του ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΠΑΪΖΗ-ΠΑΡΑΔΕΛΗ
Ένας από τους μεγαλύτερους θαλασσομάχους του Αιγαίου στα τέλη του περασμένου αιώνα και το πρώτο τέταρτο του 20ου αιώνα υπήρξε ο Νικόλαος Βότσης, ο κυβερνήτης ενός μικρού πολεμικού σκάφους που βύθισε το τουρκικό θωρηκτό «Φετίχ Μπονλέν» τις πρώτες μέρες του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, γεγονός που εξύψωσε το ηθικό των Ελλήνων και προκάλεσε ενθουσιασμό. Ο Βότσης γεννήθηκε στην Ύδρα το 1877 και σε ηλικία μόλις 15 ετών, το 1892, κατατάχθηκε στην Σχολή Ναυτικών Δοκίμων απ' όπου αποφοίτησε το 1896 με το βαθμό του Σημαιοφόρου, λίγους μήνες πριν από την έναρξη των γεγονότων που οδήγησαν την Ελλάδα στον ατυχή πόλεμο τον 1897 (Απρίλιο-Μάιο). Οι σφαγές του χριστιανικού πληθυσμού της Κρήτης από τους Τούρκους τον Δεκέμβριο του 1896 τον βρήκε να υπηρετεί στο Θωρηκτό «ΥΔΡΑ» το οποίο στάλθηκε στη Μεγαλόνησο, επικεφαλής Μοίρας Στόλου υπό τον μοίραρχο Α. Ράϊνεχ για την προστασία του εκεί ελληνικού πληθυσμού. Η επέμβαση όμως τον Στόλου των Μεγάλων Δυνάμεων ανάγκασε το θωρηκτό «ΥΔΡΑ» να αποχωρήσει και τον ελληνικό Στρατό που είχε αποβιβασθεί στο Κολυμπάρι, δυτικά των Χανίων, να αναστείλει τη δραστηριότητά του. Το 1905 αποστέλλεται για εκπαίδευση στο γαλλικό ναυτικό όπου υπηρετεί για ένα χρόνο στο Θωρηκτό «Μπουβέ» του Στόλου του Ατλαντικού. Οι Βαλκανικοί πόλεμοι τον βρίσκουν κυβερνήτη του τορπιλοβόλου 11. Το τορπιλοβόλο αυτό ήταν ένα από τα 6 πού ναυπηγήθηκαν το 1884-85 στα γερμανικά ναυπηγεία VULΚΑΝ. Είχε μήκος 37,5 μέτρων, πλάτος 4,6 μέτρων και μεγ. βύθισμα 2 μέτρα. Σαν οπλισμό είχε 2 σταθερούς πλευρικούς τορπιλοσωλήνες και ένα περιστρεφόμενο. Είχε επίσης 2 πυροβόλα των 37 χιλ. Η μεγ. ταχύτης τον ήταν 19 κόμβοι. Το τορπιλοβόλο 11 μαζί με το τορπιλοβόλο 15 απέπλευσαν από το Ναύσταθμο με την κήρυξη τον πολέμου και κατέπλευσαν στην Σκιάθο στις 8 Οκτωβρίου απ' όπου τους δόθηκε εντολή να υποβοηθήσουν από θαλάσσης μαζί με το οπλιταγωγό «ΣΦΑΚΤΗΡΙΑ» την προέλαση της 7ης Μεραρχίας η οποία μετά τη μάχη του Σαρανταπόρου βάδιζε παραλιακά με κατεύθυνση προς τη Θεσσαλονίκη. Έτσι τα δύο αυτά τορπιλοβόλα στις 15 Οκτωβρίου βρίσκονταν περιπολούντα μεταξύ Σκάλας Αικατερίνης και Σκάλας τον Λιτοχώρου. Στον Βότση ήταν γνωστά ότι στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης ναυλοχούσε το παλαιό τουρκικό Θωρηκτό «Φετίχ-Μπουλέν» του οποίου ο οπλισμός είχε αφαιρεθεί για να χρησιμεύσει σαν επάκτιο πυροβολικό στο φρούριο τον Καρα-Μπουρνού. Αν δεν επικρατούσε στους Τούρκους αυτή η αμυντική τακτική νοοτροπία, το «Φετίχ-Μπουλέν» θα μπορούσε να αποτελέσει τον τρόμο των μικρών ελληνικών πολεμικών που δρούσαν στην περιοχή αυτή και ενδεχομένως να επηρέαζε την όλη τακτική χρησιμοποίηση και διάταξη του ελληνικού Στόλου τον Παύλου Κουντουριώτη.
