[γράφει η Ιωάννα Μίνόγλου στο «Ο ελληνοτουρκικός Πόλεμος του 1897» 7 Ημέρες της Καθημερινής, εκδ. Η Καθημερινή, 1997] Ο επίλογος του πολέμου του 1897 ήταν η Συνθήκη Ειρήνης, που υπεγράφη στην Κωνσταντινούπολη τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους. Σύμφωνα με αυτή, η Ελλάδα όφειλε στην Τουρκία πολεμική αποζημίωση ύψους 4 εκατομμυρίων τουρκικών λιρών. Το ελληνικό κράτος αδυνατούσε όμως να καταβάλει το ποσό- ήταν ήδη υπερχρεωμένο: τέσσερα χρόνια νωρίτερα, το 1893, είχε αναγκασθεί να κηρύξει μερική στάση πληρωμών, ευρισκόμενο έτσι de facto αποκλεισμένο από τη διεθνή κεφαλαιαγορά. Τότε, με παρέμβαση των τριών Προστάτιδων Δυνάμεων (Μ. Βρετανίας, Γαλλίας και Ρωσίας), προτάθηκε κάποια λύση στο αδιέξοδο που είχε προκύψει. Η Ελλάδα θα μπορούσε να εξασφαλίσει τα απαιτούμενα, συνάπτοντας «Ηγγυημένο δάνειο».
ΑΡΙΣΤΕΡΑ: ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΔΑΝΕΙΟΥ ΥΨΟΥΣ 150 ΕΚΑΤ. ΧΡΥΣΩΝ ΓΑΛΛΙΚΩΝ ΦΡΑΓΚΩΝ, ΠΟΥ ΣΥΝΗΨΕ Η ΕΛΛΑΔΑ ΤΟ 1898, ΜΕ ΤΗΝ ΕΓΓΥΗΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΣΤΑΤΙΔΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ (Μ. ΒΡΕΤΑΝΙΑΣ, ΓΑΛΛΙΑΣ ΚΑΙ ΡΩΣΙΑΣ). ΤΑ 93,4 ΕΚΑΤ. ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΘΗΚΑΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΜΗ ΤΗΣ ΠΟΛΕΜΙΚΗΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ ΠΟΥ ΑΠΑΙΤΗΣΕ Η ΠΥΛΗ, ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ 1897, ΕΝΩ ΤΟ ΥΠΟΛΟΙΠΟ ΠΟΣΟ ΔΙΑΤΕΘΗΚΕ ΓΙΑ ΝΑ ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΘΟΥΝ ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ. ΔΕΞΙΑ: ΜΕΤΟΧΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΩΡΥΓΟΣ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ. ΦΕΡΕΙ ΧΑΡΤΟΣΗΜΟ ΤΗΣ ΔΟΕ, Η ΟΠΟΙΑ ΕΙΧΕ, ΜΕΤΑΞΥ ΑΛΛΩΝ, ΤΗΝ ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΤΗΣ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΤΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΑΠΟ ΤΑ ΤΕΛΗ ΤΩΝ ΧΑΡΤΟΣΗΜΩΝ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ.
Αυτό και έγινε. Έτσι, τον Μάρτιο του 1898, συνήφθη δάνειο ύψους 150 εκατομμυρίων χρυσών γαλλικών φράγκων, από τα οποία τα 94,3 εκατομ. αποτελούσαν την απαίτηση της Πύλης. Απέμεναν άλλα 55,7 εκατομ. Όμως η χώρα δεν θα μπορούσε να τα διαχειρισθεί ελευθέρως. Ως αντάλλαγμα των εγγυήσεων, είχε ήδη δεσμευθεί να χρησιμοποιήσει αυτό το ποσό για:
- Την πληρωμή των τοκοχρεολυσίων του 1897 για το ήδη υπάρχον εξωτερικό χρέος,
- Τη μετατροπή του κυμαινόμενου χρέους των 31 εκατομ. φράγκων και
- Την κάλυψη του ελλείμματος του κρατικού προϋπολογισμού για το 1897.
