Γράφει η ΖΑΧΑΡΕΝΙΑ ΣΗΜΑΝΔΗΡΑΚΗ | Στο Δουκικό παλάτι της Βενετίας στον τοίχο της αίθουσας της Συγκλήτου, απεικονίζεται ο δόγης Pasquale Cicogna, ζωγραφισμένος από τον Jacopo Palma il Giovane. Εκτός από τον Αγιο Μάρκο και τις προσωποποιημένες μορφές της Δικαιοσύνης και της Πίστης που εικονογραφούνται αγκαλιασμένες με την Ειρήνη, τον ανώτατο άρχοντα συντροφεύει η Κρήτη που παριστάνεται ως γυναίκα να κρατά σταφύλια και να έχει δίπλα της τον Λαβύρινθο.
ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΡΕΚΤΟΡΑ ΧΑΝΙΩΝ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΟΥ 1642
Η παρουσία της μεγαλονήσου σ’ αυτήν την παράσταση δεν δηλώνει μόνο τη σχέση της πόλης των τεναγών με τη σπουδαιότερη κτήση της στη Μεσόγειο, αλλά συμβολίζει συγχρόνως τους δεσμούς του ίδιου του δόγη με την Κρήτη και ιδιαίτερα με την πόλη των Χανίων. Γιατί, πριν ανέλθει στο δουκικό αξίωμα, ο Cicogna είχε διατελέσει δούκας της Κρήτης (1568-1571) και διοικητής Χανίων. Είχε μάλιστα από τη θέση αυτή προσφέρει τόσες υπηρεσίες, ώστε οι Χανιώτες είχαν αποφασίσει να ανεγείρουν στην πόλη τους τον ανδριάντα του. «Και μαθένοντας εις την Βενετίαν οι φρονιμώτατοι αφέντες», γράφει ο Κρητικός ζωγράφος Γεώργιος Κλότζας, «ταις μεγάλαις του αρεταίς... τον εψηφήσασι πρίντζηπε». Από «τζενεράλες», λοιπόν, των Χανίων, ο Cicogna κατόρθωσε να γίνει ο Γαληνότατος Πρίγκιπας της Βενετίας.
Ο αποικισμός της πόλης
Η περίοδος της βενετοκρατίας στα Χανιά, της πόλης που το όνομά της προέρχεται πιθανότατα από το προελληνικό τοπωνύμιο «Αλχανία κώμη», αρχίζει θεωρητικά το 1252, σαράντα περίπου χρόνια μετά την πρώτη αποστολή Βενετών αποίκων στο νησί. Απασχολημένοι με τα εσωτερικά προβλήματα της αποικίας τους κι αναγκασμένοι ν’ αντιμετωπίσουν την αντίδραση του πληθυσμού, οι Βενετοί επιδίωξαν την επέκτασή τους στη Δυτική Κρήτη με μεγάλη καθυστέρηση, αφού προηγουμένως είχαν δεχθεί να συμβιβαστούν με τους Κρητικούς επαναστάτες, αναγνωρίζοντας την κυριότητα της κτηματικής τους περιουσίας.
Σύμφωνα με το έγγραφο του αποικισμού του 1252, η περιοχή από τη ρίζα Φλακής ως τη θάλασσα στο νότιο μέρος και από ’κει ως το ακρωτήριο Σπάθα μαζί με τα νησιά των Γαύδων θα χωριζόταν σε 90 φέουδα, από τα οποία τα 75 θα μοιράζονταν στους Βενετούς αποίκους, ενώ τα υπόλοιπα 15 θα παρέμεναν στην ιδιοκτησία του δημοσίου. Οι Βενετοί άποικοι θα ανοικοδομούσαν την πόλη των Χανίων και θα μοιράζονταν τον χώρο μεταξύ τους, με εξαίρεση αυτόν που προοριζόταν για την ανέγερση των δημοσίων κτιρίων, της εκκλησίας και των οχυρώσεων.
