Ο Γρηγόρης Αυξεντίου με το ράσο του μοναχού της Μονής Μαχαιρά, για να αποφύγει τη σύλληψη του από τον κατακτητή.
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΠΑΜΠΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ | Στα πολλά στοιχεία που πιστοποιούν την ελληνικότητα της Κύπρου ένα είναι η γενναιότητα με την οποία οι Κύπριοι είναι έτοιμοι να θυσιαστούν στο βωμό της πατρίδας. Ενσάρκωση της ελληνικής γενναιότητας και πρότυπο αγωνιστή στον επικό αγώνα της ΕΟΚΑ εναντίον των Άγγλων αποικιοκρατών, υπήρξε ο υπαρχηγός της Γρηγόρης Αυξεντίου. Ένας νέος που έζησε τη σύντομη ζωή του με το όραμα της ελευθερίας και της Ελλάδας και ξαναζωντάνεψε το Λεωνίδα και τον Αθανάσιο Διάκο μπροστά στα έκπληκτα μάτια των Άγγλων στρατιωτών. Δεν θα ήταν υπερβολή να πει κανείς πως ο Αυξεντίου δεν ήταν απλός συνεχιστής της ελληνικής ιστορίας. Ήταν ένας ανορθωτής του ηρωισμού του Έλληνα. Ο τρόπος που επέλεξε να θυσιαστεί αποκαλύπτει ένα συνδυασμό της ανδρείας των Θερμοπυλών και της αυτοθυσίας του Κουγκίου. Ο Γρηγόρης Αυξεντίου, ο σταυραετός του Μαχαιρά, υπήρξε, όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν οι συναγωνιστές του, η προσωποποίηση της πολεμικής αρετής στον αγώνα της ΕΟΚΑ. Γεννήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 1928, στο χωριό Λύση, μεταξύ Λευκωσίας και Αμμοχώστου, που τώρα είναι κατεχόμενη από τους Τούρκους εισβολείς, από αγροτική οικογένεια. Η ζωή του, τα οράματα του, οι περιπέτειες του, ο μυστικός του γάμος καθώς ζούσε στο μοναστήρι δήθεν σαν μοναχός και τέλος ο θάνατος του μέσα στο φλεγόμενο κρησφύγετο του Μαχαιρά, στις 3 Μαρτίου 1957, δεν έχουν απλώς το στοιχείο του απροσδόκητου και του μοναδικού. Τον καθιστούν ένα μυθικό ήρωα απαράμιλλου ηρωισμού. Ο νεαρός Γρηγόρης, από νωρίς γαλουχήθηκε με το μεγαλείο της Ελλάδας. Στους φίλους του μιλούσε με λαχτάρα για τα όνειρα και τα σχέδια του, που δεν ήταν άλλα από του να υπηρετήσει στον ελληνικό Στρατό και να πολεμήσει για την ελευθερία της Κύπρου. Αποφάσισε να γίνει αξιωματικός και το 1949 έφθασε στην Ελλάδα, για πρώτη φορά στην ποθητή πατρίδα που τόσες φορές ονειρεύτηκε και λαχτάρησε. Θα έδινε εξετάσεις για να μπει στη Σχολή Ευελπίδων με την ελπίδα να φορέσει κάποτε την τιμημένη στολή του Έλληνα αξιωματικού.
Ο Αυξεντίου με τη στολή του δοκίμου αξιωματικού του Ελληνικού Στρατού στη Σχολή YEA στην Ελλάδα.
Από την Αθήνα έγραφε στη μητέρα του Αντωνού για την αγαπημένη του Ελλάδα: «Μη λυπάσαι μητέρα που έφυγα από την αγκαλιά σου, γιατί βρίσκομαι τώρα στην αγκαλιά της Ελλάδας, της πιο στοργικής μάνας του Κόσμου, που είναι υλικά φτωχή αλλά ψυχικά είναι η πλουσιότερη μάνα όλων των αιώνων». Στην Κύπρο, πιο παλιά κυρίως, πολλές φορές στα χωριά εξέφραζαν τα έντονα αισθήματα τους με δεκαπεντασύλλαβους στίχους, πρόχειρα φτιαγμένους την ώρα εκείνη. Η μάνα του Γρηγόρη αποκαλύπτοντας την ευγενικά διατυπωμένη ζηλοτυπία της Κύπριας προς τη μάνα Ελλάδα που κέρδισε την καρδιά του μοναχογιού της, έγραψε στο Γρηγόρη:
«Γιατί εμέν αρνήθηκες για να αγκαλιάσεις άλλην;
Σ' άρεσαν από μακρυά τ' ατίμητα της κάλλη;»
Κι ο Γρηγόρης από την Αθήνα, μυημένος κι αυτός στην παραδοσιακή έμμετρη συνομιλία, γράφει στη μάνα του:
«Δεν είναι από μακριά που γνώρισα
τα κάλλη της μητέρα,
μέσ' στην καρδιά μου είχα την τζιαί
νύκταν τζιαί ημέραν».
