνσταντίνος ανέλαβε την αρχιστρατηγία.

ΟΙ ΛΥΓΜΟΙ ΤΟΥ ΖΟΡΜΠΑ...

Τέσσερις μήνες μετά την εκδήλωση του Κινήματος, ο βασιλιάς Γεώργιος Α', ο οποίος αρχικά είχε απογοητευθεί τόσο ώστε να σκέπτεται ακόμα και παραίτησή του, επέτυχε να ελέγξει τις εξελίξεις. Χαρακτηριστική είναι η σκηνή, που κατά τον πρίγκιπα Νικόλαο (γιο του Γεωργίου), συνέβη στα ανάκτορα των Αθηνών στις 23 Δεκεμβρίου του 1909. Ο βασιλιάς Γεώργιος Α' εκάλεσε τον αρχηγό του Κινήματος, συνταγματάρχη Νικ. Ζορμπά, στα ανάκτορα και εκεί σε ύφος επιτιμητικό του είπε: «Πού μας πας; Πού οδηγείς αυτόν τον τόπον; Αυτά όλα είναι καιρός να παύσουν και πρέπει να διαλυθήτε. Ή έχετε εμπιστοσύνην εις εμέ, ή αν δεν έχετε, τότε να το είπητε διά να λάβω τα μέτρα μου». Ο πρίγκιπας Νικόλαος, αναφέρεται στη συνέχεια, στην αντίδραση του αρχηγού του Κινήματος, σημειώνοντας ότι «ο Ζορμπάς ήρχισε να κλαίη με λυγμούς». Και προσθέτει ότι «ανεγνώρισε το άτοπον της όλης ιστορίας, παρεδέχθη ότι οι στρατιωτικοί παρέβησαν τον όρκον των και το καθήκον των, αλλ’ είπεν ότι είναι αφοσιωμένοι εις τον Βασιλέα, ότι τον αγαπούν και ότι μόνον εις αυτόν έχουν εμπιστοσύνην και ότι επιθυμούν να διαλυθή ο Σύνδεσμος. Έμεινεν (ο Ζορμπάς) μίαν ώραν και εις τας 2 μ.μ. επανήλθεν. Εζήτησε να αντικατασταθή η Κυβέρνησις με υπηρεσιακήν και ηθέλησε να δώση εις τον Βασιλέα πίνακα υποψηφίων υπουργών. Ο Βασιλεύς απήντησεν: «Αυτό το χαρτί δεν το δέχομαι. Αυτό είναι πίεσις». Ηθέλησε τότε ο Ζορμπάς να το αναγνώση, αλλά επανέλαβεν ο Βασιλεύς ότι το τοιούτον ήτο πίεσις». Στα απομνημονεύματα του Ζορμπά, όμως, δεν υπάρχει η σκηνή με τα κλάματα. Γενικώς, πάντως, ο Ζορμπάς στα απομνημονεύματά του αναφέρεται με σεβασμό στο πρόσωπο του βασιλέως και ασκεί κριτική για το πρόσωπο του διαδόχου Κωνσταντίνου και την πολιτική του στο στράτευμα. Ενώ κάνει την πρόβλεψη ότι όταν θα βασιλεύσει ο Κωνσταντίνος θα επέλθουν προβλήματα στον τόπο λόγω της επιρροής του από των περιστοιχιζόντων αυτόν προσώπων και του πείσματός του. Γράφει, χαρακτηριστικά, ο Ζορμπάς: «Ο Διάδοχος Κωνσταντίνος φαίνεται ότι αγαπά το στρατιωτικόν επάγγελμα, κυρίως όμως, αρέσκεται να φέρη την στολήν του στρατηγού, να επιθεωρή το στράτευμα, να βλέπη τούτο παρελαύ-νον ενώπιον του, να κάμνη κριτικήν των μεγάλων ασκήσεων sui generis, εκφέρων κατ’ αυτήν περιέργους φράσεις θαυμαζομένας υπό του αθηναϊκού τύπου και εν γένει να ενασκή αυθαιρέτως την εκ του βαθμού και της θέσεώς του εκπηγάζουσαν δικαιοδοσίαν εν τη διοικήσει του στρατεύματος, διότι έχει τάσεις απολυταρχικάς και προσπαθεί να μιμήται τον Κάιζερ, ον θαυμάζει και ούτινος τας αυθαιρέτους μεθόδους της διοικήσεως επιζητεί να εισαγάγη εις τον ελληνικόν στρατόν. Ο Διάδοχος παρά ταύτα επηρεάζεται πολύ, εις τε τας σκέψεις και τας πράξεις του, εκ των περιστοιχιζόντων αυτόν, ους ο ίδιος εκλέγει, ώστε αποδέχεται και υποστηρίζει πάσαν γνώμην των ως ιδικήν του. Το ελάττωμα τούτο του Διαδόχου, επιτεινόμενον διά της ανυπερβλήτου επιμονής του, εγένετο αιτία πολλών κακών εις το στράτευμα, θα γίνη δε έτι περισσότερον και εις το κράτος, όταν ούτος βασιλεύση».

Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ

Στην επιστολή των μελών του Στρατιωτικού Συνδέσμου, που επέδωσε εκ μέρους τους ο αξιωματικός Κονταράτος στον Βενιζέλο στα Χανιά, ο Κρης πολιτικός απάντησε με δική του επιστολή, το περιεχόμενο της οποίας έχει ως εξής: 
ΑΠΟ ΤΗ ΛΑΪΚΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΠΟΥ ΟΡΓΑΝΩΣΑΝ ΟΙ ΣΥΝΤΕΧΝΙΕΣ ΣΤΟ ΠΕΔΙΟΝ ΤΟΥ ΑΡΕΩΣ, ΤΗΝ 14Η ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1909. ΜΠΡΟΣΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΜΑΡΜΑΡΙΝΗ ΣΤΗΛΗ ΕΚΦΩΝΕΙ ΛΟΓΟ ΕΝΑΣ ΕΝΘΕΡΜΟΣ ΟΠΑΔΟΣ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ, Ο ΠΑΠΑΔΡΑΚΟΣ. ΗΤΑΝ Η ΕΠΟΧΗ ΠΟΥ ΣΥΝΗΘΙΖΟΤΑΝ Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΩΝ ΙΕΡΩΜΕΝΩΝ ΣΕ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ.

«Χαλέπα, 22 Δεκεμβρίου 1909. 
Προς τον αρχηγόν του Σ. Συνδέσμου και τα μέλη της διοικούσης τον Σύνδεσμον Επιτροπής. 
Αξιότιμοι Κύριοι, 
Ελαβον την επιστολήν την οποίαν μου εκάματε την τιμήν να μου πέμψητε διά του λοχαγού κ. Κονταράτου. Ως τίθεται προ εμού το ζήτημα εν τη επιστολή ταύτη, αρνητική κατ’ αρχήν απάντησις εκ μέρους μου δεν είναι επιτετραμμένη. Αλλά δεν δύναμαι εξ άλλου, ουδέ κατ’ αρχήν να δηλώσω ότι είμαι έτοιμος ν’ αναλάβω την αρχήν, εφ’ όσον εγγυτέρα μελέτη της καταστάσεως δεν με πείση ότι το συμφέρον του Έθνους μού επιβάλλει τούτο ως επιτακτικόν καθήκον. Οπως δυνηθώ να προβώ εις την αναγκαίαν τούτου προκαταρκτικήν μελέτην, αναγκάζομαι να έλθω εις Αθήνας περί το τέλος της εβδομάδος, καίτοι επιμελώς απέφυγα μέχρι σήμερον το ταξείδιον τούτο και ήλπιζον ότι θα ηδυνάμην να αποφύγω αυτό μέχρι τέλους. Μετά του κ. Κονταράτου συνεννοήθην περί της ανάγκης όπως η έλευσίς μου μείνη άγνωστος εις τους πολλούς, όσον το δυνατόν επί πλείονας ημέρας. 
Μετά πάσης τιμής. 
Ελ. Βενιζέλος».


from anemourion https://ift.tt/2YfHF7Q
via IFTTT

Δημοσίευση σχολίου

To kaliterilamia.gr σέβεται το δικαίωμα όλων των χρηστών να εκφράζουν ελεύθερα την άποψή τους ωστόσο διατηρεί το δικαίωμα, να μην δημοσιεύει συκοφαντικά και υβριστικά σχόλια. Έτσι όποια σχόλια, περιέχουν ακατάλληλα προς το κοινό χαρακτηριστικά θα αποσύρονται από τον ιστότοπο.

Νεότερη Παλαιότερη