Τέλος, η περιοχή γύρω από την πόλη θα χωριζόταν σε δύο μέρη, από τα οποία το ένα θα περιερχόταν στο δημόσιο και το άλλο στους φεουδάρχες. Η κατάκτηση των εδαφών αυτών υπολογιζόταν να ολοκληρωθεί σε διάστημα δύο ετών. Όπως όμως αποδεικνύεται από τα έγγραφα διανομής των φέουδων, η δυτική Κρήτη περιήλθε τελικά στους Βενετούς μετά από τριετία και αφού είχαν γίνει από την πλευρά των κατακτητών υποχωρήσεις.
Οικονομικό Κέντρο
Στο έγγραφο του αποικισμού του 1252 τα Χανιά, τα οποία οι Βενετοί άποικοι καλούνται να ανοικοδομήσουν, μαρτυρούνται ως «πόλη» (civitas). Στις αρχές του 14ου αιώνα ο πληθυσμός τους αναφέρεται ολιγάριθμος και η πόλη, διοικητική έδρα των βενετικών αρχών και πρωτεύουσα του ομώνυμου διαμερίσματος, μνημονεύεται «σχεδόν άδεια». Η οριστική διαμόρφωση των Χανίων ως αστικού κέντρου χρονολογείται τον 16ο αιώνα, όταν τα οχυρωματικά και άλλα δημόσια έργα από τη μια μεριά και η εμπορική ανάπτυξη του λιμανιού από την άλλη συντελούν στη μεταλλαγή της πόλης σε οικονομικό κέντρο με πληθυσμό προσανατολισμένο όχι πια προς την αγροτική οικονομία, αλλά προς τις εμπορικές, ναυτικές και λοιπές επαγγελματικές δραστηριότητες που πρόσφεραν οι νέες εξελικτικές συνθήκες. Το 1583 ο πληθυσμός της Κρήτης αριθμούσε 218.600 κατοίκους.
Το διαμέρισμα των Χανίων, στο οποίο ανήκαν οι καστελλανίες Αποκορώνου, Κισσάμου, Σέλινου, Φραγκοκάστελου, καθώς και τα Σφακιά που αποτελούσαν ιδιαίτερη διοικητική μονάδα, μνημονεύεται με 263 χωριά και 43.560 κατοίκους. Στην ίδια την πόλη κατοικούσαν 8.200 ψυχές.
Για τα επόμενα χρόνια οι πηγές μας δίνουν τα ακόλουθα στοιχεία: Το 1589 ο πληθυσμός του διαμερίσματος και της πόλης των Χανίων ανέρχεται αντίστοιχα σε 36.000 και 6.000 άτομα. Το 1608 το διαμέρισμα αναφέρεται με 37.000 κατοίκους, ενώ η πόλη πάλι με 6.000 άτομα. Το 1636 η πόλη έχει 6.787 κατοίκους και ολόκληρο το διαμέρισμα 50.692 ψυχές.
Λίγα χρόνια νωρίτερα, το 1630, ο στρατιωτικός αρχιτέκτονας Francesco Basilicata μας δίνει στην έκθεσή του προς τον υπεύθυνο για την άμυνα της Κρήτης Γενικό Καπιτάνο, Pietro Giustinian, την ακόλουθη περιγραφή των Χανίων: «Τα Χανιά που άλλοτε ονομάζονταν Κυδωνιά είναι μεγαλόπρεπη και αρχαιότατη πόλη του Βασιλείου. Την περιβάλλουν πέντε προμαχώνες και πιαταφόρμες που ονομάζονται: προμαχώνας Μαλιπιέρο, προμαχώνας Αγίας Λουκίας, πιαταφόρμα προμαχώνας Σκιάβο, προμαχώνας Βιττούρη... Μέσα στην κυρίως πόλη υπάρχει ένα καστέλλο παλιό που περιβάλλεται από τείχη και έχει καλά σπίτια. Στην πλατεία υπάρχει ωραιότατη κρήνη που το νερό της έρχεται με υδραγωγείο από απόσταση τριών περίπου μιλιών... Το λιμάνι της χωρεί 40 γαλέρες, γιατί το μισό είναι επιχωματωμένο κι έχει ανάγκη να ενισχυθεί...».