Με άλλα λόγια, το κράτος ήταν υποχρεωμένο να άρει άμεσα τη στάση πληρωμών και να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό του. Ταυτόχρονα, κλήθηκε να δεχθεί την επιβολή θεσμοθετημένης διεθνούς εποπτείας στα δημόσια οικονομικά. Ήδη, με το Νόμο περί Ελέγχου, που είχε εκδοθεί ένα μήνα νωρίτερα (Φεβρουάριος 1898), οι τρεις Προστάτιδες Δυνάμεις, από κοινού με τις άλλες τρεις μεσολαβήτριες χώρες στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο (Γερμανία, Ιταλία και Αυστρία), συνέστησαν τη Διεθνή Επιτροπή Ελέγχου (International Commission of Control). Η επιτροπή αυτή ήταν βεβαίως αυτόνομη, όμως τα έξοδα της βάραιναν εξ ολοκλήρου το ελληνικό κράτος. Παρά το ότι ο θεσμός αυτός μετονομάστηκε, το 1899, σε Διεθνή Οικονομική Επιτροπή, στην ελληνική κοινωνία παρέμεινε γνωστός ως «ο Έλεγχος». Η ΔΟΕ είχε εξαμελή διοίκηση, καθώς κάθε μεσολαβήτρια χώρα διόριζε από ένα διπλωμάτη της ως μέλος, αλλά σχεδόν εξαρχής έγινε φανερό ότι η Μ. Βρετανία ήταν εκείνη που είχε τον πρώτο λόγο στη διαμόρφωση της πολιτικής της.
Η διεθνής εμπειρία
Η Ελλάδα δεν ήταν η μόνη χώρα που είχε υποστεί, κατά τον 19ο αιώνα, την επιβολή μακροοικονομικής διαχείρισης από τους πιστωτές της. Η Αργεντινή, η Βραζιλία, αλλά ακόμα και αυτή η Οθωμανική αυτοκρατορία είχαν γνωρίσει παρόμοιες εμπειρίες. Αυτό που πρέπει να υπενθυμίσουμε εδώ είναι ότι «έλεγχος» μπορούσε να έχει επιβληθεί στην Ελλάδα και νωρίτερα -αναφερόμαστε βεβαίως στην πτώχευση του 1843- όμως οι ξένοι πιστωτές δεν είχαν θελήσει τότε να εκμεταλλευθούν την ευκαιρία. Σε εκείνη την περίπτωση, οι Προστάτιδες Δυνάμεις προτίμησαν να κρατήσουν μια στάση αναμονής. Έτσι, απέφυγαν να παρέμβουν στα οικονομικά του κράτους, αν και οι όροι του «Δανείου της Ανεξαρτησίας» τους παρείχαν σαφώς τη δυνατότητα άμεσης ανάμειξης στη διαχείριση των δημοσιονομικών.
ΦΥΓΗ ΑΜΑΧΩΝ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΤΗΣ ΛΑΡΙΣΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΥΣ, ΣΤΙΣ 13 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1897. ΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΠΡΙΝ, ΤΗΝ ΠΟΛΗ ΕΙΧΕ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΕΙ Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ. ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΑΜΑΧΩΝ ΔΙΑΚΡΙΝΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΕΣ ΑΠΟΚΟΜΜΕΝΟΙ ΑΠΟ ΤΑ ΤΜΗΜΑΤΑ ΤΟΥΣ. ΘΥΜΑΤΑ ΟΛΟΙ ΤΟΥ ΑΤΥΧΟΥΣ ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ, ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ ΥΠΗΡΞΕ ΚΑΙ Η ΥΠΟΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ. (ΓΕΝΝΑΔΕΙΟΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ).
