Κτίτωρ της ιστορικής Μονής, που τιμάται στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος, είναι ο άγιος Βησσαρίων, φωτεινή προσωπικότης και πολύεδρη φυσιογνωμία της Εκκλησίας και του Γένους των Ελλήνων, κατά το α' ήμισυ του 16ου αιώνος. Γεννήθηκε στο συνοικισμό Πόρτα-Παναγιά της Πύλης Τρικάλων το 1489. Το 1517 χειροτονήθηκε επίσκοπος Ελασσώνος, το 1521 ανέλαβε την επισκοπή Σταγών και το 1527 εξελέγη μητροπολίτης Λαρίσης. Με την ιδιότητά του αυτή πρωτοστάτησε σε έργα κοινωνικής ευποιίας και εθνικού στηριγμού. Ανήγειρε γέφυρες (Πύλης, Σαρακίνας, Κοράκου), κατασκεύασε δρόμους, οργάνωσε κοινότητες, ελευθέρωσε αιχμαλώτους και απέσπασε το θαυμασμό και την αναγνώριση χριστιανών και κατακτητών. Επιστέγασμα των έργων του υπήρξε η ανίδρυση και ανέγερση της ιστορικής Μονής του Σωτήρος Χριστού ή Δουσίκου (1527), στις κατάφυτες ανατολικές πλαγιές του όρους Κόζιακας, πάνω από την κωμόπολη Πύλη, σε υψόμετρο 700 μ. και απέραντη θέα προς το θεσσαλικό κάμπο. Όταν εκοιμήθη εν Κυρίω το 1540 αναγνωρίζονταν ήδη από τους χριστιανούς ως άγιος και θαυματουργός. Η εντολή του, διατυπωμένη στη διαθήκη του, ισχύει μέχρι σήμερα για το άβατο των γυναικών στη Μονή. Συνιδρυτής της νέας μονής υπήρξε και ο αδελφός του Βησσαρίωνος Ιγνάτιος, επίσκοπος Καππούας και Φαναριού, ο δε ανεψιός τους Νεόφυτος, μητροπολίτης Λαρίσης, έκανε σημαντικές προσθήκες κατά τα έτη 1550-1568. Στο σημείο ανοικοδομήσεως υπήρχαν ερείπια βυζαντινού μοναστηριού του 13ου αιώνος. Οι διαστάσεις του κτιριακού συγκροτήματος, με τους προεξέχοντες εξώστες και τις πολεμίστρες έχουν φρουριακό χαρακτήρα. Η είσοδος, ως το 1962, για λόγους ασφαλείας γινόταν με ανεμόσκαλα και δίχτυ («βριζόνι»). Από το 1962 γίνεται μέσω της πύλης που ανοίχθηκε στη δυτική άκρη της νότιας πλευράς της Μονής. Αν και σημαντικό τμήμα των κτισμάτων έχει καταρρεύσει, η Δουσίκου δεν παύει να αποτελεί μνημειακό σύνολο εξαιρετικού ενδιαφέροντος. Η αρχιτεκτονική της με τη μεγάλη χρήση ξύλου, οι εξώστες, το καθολικό, τα παρεκκλήσια, η τράπεζα, το αρτοποιείο, η σε ορόφους διάταξη των κελλιών εκφράζουν γνήσια τις μορφές της ορθόδοξης μεταβυζαντινής τέχνης.