Στη δεξιά πλευρά του λιμανιού, σύμφωνα με έμμετρη περιγραφή της γκιόστρας που διοργανώθηκε στα Χανιά κατά την περίοδο του καρναβαλιού του 1594, υπήρχε ευρύχωρο γήπεδο κατάλληλο για την τέλεση αγώνων.
CANEA - PEETERS JACOB - 1690
Εστία ταραχών
Στα χωριά του διαμερίσματος των Χανίων, γράφει Βενετός αξιωματούχος στην έκθεσή του προς τη Σύγκλητο το 1563, ζούσαν οι πιο γενναίοι κάτοικοι του νησιού. «Δεν θα πρέπει να τους εμπιστεύεται κανείς», σημειώνει το 1549 στη δική του έκθεση ο ρέκτορας Χανίων, «ακόμη κι όταν παρουσιάζονται πιστότατοι». Από τα πρώτα ήδη χρόνια της βενετικής κυριαρχίας στην Κρήτη το διαμέρισμα, ιδιαίτερα η ορεινή περιοχή των Σφακιών, συγκροτούσε εστία ταραχών και «σκανδάλων», σύμφωνα με την ορολογία των πηγών. Οι Σφακιανοί είχαν λάβει μέρος στα περισσότερα από τα επαναστατικά κινήματα που είχαν ξεσπάσει εναντίον της Βενετίας στη διάρκεια των πρώτων αιώνων της ξένης κατοχής και δεν σταμάτησαν ούτε κατά τους αιώνες που ακολούθησαν να εκδηλώνουν τις επαναστατικές τους διαθέσεις. Ενδεικτικά αναφέρονται οι αγροτικές ταραχές των ετών 1509-1515 με επικεφαλής τις γνωστές οικογένειες του τόπου, των Κόντηδων, των Λιγνών, των Πατέρων και των Ψαρομηλίγγων, καθώς επίσης και η μεγάλη εξέγερση των χωρικών της Δυτικής Κρήτης των ετών 1526-1528, γνωστή ως επανάσταση του Γεωργίου Γαδανολέου-Λυσσογιώργη. Με βάση τις ιστορικές μαρτυρίες του κινήματος αυτού, που συνδέεται με την παρακμή του φεουδαρχικού συστήματος στην Κρήτη, ο Σπυρίδων Ζαμπέλιος δημοσίευσε το 1871 το ιστορικό μυθιστόρημα «Κρητικοί Γάμοι». Ερμηνεύοντας τα ιστορικά γεγονότα με το πνεύμα της εποχής του, ο Ζαμπέλιος παρουσιάζει τον ήρωα του έργου «Καντανολέο» ως τον οργανωτή της απελευθέρωσης ολόκληρου του υπόδουλου ελληνικού χώρου.
Δυσπιστία απέναντι στους Βενετούς
Σε αντίθεση με το συμβολαιογραφικό αρχείο του Χάνδακα που έχει σωθεί και φωτίζει ποικιλοτρόπως τις κοινωνικές και οικονομικές δομές της περιοχής, το αντίστοιχο των Χανίων έχει χαθεί, με αποτέλεσμα οι γνώσεις μας να στηρίζονται συνήθως στα στοιχεία των επίσημων βενετικών πηγών.
Αν για την πρώτη χρονική περίοδο της βενετοκρατίας οι πληροφορίες που αντλούμε από τα έγγραφα αναφέρονται κυρίως σε ζητήματα οργάνωσης του χώρου, για τον 16ο και 17ο αιώνα το διαθέσιμο τεκμηριωτικό υλικό επιτρέπει την ανίχνευση μιας πιο σύνθετης κοινωνικής πραγματικότητας.