Αρκέσθηκαν, το 1857, σε μια διερευνητική εξέταση των αιτίων της οικονομικής αφερεγγυότητας του ελληνικού κράτους- το πόρισμα στο οποίο κατέληξε η εντεταλμένη για τούτο επιτροπή επισημαίνει, μεταξύ άλλων, την ανάγκη φορολογικής μεταρρύθμισης και μείωσης του μεγέθους του προϋπολογισμού -ειδικότερα του σκέλους του που αφορούσε στις στρατιωτικές δαπάνες- χωρίς όμως να τις επιβάλλει. Η μη αξιοποίηση, κατά οιονδήποτε τρόπο, αυτών των παραινετικών επισημάνσεων οδηγεί, έως το 1898, στην παγίωση μιας συγκεκριμένης αντίληψης για την Ελλάδα, την οποία καλλιεργούν κυρίως οι γραφειοκράτες της Μ. Βρετανίας, αλλά υιοθετούν και οι λοιπές Μεγάλες Δυνάμεις. Σύμφωνα με αυτή, το ελληνικό κράτος είναι κακοοργανωμένο, υπερτροφικό και παρεμβατικό, αποτελεί, επομένως, τον βασικό ανασταλτικό παράγοντα για την οικονομική πρόοδο και ανάπτυξη της χώρας.
Η παρέμβαση της ΔΟΕ
Πρωταρχικός λόγος ύπαρξης της ΔΟΕ ήταν η εξασφάλιση του μεγαλύτερου δυνατού κέρδους για τους ομολογιούχους που εκπροσωπούσε. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, ανέλαβε την εποπτεία της συγκέντρωσης και της χρήσης των εσόδων από τα μονοπώλια, το φόρο κατανάλωσης στον καπνό, τα τέλη χαρτοσήμου και τους δασμούς του τελωνείου του Πειραιά. Αυτές οι πρόσοδοι, που αναλογούσαν, το 1898, στο 35% των τακτικών εσόδων του κράτους, είχαν δοθεί ως εγγύηση για τη σύναψη του «Ηγγυημένου δανείου», των ξένων κρατικών δανείων μετά το 1881 (των ονομαζόμενων «παλαιών χρυσών»), καθώς και του Δανείου της Ανεξαρτησίας. Η παρέμβαση της ΔΟΕ στα δημοσιονομικά θέματα συμπληρωνόταν από τη σχεδόν απόλυτη κυριαρχία της στη νομισματική πολιτική, η οποία και διατηρήθηκε έως τον Α' Παγκόσμιο πόλεμο. Οταν ιδρύθηκε η ΔΟΕ, το 1898, η εξωτερική αξία της δραχμής είχα πέσει σημαντικά. Ενώ το 1882 η δραχμή είχε ισοτιμία (1:1) με το γαλλικό φράγκο, με την πάροδο των ετών υπέστη σοβαρή υποτίμηση, κυρίως λόγω της αύξησης κυκλοφορίας του χαρτονομίσματος για την κάλυψη του ελλείμματος του κρατικού προϋπολογισμού. Η αποκατάσταση αυτής της ισοτιμίας ενδιέφερε άμεσα τη ΔΟΕ, καθώς η ανατίμηση της δραχμής θα εξασφάλιζε στους ομολογιούχους ένα επιπλέον κέρδος. Ο Νόμος του Ελέγχου του 1898, την εφαρμογή του οποίου επέβλεπε η ΔΟΕ, διέγραφε με σαφήνεια την περιοριστική νομισματική πολιτική που ήταν πλέον υποχρεωμένο να ακολουθήσει το κράτος. Στο πλαίσιο της «αρχής του μικρού κράτους», κατοχυρώθηκε ένας βαθμός αυτοτέλειας της Εθνικής Τραπέζης, που ήταν ιδιωτικός οργανισμός με δημόσιες αρμοδιότητες, όπως το προνόμιο έκδοσης χαρτονομίσματος. Συγκεκριμένα, αφαιρέθηκε από το κράτος η δυνατότητα χρησιμοποίησης της ΕΤΕ ως εκτυπωτικού μηχανισμού χρήματος για την κάλυψη του ελλείμματος. Επιπλέον, έπρεπε ετησίως να