Ανεξάρτητα απ' αυτά, ο Βότσης ζήτησε τηλεγραφικά από το υπουργείο την άδεια να επιτεθεί κατά του θωρηκτού αυτού των 2.700 τον. ναυπηγήσεως 1871 και μετασκευής 1906 και η άδεια πράγματι του δόθηκε στις 17 Οκτωβρίου. Το σχέδιο του Βότση ήταν να περάσει από τα αβαθή των εκβολών τον ποταμού Αξιού, διερχόμενος νύκτα στη μεγαλύτερη δυνατή απόσταση από το Καρα-Μπουρνού και έξω από την εμβέλεια του προβολέως του. Η διάβαση όμως των αβαθών απαιτούσε την ακριβή γνώση της περιοχής την οποία πέτυχε με την μίσθωση έναντι σοβαράς αμοιβής ενός τοπικού Έλληνα πλοιάρχου με τους δύο ναύτες του. Ο υποπλοίαρχος Βότσης το απόγευμα της 18ης Οκτωβρίου αποχαιρέτησε προσωπικά τους συναδέλφους του Κυβερνήτες του οπλιταγωγού «ΣΦΑΚΤΗΡΙΑ» και τορπιλοβόλου 15 και απέπλευσε από τη Σκάλα Αικατερίνης στέλνοντας το σήμα «το τορπιλοβόλο 11 πριν αποπειραθεί να γράψει μια σελίδα της ιστορίας του πολέμου, σας αποχαιρετά». Πρέπει να σημειωθεί ότι λίγο μετά την αναχώρηση του τορπιλοβόλου 11 από το Λιτόχωρο, έφτασε στον Κυβερνήτη του «ΣΦΑΚΤΗΡΙΑ» νεότερη διαταγή τον υπουργείου Ναυτικών, η οποία ανακαλούσε την εκτέλεση της επιχείρησης αυτής. Ήταν όμως αργά. Αλλά ας αφήσουμε τον ίδιο τον Βότση να περιγράψει το κατόρθωμα τον τορπιλισμού όπως το ανέφερε την επομένη με το λιτό τηλεγράφημά τον προς το υπουργείο Ναυτικών.
«Απέπλευσα εκ Λιτοχωρίου και κατέπλευσα εις Σκάλαν Ελευθεροχωρίου, όπου παρέμεινα μέχρις 8 εσπέρας, οπότε απέπλευσα δια την επίθεσιν. Καρα-Μπουρνού εφώτιζε διαρκώς δια προβολέων, αλλά εισήλθον απαρατήρητος μεταξύ Καραβοφανάρου και Βαρδάρ, κατόπιν ολοταχώς έφθασα λιμένα Θεσσαλονίκης και την 11.20' διέκρινα άνευ αμφιβολίας τουρκικόν θωρηκτόν ανάπρωρον προς τον πνέοντα Μέση εις την δυτικήν άκραν κυματοθραύστου. Εις την δεξιάν άκραν, συνήθη τόπον αγκυροβολίας, υπήρχε ρωσικόν πολεμικόν, υποθέτω και άλλα, εχείρισα ήρεμα, πάντοτε απαρατήρητος, ώστε κατηύθννα την πρώραν δια μέσου τουρκικού θωρηκτού, εξεσφενδόνισα πρώτον δεξιάν πρωραίαν 11.35', από αποστάσεως 150 μέτρων, έστρεψα ολίγον αριστερά προχωρών και εξεσφενδόνισα αριστεράν ανεπόδισα ολοταχώς όπως απομακρυνθώ εκρήξεως, της πρώρας του πλοίου στρεφούσης αριστερά. Κατόπιν εξεσφενδόνισα