Η αλληλογραφία του Αυξεντίου με την οικογένεια του αποτελεί μνημείο προσήλωσης προς την Ελλάδα και τα ιδανικά της. Δεν είναι, όμως, η μοναδική. Σε πολλούς φίλους του γράφει ο νεαρός Αυξεντίου για την πίστη του στην Ελλάδα και τον όρκο του να πολεμήσει κάποτε για την ελευθερία της ελληνικής Κύπρου. Μετά το δημοψήφισμα της 15ης Ιανουαρίου 1950, για την Ένωση, ο φίλος του Σωτήρης Έλληνας, του γράφει τα καθέκαστα και του εκθέτει τον εθνικό παλμό που επικρατούσε στην Κύπρο. Και ο Αυξεντίου απαντά, ανάμεσα σε άλλα, στο φίλο του: «Τη λευτεριά μας, το ιδανικό των ιδανικών μας, την υπόγραψα κι εγώ, όχι σε χαρτί, μα φορώντας την τιμημένη στολή του Έλληνα φαντάρου και θα την υπογράψω οποιαδήποτε στιγμή το ζητήσει η Κύπρος μας και με το αίμα μου, όπως και κάθε Κύπριος. Δεν είναι θαύμα η εξύψωση των ταπεινών, των χωρίς ιδανικά ανθρώπων, σε αγωνιστές. Αυτός είναι ο Έλληνας. Τη λευτεριά την έχει μέσα του. Την έχει στο υποσυνείδητο του, μπορεί να πει κανείς, μα σαν έλθει η κρίσιμη στιγμή τότε ξεπετάγεται, την κάνει συνείδηση του και ζωή του και ο ταπεινός, ο μικρόχαρος μεταβάλλεται σε μαχητή ακατάβλητο». Ο νεαρός Γρηγόρης δεν ευτύχησε να περάσει στις εξετάσεις στη Σχολή Ευελπίδων, αλλά δεν εγκατέλειψε τα σχέδια του. Κατετάγη στον ελληνικό Στρατό και έγινε έφεδρος ανθυπολοχαγός υπηρετώντας στα βόρεια σύνορα της Ελλάδας. Στις 19 Μαρτίου του 1953 ο Αυξεντίου επιστρέφει στην Κύπρο. Οταν ο αρχηγός Διγενής φθάνει αργότερα στο νησί, το πρώτο που ζήτησε ήταν να διαλέξει θαρραλέα παιδιά που θα αποτελούσαν τον πυρήνα της ΕΟΚΑ. Ο στρατηγός Γρίβας ήθελε, όμως, εκτός από θαρραλέους και ικανούς βοηθούς που κατείχαν την τέχνη του πολέμου. Του σύστησαν, πως στη Λύση είναι κάποιος Γρηγόρης, έφεδρος αξιωματικός του ελληνικού Στρατού. Ο Διγενής ήρθε σε επαφή με το νέο από τη Λύση, του μίλησε για το μεγάλο σκοπό, του πρότεινε συμμετοχή στον αγώνα κι έμεινε κατάπληκτος μπροστά στον ασυγκράτητο τούτο άνθρωπο που διψούσε τον πόλεμο ενάντια στο δυνάστη. Ο Αυξεντίου είχε την ατυχία να επισημανθεί από την πρώτη κιόλας νύκτα της δράσης, την 1η Απριλίου 1955. Επικηρύσσεται από τους Αγγλους και αναγκάζεται να βγει στην παρανομία. Ηταν ο πρώτος καταζητούμενος, αγωνιστής της ΕΟΚΑ. Στο πρώτο στάδιο της παράνομης ζωής του ο Αυξεντίου (που πήρε το ψευδώνυμο Ζήδρος) είχε προωθηθεί στη βόρεια Κύπρο. Ηταν τομεάρχης της περιοχής, όταν ο Διγενής τον προειδοποίησε ότι στην ομάδα του είχε εισδύσει προδότης, τον οποίο και κατονόμαζε. Ο Αυξεντίου όμως σαν απονήρευτος και ευαίσθητος και που προτιμούσε να σωθεί ένας προδότης παρά να εκτελεσθεί ένας αθώος, αρνήθηκε να εκτελέσει τον ύποπτο. Ο ύποπτος ήταν όμως προδότης που