«Τι εν τέλει «κείται εγγύς» για την Κυβέρνηση της Ν.Δ.;»
Με άρθρο μου στις 18 Μαΐου 2020 αναφέρθηκα στην αδράνεια και στην παθητικότητα της Ελληνικής Κυβέρνησης ενώπιον της διαρκώς κλιμακούμενης τουρκικής επιθετικότητας εκφράζοντας την ελπίδα «αυτή τη φορά η Ελλάδα να δηλώσει βροντερό παρόν στην Ανατολική Μεσόγειο και να μην επαναληφθούν παρελθούσες στρατηγικές του τύπου «η Κύπρος κείται μακράν», γιατί προς το παρόν η κυβέρνηση συνεχίζει να παρακολουθεί «παγωμένη» τις εξελίξεις». Αναλύοντας τον πολλαπλασιασμό των τουρκικών προκλήσεων, εξαιτίας του αντίστοιχου πολλαπλασιασμού των λαθών από πλευράς της Ελληνικής Κυβέρνησης και αν αποδεχθούμε ότι «η ελπίδα πεθαίνει τελευταία», τότε επί κυβερνήσεως Ν.Δ. μάλλον πρέπει να έχει επέλθει το «τέλος» της ελληνικής στρατηγικής παρουσίας στην Ανατολική Μεσόγειο και στην Κύπρο.
Ο τουρκικός αναθεωρητισμός εκτυλίσσεται κατά τους τελευταίους μήνες στον Έβρο με την εργαλειακή μεταχείριση του ανθρώπινου πόνου των μεταναστών, στο Καστελόριζο με τη διεξαγωγή ερευνών για υδρογονάνθρακες από το τουρκικό ερευνητικό σκάφος Oruc Reis και στην Κύπρο με την πραγματοποίηση του Αττίλα ΙΙΙ (γεωτρήσεις επί της Κυπριακής υφαλοκρηπίδας και έρευνες από τα ωκεανογραφικά Barbaros και Yavuz) και του Αττίλα IV (ουσιαστική προσάρτηση των Βαρωσίων κατά παράβαση των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ). Στον αντίποδα, παρατηρούμε μια Ελληνική Κυβέρνηση, η οποία επιμένει να θωπεύει την Τουρκία με ευχολόγια, εκκλήσεις και δηλώσεις όπως αυτή του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη ότι «είναι ικανοποιημένος για την έναρξη των διερευνητικών επαφών» ανήμερα της κατάφωρης παραβίασης του διεθνούς δικαίου από την Άγκυρα και του «ανοίγματος» των Βαρωσίων.
Τραγική ειρωνεία… Ήταν η ίδια μέρα, κατά την οποία ο κ. Μητσοτάκης δήλωνε επίσης, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής στις Βρυξέλλες, ότι «η απειλή των κυρώσεων είναι αυτή η οποία μπορεί να οδηγήσει σε αλλαγή συμπεριφοράς της Τουρκίας» και όχι η επιβολή των κυρώσεων, ενώ μόλις 10 ημέρες μετά, η Τουρκία εξέδωσε νέα παράνομη NAVTEX ανοιχτά του Καστελορίζου και επανεκκινεί τις έρευνες του Oruc Reis στην ελληνική υφαλοκρηπίδα. Μάλιστα, αυτή τη φορά οι δεσμευμένες περιοχές φθάνουν έως τα 6,5 ν.μ. ανοιχτά της Μεγίστης, με ευθεία καταπάτηση του ελληνικού δικαιώματος επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ..
Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – Προοδευτική Συμμαχία αποσαφήνισε εξ αρχής ότι η Κύπρος «δεν κείται μακράν», ούτε φυσικά και το Καστελόριζο. Πρόκειται για πεδία υψηλότατου γεωστρατηγικού ενδιαφέροντος, τα οποία βρίσκονται εντός της ελληνικής (ελλαδικής και κυπριακής) στρατηγικής εποπτείας με βάση τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου. Η απεμπόληση αυτών των δικαιωμάτων μας συνιστά ασυγχώρητο λάθος, που ούτε καν θα μας απαλλάξει από τον τουρκικό ηγεμονισμό αλλά αντιθέτως θα τον οξύνει και θα τον εκτραχύνει σε νέα πεδία διεκδικήσεων.
Ως αξιωματική αντιπολίτευση, έχουμε επισημάνει πολλές φορές ότι η επιβολή κυρώσεων και η αποστολή αυστηρών μηνυμάτων προς την Τουρκία σε όλα τα επίπεδα αποτελεί τη μοναδική διέξοδο από τη δίνη των κρίσεων. Ωστόσο, προκειμένου να επιτευχθεί αυτό, απαιτείται ομοθυμία και συνεννόηση στο εσωτερικό μέσω της σύγκλησης του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών και της τακτικής ενημέρωσης της αντιπολίτευσης, αλλά και συντονισμένη δραστηριοποίηση στο εξωτερικό με στόχο την κινητοποίηση των κρίσιμων διεθνών δρώντων.
Η Κυβέρνηση της Ν.Δ. φαίνεται ότι λησμονεί πως η Ελλάδα είναι δυστυχώς η επισπεύδουσα. Όσες δηλώσεις συμπαράστασης ή «ανησυχίας» και αν γίνουν από πλευράς του Εμμανουέλ Μακρόν ή του Ζοσέπ Μπορέλ, η Ελλάδα οφείλει πρώτη να επισημάνει τους κινδύνους της τουρκικής συμπεριφοράς και να αναδείξει την πιθανότητα πλήρους αποσταθεροποίησης στην Ανατολική Μεσόγειο και στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Η Ελλάδα πρέπει να ζητήσει την επιβολή των αυστηρότερων δυνατών κυρώσεων πάση θυσία και ακόμη και με την απειλή άσκησης βέτο σε άλλα κρίσιμα μέτωπα της ΕΕ. Η Κύπρος «δεν κείται μακράν» και αυτό πρέπει να το αντιληφθεί άμεσα η Κυβέρνηση πριν αρχίσουμε να αναρωτιόμαστε τι εν τέλει «κείται εγγύς».