την του καταστρώματος, ήτις όμως εξέκλινε και εξερράγη, μετά τας πρώτας ταυτοχρόνους σχεδόν εκρήξεις, επί του κυματοθραύστου μετά χρόνου μεγάλου, ον προς στιγμήν ενομίσαμεν ως πυροβολισμόν εκ της ξηράς. Αμα τη πρώτη εκρήξει παρετηρήθη κίνησις φώτων επί του πλοίου και συρίγματα. Διαμερίσματα αξιωματικών ήσαν φωτισμένα, η έκρηξις εγένετο ολίγον πρώραθεν της καπνοδόχου, το πλοίον καταφανώς εβυθίζετο διά της πρώρας κλίνον δεξιά. Ολοταχώς πλέον τότε εξήλθον άνωθεν της γραμμής των βυθισμένων τορπιλών, (εννοεί ναρκών) στηριζόμενος εις το βύθισμα του πλοίου μου και διήλθον προ Καρά-Μπουρνού, το οποίον ειδοποιηθέν φαίνεται εκ Θεσσαλονίκης ήναψε πάντας τους προβολείς του. Διήλθον και πάλιν απαρατήρητος και καθ' ην στιγμήν ευρισκόμην απέναντι Καρά-Μπουρνού και κατά την προηγούμένη προς τούτο υπόσχεσιν προς τους πυροβολητάς μου, διέταξα και έρριψαν επ' αυτού βολήν, διά του ταχυβόλου των 37 από αποστάσεως 250 μέτρων. Εκείθεν κατηυθύνθην 4ην πρωινήν εις Βρωμερήν Αικατερίνης προς παρακολούθησιν αποβιβάσεως τροφίμων στρατού». Το κατόρθωμα όμως του Υποπλοίαρχου Βότση χωρίς να είχε ιδιαίτερη στρατιωτική σημασία δημιούργησε μεγάλη εντύπωση και είχε σοβαρή και θετική επίδραση στο ηθικό των μαχόμενων στρατευμάτων αλλά και τον άμαχου πληθυσμού. Ο Υποπλοίαρχος Βότσης και το πληρωμά του έτυχαν ιδιαιτέρων τιμητικών και άλλων διακρίσεων, ο δε Βότσης τον Ιούνιο του 1913 προάγεται σε Πλωτάρχη «ως εν μάχη λαμπρώς και ομολογουμένως αρίστευσα». Το τορπιλοβόλο 11 είχε ένα άτυχο τέλος. Βυθίστηκε στον όρμο του Μούδρου στις 23 Απριλίου 1913 όταν προσάραξε στην είσοδο αυτού λόγω μεγάλης θαλασσοταραχής. Δεν υπήρξαν θύματα. Ο Βότσης από τις αρχές του 1913 είχε μετατεθεί και τοποθετηθεί Κυβερνήτης στα τουρκικά τορπιλοβόλα ΝΙΚΟΠΟΛΙΣ και ΑΤΤΑΛΕΙΑ τα οποία κατεληφθησαν κατά τις επιχειρήσεις του Αμβρακικού. Ο Βότσης στη συνέχεια τοποθετείται σε διάφορα πλοία και υπηρεσίες μέχρι τον Ιούνιο του 1917 όταν επειδή ήταν πολιτικά τοποθετημένος με τη βασιλική παράταξη, αντίθετα με τον θείο του Παύλο Κουντουριώτη, τίθεται σε διαθεσιμότητα. Το Νοέμβριο όμως του ίδιου χρόνου η διαθεσιμότητα ανακαλείται αλλά τοποθετείται σε δευτερεύουσες υπηρεσίες.