Στα μέσα του 16ου αιώνα τα Χανιά εμφανίζονται ως σημαντικό εμπορικό κέντρο, απ’ όπου εξάγεται κρασί, λάδι και χυμός λεμονιών και νερατζιών προς τη Βενετία, Κωνσταντινούπολη, Φλάνδρα, Αλεξάνδρεια, Μάλτα, Σικελία. Την εποχή μάλιστα κατά την οποία σημειώθηκε η μεγάλη σιτοδεία στην Ανατολική Μεσόγειο, λαθρέμποροι στα Χανιά διακινούσαν ποσότητες σιταριού που έφταναν στο λιμάνι από τη Δύση και την Τουρκία. Η εικόνα της οικονομικής ευεξίας μεταβάλλεται στις τελευταίες δεκαετίες του αιώνα και στις αρχές του επόμενου, όταν ο τουρκικός κλοιός γύρω από τις βενετικές κτήσεις γίνεται ολοένα και πιο ασφυκτικός.
ΤΟ ΑΓΑΛΜΑ ΤΟΥ ΔΟΥΚΑ PASQUALE CICOGNA ΣΤΑ ΧΑΝΙΑ. (ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΖΩΓΡΑΦΟ ΓΕΩΡΓΙΟ ΚΛΟΝΤΖΑ).
Στα γνωρίσματα της πόλης εγγράφεται τώρα η περιορισμένη προσφορά εργασίας που παρατηρείται ιδιαίτερα στον σημαντικό για τις ανάγκες της Βενετίας τομέα της ναυπήγησης, αλλά και τα αισθήματα ανασφάλειας και δυσπιστίας των κατοίκων απέναντι στους Βενετούς. Αρκεί ν’ αναφερθεί ότι το 1573, λίγα δηλαδή χρόνια μετά την τουρκική κατάκτηση της Κύπρου, ο ιερέας του ναού του Σωτήρα παρακινούσε τους Χανιώτες να εγκαταλείψουν τους Βενετούς και να ταχθούν με το μέρος των Τούρκων. Κι ακόμη ότι το 1619 η Βενετία αναγκάστηκε να στείλει ξυλεία και άλλα υλικά στο ναυπηγείο των Χανίων, με σκοπό μεταξύ άλλων να απασχοληθούν και να συντηρηθούν οι μάστορες που ήταν άνεργοι.
Η καταπιεστική από την άλλη μεριά πολιτική που ακολούθησε η Βενετία στην ύπαιθρο και η αδυναμία της να επιλύσει τα ζωτικά προβλήματα των αγροτών με τη θέσπιση των ριζικών μέτρων που απαιτούσαν οι κρίσιμοι εκείνοι καιροί είχε ως αποτέλεσμα οι χωρικοί είτε να αδιαφορούν μπροστά στο ενδεχόμενο αλλαγής κυριαρχίας είτε να αντιμετωπίζουν ευνοϊκά τις εχθρικές εισβολές στο νησί.