κατάφερε να ξεφύγει και να καταφύγει στα αφεντικά του προδίνοντας τα πάντα για την ομάδα του Ζήδρου. Το γεγονός αυτό και κατόπιν το ότι η ομάδα διέτρεξε μέγα κίνδυνο, εξόργισε το Διγενή που ζήτησε εξηγήσεις. Ο Αυξεντίου έντιμος και υπεύθυνος αγωνιστής καθώς ήταν, γράφει στις 20 Οκτωβρίου 1955: «Η ευθύνη μου είναι βαρύτατη και θα δεχθώ οιασδήποτε κυρώσεις θελήσετε να μου επιβάλετε». Ο Διγενής παίρνει απόφαση να καθαιρέσει τον Αυξεντίου από τη θέση του τομεάρχη και του το κοινοποιεί με μια αυστηρή διαταγή. Δεν άργησε όμως, ο ηρωισμός του Γρηγόρη να τον αποκαταστήσει μπροστά στα μάτια του αρχηγού. Γίνεται ξανά τομεάρχης και αναλαμβάνει τις πιο σκληρές και επικίνδυνες αποστολές. Γράφει σελίδες απαράμιλλης ανδρείας στα άγρια και αφιλόξενα βουνά της Πιτσιλλιάς και του Μαχαιρά, γεγονός που τον ανεβάζει στη θέση του υπαρχηγού της ΕΟΚΑ.
Ο Γρηγόρης Αυξεντίου καμαρώνει με τη στολή του Έλληνα αξιωματικού.
Είναι χαρακτηριστική η ιστορική μάχη στα Σπήλια όπου ο Αυξεντίου μεγαλούργησε. Σ' εκείνη την περίπτωση ο ηρωικός Γρηγόρης ανέλαβε να προσφέρει μόνος κάλυψη στον αρχηγό Διγενή και στα παλικάρια του τους οποίους είχαν, κατόπιν προδοσίας, εντοπίσει οι Αγγλοι. Ο Γρηγόρης όχι μόνον αντιμετώπισε μόνος τον εχθρό, αλλά κατάφερε να προκαλέσει σύγκρουση μεταξύ δύο αγγλικών ταγμάτων «γεμίζοντας τη χαράδρα πτώματα», όπως έγραφε αργότερα ο ίδιος στο συναγωνιστή του Έλληνα. Η προδοσία δεν άργησε να φέρει αποτέλεσμα στο κρησφύγετο που είχε στήσει ο ίδιος, λίγο αργότερα, στην περιοχή του Μαχαιρά. Ο Μαχαιράς είναι μοναστήρι αφιερωμένο στην Παναγία. Εκεί ο Αυξεντίου κατέφυγε ντυμένος μοναχός. Εκεί παντρεύτηκε κι εκεί συνάντησε τον πιο ηρωικό θάνατο. Πάντα ο Αυξεντίου ήταν έτοιμος να υλοποιήσει την απόφαση που προ πολλού είχε παρμένη, να πεθάνει αν το απαιτούσαν οι περιστάσεις. Αλλά τώρα, στις αρχές του 1957, περισσότερο από κάθε άλλη φορά ήταν προετοιμασμένος για τη θυσία. Εβλεπε τις τόσες απώλειες συναγωνιστών του και αισθανόταν ότι η προδοσία τους παρακολουθούσε παντού. Η δική του ώρα δεν θα αργούσε για να αναμετρηθεί με τους όρκους του και με τον ίδιο το θάνατο. Σε συστάσεις συναγωνιστή του να προσέχει, ο Αυξεντίου γράφει αυτά τα λόγια: «Αν εμείς που λεγόμαστε αρχηγοί δεν θελήσουμε να εκτεθούμε σε κίνδυνο, πώς θα τολμήσουν αυτά τα νέα παιδιά να αντισταθούν στον εχθρό; Αρκετή υπηρεσία πρόσφερα διδάσκοντας τους να πολεμούν, πρέπει όμως να τελειώσω διδάσκοντας τους και πώς να πεθαίνουν». Στις 3 Μαρτίου 1957, σε ηλικία 29 ετών, ο σταυραετός του Μαχαιρά έδωσε τη μάχη της ζωής του. Ηταν η πιο ηρωική στιγμή. Οι Άγγλοι βρέθηκαν νωρίς το πρωί έξω από τη σπηλιά του και τον κάλεσαν να παραδοθεί.