Μετά τις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1820, τοποθετείται κυβερνήτης του θωρηκτού «ΚΙΛΚΙΣ» με το βαθμό του Πλοιάρχου και τον Ιανουάριο του 1921, τον βρίσκουμε με το πλοίο αυτό στην Κωνσταντινούπολη, Αρχηγό της εκεί ναυλοχούσης ναυτικής Μοίρας. Την 1η Φεβρουαρtου 1921 διορίζεται Ύπατος Έλλην Αρμοστής στην Κωνσταντινούπολη μια θέση που κράτησε μέχρι το Μάιο του 1922 όταν παραιτήθηκε για λόγους υγείας. Παρά το γεγονός αυτό, όταν η στρατιωτική κατάσταση στο μέτωπο της Μ. Ασίας επιδεινώθηκε, ανέλαβε Κυβερνήτης του θωρηκτού «ΛΗΜΝΟΣ» και συμμετείχε του αγώνα για την εκκένωση από την Μ. Ασία των στρατευμάτων και των προσφύγων. Η επανάσταση του Πλαστήρα στις 10 Σεπτεμβρίου του 1922 τον βρίσκει στη Χίο. Δεν προσχωρεί και συλλαμβάνεται. Ο δημοσιογράφος Κώστας Αθάνατος σε δημοσίευμά του στο «Ελεύθερο Βήμα» αναφέρει ότι «Ο ναύαρχος Καλαμίδας και ο πλοίαρχος Βότσης καλούνται από τον Πλαστήρα και παρακαλούνται να προσχωρήσουν αιχμάλωτοι όντες, αλλ' αντιτάσσουν άρνησιν. Αυτά το πρωί, αλλά το μεσημέρι μετανοήσαντες, προσέρχονται και ζητούν προσχώρησιν. Την φοράν αυτήν όμως ο Πλαστήρας αρνείται να τους δεχθεί». Στο δημοσίευμα αυτό ο Πλοίαρχος Ν. Βότσης απέστειλε την ακόλουθη επιστολή με την οποία αρνείται το γεγονός:
Αθήναι 24 Οκτωβρίου 1922
«Αξιότιμε κύριε Αθάνατε. Χθες ανέγνωσα την ωραίαν περιγραφήν σας των ημερών και νυχτών της επαναστάσεως εν Χίω. Εις το φύλλον όμως του ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΒΗΜΑΤΟΣ της 3 Οκτωβρίου γράφετε: "Ο ναύαρχος Καλαμίδας και ο πλοίαρχος Βότσης καλούνται από τον Πλαστήραν και παρακαλούνται να προσχωρήσουν, αιχμάλωτοι όντες, αλλ' αντιτάσσουν άρνησιν. Αυτά το πρωί, αλλά το μεσημέρι μετανοήσαντες προσέρχονται και δηλούν προσχώρησιν. Την φορά αυτήν όμως αρνείται και ο Πλαστήρας να τους δεχθή". Το τοιούτον όσον αφορά εμέ, δεν είναι αληθές, καθόσον μέχρι της ενταύθα επικρατήσεως της Επαναστάσεως δεν είχον διαλυθή οι ενδοιασμοί μου, ους είχον και είπαν προς τον κύριον Πλαστήραν και τους αξιωματικούς τον Ναυτικού την πρωίαν επί της ΛΗΜΝΟΥ, ότε μοι έκαμον την τιμήν να μοι αναθέσουν την αρχηγίαν του Ναυτικού. Ταύτα χάριν της ιστορικής αληθείας, εάν πρόκειται να ανατυπώσητε την περιγραφήν σας.
Μετ' εξαίρετου υπολήψεως
Ν. Βότσης
Παράλληλα η επίσημη έκθεση για τα γεγονότα της εποχής εκείνης και για το συγκεκριμένο συμβάν αναφέρει: «Ο κυβερνήτης του θωρηκτού ΛΗΜΝΟΣ, Πλοίαρχος Βότσης εδήλωσεν ότι ασπάζεται τας αρχάς της Επαναστάσεως, αλλά δεν προσχωρεί φοβούμενος αιματοχυσίαν. Παρέμεινε μέχρι τα ξημερώματα εις την ΛΗΜΝΟΝ οπότε την πρωίαν ήλθεν εις την έδραν της Επαναστατικής Επιτροπής. Παρ' όλας τας προσπαθείας και υποδείξεις δεν ηθέλησε να συμφωνήση. Αφέθη δε ελεύθερος, αφού προηγουμένως έδωσε τον λόγον του ότι δεν θα αντιδράση...». Τον Οκτώβριο του 1922, ο Ν. Βότσης τίθεται σε αποστρατεία, μετά αίτηση του προαγόμενος στο βαθμό του Υποναυάρχου. Έκτοτε ιδιώτευσε έχοντας εύθραυστη υγεία μέχρι τις 22 Σεπτεμβρίου του 1931, όταν πέθανε ευρισκόμενος στο Παρίσι όπου είχε μεταβεί για ιατρικούς λόγους, σε ηλικία μόλις 54 χρόνων.
Ελλάδα 20ός αιώνας Απογευματινή Αθήνα
Ελλάδα 20ός αιώνας Απογευματινή Αθήνα
from ανεμουριον https://ift.tt/2VCcNg8
via IFTTT