αποσύρονται από την κυκλοφορία τουλάχιστον 2 εκατομ. δραχμές, μέχρι να μειωθεί η αναγκαστική κυκλοφορία, από τα 74 εκατομ. δραχμές, στα 40 εκατομμύρια. Τέλος, στο ήμισυ έπρεπε να μειωθεί και η συνολική αξία των κυκλοφορούντων εντόκων γραμματίων. Έτσι, με την περιοριστική αυτή πολιτική που ακολουθήθηκε, το 1909 η δραχμή πέτυχε, επιτέλους, την πολυπόθητη ισοτιμία με το γαλλικό φράγκο. Ένα χρόνο αργότερα, το 1910, πέρασε -με τη «συγκατάθεση» της ΔΟΕ- και ο Νόμος Βαλαωρίτη, με τον οποίο, εμμέσως βέβαια και ανεπισήμως, συνδεόταν η δραχμή με τον κανόνα χρυσού. Η ΔΟΕ καταργήθηκε στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου πολέμου, κατόπιν πρωτοβουλίας της ελληνικής κυβέρνησης. Ο ρόλος της ως διαχειριστού του εξωτερικού χρέους είχε ήδη υποστεί διαβρώσεις, κυρίως με την πτώχευση του 1932, ενώ σχεδόν μια δεκαετία νωρίτερα είχε ατονήσει και η ισχύς της στα νομισματικά. Επιχειρώντας έναν πρώτο απολογισμό της ΔΟΕ, πρέπει να σταθούμε σε δύο κυρίως σημεία:
⎯ Παρά τον περιορισμό της κυριαρχίας του κράτους, η ΔΟΕ προσέφερε εμμέσως στη χώρα μια υπηρεσία: η παρουσία της δημιούργησε στο εξωτερικό ένα κλίμα εμπιστοσύνης προς την Ελλάδα, για την τακτοποίηση των δημοσιονομικών της υποθέσεων. Παράλληλα, ενισχύθηκε η δανειοληπτική ικανότητα του κράτους στη διεθνή κεφαλαιαγορά, καθώς η ΔΟΕ δέχθηκε να διαδραματίζει ρόλο εγγυητή στα εξωτερικά δάνεια που συνήφθησαν μετά το 1898 και έως τον Α' Παγκόσμιο πόλεμο.
Επίσης, η συσταλτική οικονομική πολιτική -παρά τις επικρίσεις που δέχθηκε- είχε ορισμένες θετικές συνέπειες. Η ανατίμηση της δραχμής, για παράδειγμα, καρπός αυτής ακριβώς της πολιτικής, ενίσχυσε την προσέλκυση στη χώρα ξένων κεφαλαίων και μεταναστευτικών εμβασμάτων.
⎯ Μπορεί κανείς να θεωρήσει την περίπτωση της ΔΟΕ ως το πρώτο πείραμα μεταφύτευσης στον ελληνικό χώρο της «αρχής του μικρού κράτους» (μικρός και ισοσκελισμένος προϋπολογισμός, σχετική αυτονομία της ΕΤΕ), αλλά και εναρμόνισης της Ελλάδας προς την επικρατούσα διεθνή νομισματική τάξη, πράγμα που συνέπιπτε με τις επιθυμίες των πιστωτριών χωρών.
Βέβαια, με το χρόνο, αλλάζει το περιεχόμενο της εξωτερικής οικονομικής παρέμβασης. Στη δεκαετία του 1920, η Ελλάδα θα γνωρίσει μια διαφορετική μορφή της: η Κοινωνία των Εθνών, στο πλαίσιο εφαρμογής κάποιων προγραμμάτων ανασυγκρότησης σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, εφαρμόζει και ένα πρόγραμμα για τη σταθεροποίηση της δραχμής και την πρόσδεση της, επισήμως, στον κανόνα του συναλλάγματος χρυσού. Αργότερα, την περίοδο 1947-52 και εξής, με το σχέδιο Μάρσαλ, θα επιζητηθεί η δημιουργία μιας οικονομίας ανοιχτής αγοράς, με άρση όλων των εμπορικών περιορισμών.
from anemourion https://ift.tt/2vezj4v
via IFTTT