Γράφει στο βιβλίο του «Δια χειρός ηρώων», ο Σπ. Παπαγεωργίου: «Ο δεκανέας κάλεσε στα ελληνικά τους πέντε αγωνιστές να παραδοθούν και συνόδευσε την προειδοποίηση του με το ρίξιμο μιας χειροβομβίδας. Σε λίγο οι τέσσερις σύντροφοι του Αυξεντίου βγαίναν για να παραδοθούν με προτροπή του αρχηγού τους. Απέμενε τώρα η απάντηση του Αυξεντίου. Δεν ήταν άλλη από μια ριπή του πολυβόλου του. Ο δεκανέας έπεφτε κάτω νεκρός. Η μεγάλη μάχη άρχιζε στα βουνά του Μαχαιρά. Στον τόπο της μάχης έφθασαν ενισχύσεις. Ρίχτηκαν από τον αέρα πυρομαχικά. Κι όλα αυτά για να καταβάλουν έναν αγωνιστή. Στην ψυχή μερικών ανθρώπων ο Θεός ανάμειξε φαίνεται σίδερο και ατσάλι. Γιατί δεν εξηγείται αλλιώτικα η αντοχή του λεβεντονιού της Λύσης. Τραυματισμένος από την πρώτη στιγμή της μάχης, συνέχισε το έπος της λεβεντιάς για δέκα ολάκερες ώρες. Τα καπνογόνα, τα δακρυγόνα, η υγρή φωτιά, το φράγμα πυρός γύρω από το στόμιο του κρησφύγετου δημιουργούσαν μια πραγματική κόλαση. Μα μέσα απ' τους καπνούς και τη φωτιά φαινόταν για μια στιγμή σαν ημίθεος με το πολυβόλο στο χέρι σκορπώντας τον πανικό στους εχθρούς του. Δεν ήταν μόνος. Ενα άλλο τολμηρό παλικάρι τον συντρόφευε. Ηταν ο Αυγουστής Ευσταθίου που είχε σταλεί από τον Αγγλο αξιωματικό για να πείσει τον Αυξεντίου να παραδοθεί. Στάθηκε, όμως, στο πλευρό του για να συμμεριστεί το θανάσιμο κίνδυνο. Μόλις κατέβηκε στο κρησφύγετο του είπε ο ηρωικός αρχηγός του:
— Μείνε, Αυγουστίνε. Αξίζει να πεθάνει κανείς για τη λευτεριά.
Κι υψώνοντας ύστερα τη φωνή του κραύγασε:
— Είμαστε τώρα δυό. Ελάτε να μας πάρετε. «Μολών λάβε».
Δόθηκε μάχη σκληρή, αλλά δεν άργησε η ώρα που ο Αυξεντίου υποχρέωσε τον Αυγουστή να παραδοθεί για να σώσει τη ζωή του. Ο ίδιος έμεινε για να συνεχίσει αυτό που έταξε σκοπό του: Να δώσει, με τη θυσία του, το μήνυμα της πίστης προς την ελευθερία, αλλά και να διδάξει τους συναγωνιστές του πως η αυτοθυσία είναι το απόγειο ενός ηρωικού αγώνα. Σε λίγο οι Αγγλοι υποχρεώνονταν να βάλουν φωτιά στο κρησφύγετο του Αυξεντίου και να κάψουν το παλικάρι. Δεν μπορούσαν να τον πολεμήσουν αλλιώς.
from ανεμουριον https://ift.tt/2VrB9sx
via IFTTT