Γράφει ο ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΛ. ΣΦΥΡΟΕΡΑΣ
Στις αρχές του δέκατου πέμπτου αιώνα ο Φλωρεντινός κληρικός Χριστόφορος Μπουοντελμόντι, από τη Ρόδο όπου είχε εγκατασταθεί το 1406, ταξίδεψε σε εβδομήντα τέσσερα νησιά του Αιγαίου «εν φόβω και μεγάλη ανησυχία», όπως γράφει ο ίδιος στο πολύτιμο για την έρευνα χρονικό του, το «ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΝΗΣΙΩΝ ΤΟΥ ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΥΣ» (LIBER INSULARUM ARCHIPELAGI). H πειρατεία μάστιζε το Αιγαίο και οι επιδρομές των Τούρκων από τα μικρασιατικά παράλια ανάγκαζαν τους νησιώτες να αποσύρονται σε δυσπρόσιτες ορεινές περιοχές ή να εγκαταλείπουν τους γενέθλιους τόπους. Το 1418 ο Μπουοντελμόντι πέρασε από τα Ψαρά που τα βρήκε ακατοίκητα, όπως επίσης και την Τένεδο και τον Άγιο Ευστράτιο, για τον οποίο σημειώνει: «Μόνο άγρια ζώα ζουν σ’ αυτόν τον τόπο». Τα Ψαρά, όπως τουλάχιστον προκύπτει από τις πηγές, παρέμειναν έρημα επί ενάμιση αιώνα και μόνο μετά το 1571, όταν σε όλο το Αιγαίο είχε παγιωθεί η οθωμανική κυριαρχία, άρχισε ο επανοικισμός τους. Οι τόποι προέλευσης των πρώτων οικιστών δεν είναι γνωστοί, ένα δεύτερο όμως κύμα εποίκων έφτασε στο νησί, πιθανόν στα μέσα του δέκατου έβδομου αιώνα, αν δεχθούμε την παράδοση που παραθέτει ο αγωνιστής-ιστορικός των Ψαρών Κωνσταντίνος Νικόδημος στο «Υπόμνημά» του: Οικογένειαι Ελλήνων, μη δυνάμεναι να υποφέρωσι την τυραννίαν των Τούρκων εις Εύβοιαν, εις Θεσσαλομαγνησίαν και εις άλλα διάφορα μέρη της Δυτικής Ηπείρου, ανεχώρησαν κατά καιρούς εκείθεν δια να μεταβώσιν εις την Μικρά Ασίαν, όπου η τυραννία των Τούρκων υπήρχεν ελαφρότερα και από εναντίους άνεμους ελλιμενίσθησαν εις Ψαρά, προτιμήσασαι να μείνωσιν εις την ξηράν νήσον ελεύθεραι, παρά να υπάγωσιν εις ελαφρότερον ζυγόν εις την Μικράν Ασίαν».
ΨΑΡΙΑΝΟΣ ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ. ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΚΡΙΕΖΗ (ΣΥΛΛΟΓΗ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ Ε. ΚΟΥΤΛΙΔΗ)
Οι έποικοι κατοίκησαν «σποράδην εις διάφορα μέρη της νήσου καλλιεργούντες τους άγρους» και βαθμιαία σχηματίσθηκε ο οικισμός, που το 1739 είχε χίλιους κατοίκους. Τα Ψαρά, με συγκροτημένη κατά την περίοδο αυτή κοινότητα, υπάγονταν στη δικαιοδοσία του Καπουδάν πασά μαζί με άλλα τριάντα τρία νησιά του Αιγαίου. Άμεσος βοηθός και συχνότατα αντικαταστάτης του Καπουδάν πασά ήταν ο Δραγομάνος του στόχου και από το 1701 ως την ελληνική επανάσταση στο αξίωμα αυτό ανέρχονταν μόνο Έλληνες -κατά κανόνα Φαναριώτες- που με την επιρροή τους στην Πύλη και με τις ευρύτατες αρμοδιότητές τους εξασφάλισαν τη χορήγηση ειδικών προνομίων στα νησιά. Από τα μέσα του 18ου αιώνα σημειώθηκε στροφή των Ψαριανών προς τη θάλασσα. Οι πρώτες ψαριανές σακολέβες, που πραγματοποιούσαν ταξίδια προς τη Χίο, τη Μυτιλήνη, τις ιωνικές ακτές και δυτικά προς την Εύβοια και τη Θεσσαλία αντικαταστάθηκαν αργότερα από μεγαλύτερα πλοία, που στις αρχές του πρώτου Ρωσοτουρκικού πολέμου επί Αικατερίνης της Μεγάλης (1768 - 1774) είχαν φτάσει στα 36. Η συμμετοχή των Ψαριανών στην επαναστατική εξέγερση των Ελλήνων κατά τη διάρκεια του πολέμου αυτού, των «Ορλωφικών» όπως είναι ευρύτερα γνωστό το επαναστατικό κίνημα του 1770, υπήρξε σημαντική.
ΤΟ ΠΛΟΙΟ «ΛΕΩΝΙΔΑΣ» ΤΟΥ ΨΑΡΙΑΝΟΥ ΝΑΥΑΡΧΟΥ Ν. ΑΠΟΣΤΟΛΗ. (ΕΘΝΙΚΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ).