Πολιτιστικές επιρροές
Η διμερής μόρφωση των Κρητικών τους επέτρεπε να βρίσκονται σε συνεχή επαφή με το πνευματικό κλίμα που επικρατούσε στην αναγεννησιακή Ευρώπη. Τα παιδιά των αστικών και αρχοντικών οικογενειών συνέχιζαν τις σπουδές τους στις πανεπιστημιακές σχολές των ιταλικών πόλεων και γύριζαν στην πατρίδα ως «ντοτόροι της λέτζας», «αβοκάτοι» ή «αβογαδόροι» και «ντοτόροι της μεδιτσίνας». Από τους φοιτητές που μνημονεύονται στα μητρώα εγγραφής του πανεπιστημίου της Πάντοβας του 17ου αιώνα με την ένδειξη «Cydonicenses» αναφέρονται ενδεικτικά ο Παύλος Κασιμάτης, ο Γεώργιος Γαβαλάς, ο Ιωάννης Πορφύριος, ο Θεόδωρος Ράλλης, ο Ιωάννης Σκορδίλης και ο Γεώργιος Βιδάλης. Απόφοιτος ιταλικού πανεπιστήμιου ήταν εξάλλου ο γιατρός Ιωάννης Χαρτοφύλακας, ανακαινιστής της μονής της Ζωοδόχου Πηγής Χρυσοπηγής, ο οποίος έλαβε την Κρητική ευγένεια το 1608 έναντι των υπηρεσιών του στη διάρκεια επιδημίας πανούκλας, καθώς και ο διαπρεπής δικηγόρος των Χανίων Ιωάννης Μούρμουρης, στον οποίο αφιέρωσε ο Χορτάτζης την Ερωφύλη του. Εξοικειωμένοι με τα αγαθά του ιταλικού πολιτισμού, οι Κρητικοί αυτοί σπουδαστές συνέβαλαν αποφασιστικά στη διαμόρφωση της πνευματικής ζωής των κρητικών πόλεων. Ήδη κατά τα ιταλικά πρότυπα ιδρύθηκε το 1637 στα Χανιά η Ακαδημία των Sterili (Στείρων) σωματείο λογιών με σκοπό την καλλιέργεια των γραμμάτων. Η σύσταση της Ακαδημίας, ανεξάρτητα από τον επαρχιακό χαρακτήρα και τη βραχύχρονη δράση της, φανερώνει τον βαθμό επικοινωνίας των κατοίκων των Χανίων με τους κύκλους των Ιταλών λογιών.
ΒΕΝΕΤΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ ΤΩΝ ΣΦΑΚΙΩΝ, ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ 17ΟΥ ΑΙΩΝΑ.
Στα τέλη του προηγούμενου αιώνα ζούσε άλλωστε στα Χανιά μια σπουδαία προσωπικότητα της Ιταλίας, ο γιατρός και ιστοριοδίφης Ονώριος Belli. Μεγαλωμένος στο πνευματικό περιβάλλον της Vicenza, ο Belli παρέμεινε στην Κρήτη δεκαέξι χρόνια και επιδόθηκε σε αρχαιολογικές και βοτανολογικές μελέτες, πραγματοποιώντας ανασκαφές, αποτυπώνοντας μνημεία και αντιγράφοντας επιγραφές.
Ειρηνική συνύπαρξη
Η αναθεώρηση από τον 16ο αιώνα της θρησκευτικής πολιτικής της Βενετίας, που αποσκοπούσε στον προσεταιρισμό των υπηκόων της για την αποτροπή της τουρκικής απειλής, καθώς και η χειραφέτηση των παραγωγικών τάξεων, με την επικράτηση οικονομικού και κοινωνικού περιβάλλοντος ανάλογου με αυτό που χαρακτήριζε την ίδια εποχή τις ιταλικές πόλεις, οδήγησαν προοδευτικά στην ειρηνική συνύπαρξη του ελληνικού με το ξένο στοιχείο. Καρπός της μακρόχρονης αυτής συμβίωσης ήταν η σύζευξη των δύο πολιτιστικών παραδόσεων που βεβαιώνεται περίτρανα από την υψηλής ποιότητας τέχνη της εποχής. Η τουρκική κατάκτηση διέκοψε οριστικά τη διαδικασία του κοινού αυτού πολιτιστικού γίγνεσθαι με φορείς τα μέλη της κρητικής κοινωνίας. Τα Χανιά παραδόθηκαν στους Τούρκους τον Αύγουστο του 1645. «Κι ο ήλιος έρριχνε φωθιά όλες τσι μέρες κείνες» θα γράψει επιγραμματικά ο ποιητής του Κρητικού Πολέμου, Μαρίνος Τζάνε Μπουνιαλής.
ΧΑΝΙΑ 7 ΗΜΕΡΕΣ Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΑΘΗΝΑ 02 ΦΕΒ 1996
from ανεμουριον https://ift.tt/31AAN59
via IFTTT