Το καθολικό υψώνεται επιβλητικό στο κέντρο της εσωτερικής αυλής. Κτίσθηκε από τον ανεψιό του αγίου Βησσαρίωνος, τον Λαρίσης Νεόφυτο. Βυζαντινού ρυθμού με χορούς, κατά τον αγιορείτικο τύπο, λιτή και τρεις τρούλλους, τοιχογραφήθηκαν από τον Κωνσταντινουπολίτη αγιογράφο Τζώρτζη (1557). Ναός ευρύχωρος, υψηλός, με επιμελημένη από πωρόλιθο τοιχοδομία, τυφλά τόξα και κεραμοπλαστικό διάκοσμο, επιτυγχάνει με τη μορφολογία του την εξαΰλωση του χώρου και την ψυχική ανάβαση των πιστών. Το εικονογραφικό πρόγραμμα του καθολικού είναι πιστό στον ιδεαλισμό της βυζαντινής ζωγραφικής και ιεραρχείται με βάση το δόγμα και την ορθόδοξη λατρεία. Διατηρείται σε άριστη κατάσταση και εξαιτίας των μεγάλων επιφανειών που καλύπτει παρουσιάζει πλούσια και πολυπρόσωπη θεματογραφία. Το τέμπλο είναι ξυλόγλυπτο, έργο καλλιτεχνών από τους Λινοτόπους. Κατασκευάσθηκε το 1767 και κοσμείται από πρόσωπα αγγέλων και παραστάσεις από το φυτικό και ζωικό βασίλειο. Εκτείνεται σε μεγάλο ύψος και επιχρυσώθηκε το 1813. Της ίδιας τέχνης είναι ο δεσποτικός θρόνος και τα δύο προσκυνητάρια, ενώ οι φορητές εικόνες ανάγονται σε διάφορες χρονικές περιόδους. Στη μακρά περίοδο της τουρκικής δουλείας η μονή Δουσίκου απετέλεσε όχι μόνο εργαστήριο αγγελικής πολιτείας αλλά και σπουδαίο κέντρο κοινωνικού και πολιτιστικού βίου στη δυτική Θεσσαλία και την Ήπειρο, καθώς και κοιτίδα των εθνικών παραδόσεων του Γένους των Ελλήνων. Είχε οργανώσει εργαστήριο αντιγραφής κωδίκων και βιβλιοδεσίας, πλαισιωμένο από πλειάδα αρίστων κωδικογράφων και παρήγαγε πλήθος χειρογράφων που εμπλουτίζουν και κοσμούν σήμερα πολλές Βιβλιοθήκες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Εξαιτίας της εθνικής δράσεώς της απέβη επανειλημμένως ο στόχος των καταχτητών: το 1771 λεηλατήθηκε από 5.000 Τουρκαλβανούς, το 1820 επίσης. Το 1823 σώθηκε, ως εκ θαύματος, από την πρωτοφανή αγριότητα του Τουρκαλβανού «μουσελίμη» των Τρικάλων Σούλτζια Κόρτζα, αρκετοί μοναχοί όμως θανατώθηκαν και εσυλήθη το ταμείο της. Παρά τα δεινά, το 1858 επί ηγουμενίας του αρχιμανδρίτου Κυπριανού, ανέλαβε υπό την προστασία και τη διοίκησή της την ελληνική Σχολή Τρικάλων και ίδρυσε ιατρείο για τους απόρους ασθενείς της περιοχής. Το 1943 βομβαρδίστηκε με πυροβολικό από τους Ιταλούς και λίγο αργότερα και από τους Γερμανούς, χωρίς να υποστεί σημαντική καταστροφή. Από την πλουσιώτατη βιβλιοθήκη της Μονής 532 χειρόγραφα, πολλά των οποίων περγαμηνά, μεταφέρθηκαν προς φύλαξη στην Εθνική Βιβλιοθήκη (Αθήνα). Σήμερα εναπόκεινται αρκετά έντυπα βιβλία, παλαίτυπα και νεότερα και λίγα χειρόγραφα. Μεταξύ των λειψάνων που φυλάσσονται στη Μονή περιλαμβάνονται: η κάρα και η σιαγών του αγίου κτίτορος Βησσαρίωνος, η κάρα του νεομάρτυρος Ιωάννου του εξ Αγράφων, και λείψανα των Αγίων: Κηρύκου, Παρασκευής, Γεωργίου, Παντελεήμονος, Παρθενίου επισκόπου Ραδοβιστίου, Κοσμά του Αιτωλού, Μιχαήλ Συνόδων, Μοδέστου κ.ά.
ΛΕΚΚΟΣ, ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ Π.
ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ
ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ
from ανεμουριον https://ift.tt/2WDFVm8
via IFTTT