Ο ρωσικός στόλος που είχε έλθει στο Αιγαίο με επικεφαλής τους ναυάρχους Σπυρίδοφ, Ελφινστον και Αρφ «συγκείμενος μόνον από μεγάλα πλοία δεν είχε μικρά» κατά τον Κωνσταντίνο Νικόδημο, που το 1862 ιστορεί τα γεγονότα στηριγμένος σε αφηγήσεις υπερηλίκων Ψαριανών. «Τα παρακολουθούντα αυτόν μικρά ήτον εκ των προσκολληθέντων Ελλήνων από πολλά μέρη, υψωσάντων ρωσικήν σημαίαν εις τα πλοία των και μετερχομένων τον καταδρομέα. Οι πλείονες τούτων ήταν Ψαριανοί». Μετά τη λήξη του πολέμου και τη συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774) οι Ψαριανοί, πληροφορημένοι ότι η Πύλη σχεδίαζε αυστηρά αντίποινα εναντίον τους, κατέφυγαν με αντιπροσώπους τους στον Παριανό Δραγομάνο του στόλου Νικόλαο Μαυρογένη, που με τη μεσολάβησή του στον αρχιναύαρχο του τουρκικού στόλου Χασάν πασά, όχι μόνο απέτρεψε την καταστροφή του νησιού, αλλά και επέτυχε να χορηγηθεί αμνηστία στους κατοίκους. Κατά το δεύτερο ρωσοτουρκικό πόλεμο (1787-1792) και την απειλητική για τον τουρκικό στόλο παρουσία του Λάμπρου Κατσώνη στις ελληνικές θάλασσες η Πύλη «λαβούσα υπονοίας κατά των Ψαριανών, ίνα μη επαναστατήσωσι και αύθις απεφάσισε τον μετοικισμόν των εις την Ασίαν και τας νήσους». Το σχέδιο αυτό τελικά δεν πραγματοποιήθηκε, χάρη στην επέμβαση του Δραγομάνου του στόλου Κωνσταντίνου Χάντζερη, οι Ψαριανοί όμως υποχρεώθηκαν να στείλουν στον Καπουδάν πασά λεπτομερή κατάλογο των πλοίων τους ο οποίος περιλαμβάνει 57 πλοία με τα ονόματα των πλοιοκτητών - καραβοκυραίων, συνολικής χωρητικότητας 362.820 κανταριών με πλήρωμα 850 άνδρες. Αν λάβουμε υπ’ όψη τον πληθυσμό των Ψαρών που στις αρχές του 19ου αιώνα υπολογίζεται κατά τους περιηγητές σε 3.000, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι στους τέσσερις κατοίκους ο ένας ήταν ναυτικός. Στους ταρσανάδες του νησιού κατά την τελευταία δεκαετία του 18ου αιώνα άρχισαν να ναυπηγούνται μεγάλα πλοία -το 1794 ναυπηγήθηκε πλοίο 150 τόννων- και η ναυπηγική βελτιώθηκε από το Χιώτη μαστρο-Σταμάτη Κοφουδάκη. Το 1805 το λιμάνι χωρούσε περισσότερα από εξήντα πλοία, σύμφωνα με την πληροφορίες του Πουκεβίλ και τα ψαριανά καράβια αυλάκωναν τις θάλασσες της Μεσογείου από την Αλεξάνδρεια ως την Οδησσό και από τη Σμύρνη ως τα λιμάνια της Γαλλίας και της Ισπανίας. Την επίδοση των Ψαριανών στη ναυτιλία -όπως και την επίδοση των άλλων νησιών, της Υδρας και των Σπετσών- εκμεταλλεύθηκε η Πύλη για την επάνδρωση της τουρκικής αρμάδας. Η υπηρεσία των ναυτολογούμενων ήταν συνήθως ετήσια και ο αριθμός τους κυμαινόταν, ανάλογα με το ναυτικό δυναμικό του κάθε νησιού. Οταν ξέσπασε η ελληνική επανάσταση τα Ψαρά βρισκόταν στο απόγειο της οικονομικής τους ανάπτυξης, που συνοδεύτηκε από την προσπάθεια για ανάλογη πνευματική, όπως προκύπτει από περιγραφές περιηγητών και από τα λίγα προεπαναστατικά έγγραφα που έχουν σωθεί. Πληροφορίες αμάρτυρες αναφέρουν ότι είχε ιδρυθεί στο νησί και ναυτική σχολή ανάλογη προς τη σχολή της Υδρας.
ΓΡΑΜΜΑ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΨΑΡΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΚΑΤΟΙΚΟΥΣ ΥΔΡΑΣ ΣΕΡΙ ΤΩΝ ΕΠΙΤΥΧΙΩΝ ΤΟΥ ΣΤΟΛΟΥ ΣΤΗ ΜΥΤΙΛΗΝΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΙΝΗΣΕΩΝ ΤΟΥ ΥΨΗΛΑΝΤΗ. (15 ΜΑΙΟΥ 1821).
Μια προσπάθεια λειτουργίας τυπογραφείου από τον Κωνσταντίνο Δημίδη, που είχε μάθει την τυπογραφική τέχνη στο Παρίσι, δεν ευοδώθηκε, λίγους μήνες όμως πριν από την καταστροφή του νησιού, στις 8 Φεβρουαρίου 1824, τυπώθηκε στα Ψαρά μια ολιγόστιχη προκήρυξη με την επιγραφή «φωνή προς τους Ελληνες» που υπογράφεται από τη «Βουλή της νήσου Ψαρών» και σχεδιαζόταν έκδοση εφημερίδας.
7 Ημέρες Η Καθημερινή 1995
from ανεμουριον https://ift.tt/38ufq6K
via IFTTT