ΤΥΠΟΣ ΦΟΙΤΗΤΗ ΣΤΑ ΤΕΛΗ ΤΟΥ ΠΕΡΑΣΜΕΝΟΥ ΑΙΩΝΑ (ΣΚΙΤΣΟ ΑΙΜ. ΠΡΟΣΑΛΕΝΤΗ)
|
Εκλέγεται επιτροπή αγώνα
Την ίδια μέρα στις 4 μ.μ. όλοι οι φοιτητές της ιατρικής συγκεντρώθηκαν και εξέλεξαν επιτροπή 46 ατόμων. Η επιτροπή την ίδια μέρα συνέταξε ψήφισμα που απευθυνόταν προς το υπουργείο και τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου. Στο ψήφισμα ζητούσαν την απόλυση του καθηγητή. Την επόμενη συγκεντρώθηκαν όλοι οι φοιτητές της ιατρικής και αφού ενέκριναν και υπόγραψαν το ψήφισμα το έστειλαν. Ταυτόχρονα κήρυξαν γενική απεργία οι βοηθοί του Γαλβάνη που αρνήθηκαν να συνεργαστούν μαζί του. Την επόμενη μέρα έγινε συγκέντρωση στα Προπύλαια ενώ πείστηκαν και οι φοιτητές των άλλων σχολών να πάρουν μέρος στη γενική απεργία, αφού η υβριστική συμπεριφορά του Γαλβάνη στρεφόταν εναντίον όλου του φοιτητόκοσμου.
Οι πρώτες συμπλοκές
Το στενό περιβάλλον του Γαλβάνη τότε άρχισε να υπόσχεται «διάφορα» σε όσους από τους φοιτητές θα πήγαιναν στις ακροάσεις του, αλλά το μόνο που έγινε ήταν να ξυλοκοπηθούν οι λίγοι φοιτητές που πήγαν, συμπατριώτες του Γαλβάνη από τη Ζάκυνθο. Το υπουργείο στο μεταξύ απάντησε ότι δε θεωρούσε ότι προσβλήθηκαν οι φοιτητές από τα λόγια του Γαλβάνη και απείλησε ότι αν δεν πήγαιναν οι της ιατρικής στις ακροάσεις θα τους απέκλειε το ίδιο το Υπουργείο. Φυσικό ήταν ότι η απάντηση αυτή ερέθισε τους φοιτητές οι οποίοι πήγαν στο Πανεπιστήμιο και συμφώνησαν με τους υπόλοιπους να κλείσουν εκείνοι πρώτοι το ίδρυμα. Όταν μάλιστα επιχείρησε να μπεί στις αίθουσες ο Γαλβάνης τον γιουχάρανε, έγινε επεισόδιο μεταξύ των μπράβων του και φοιτητών, επενέβη η αστυνομία και έγιναν συμπλοκές. Μετά τα επεισόδια αυτά το Υπουργείο διέταξε να κλείσουν η Ιατρική σχολή και το Νοσοκομείο και να τιμωρηθούν οι πρωταίτιοι. Ο Πρύτανης Χρηστομάνης ζήτησε να παραιτηθεί η επιτροπή των φοιτητών γιατί οι αρχές την θεωρούσαν υπαίτια για τις ταραχές. Πράγματι η επιτροπή παραιτήθηκε, εκλέχτηκε νέα και τα μέλη κλήθηκαν σε μυστική συνεδρίαση (τους παρακολουθούσε η αστυνομία) το βράδυ της 20ης Νοεμβρίου 1896, στο ζυθοπωλείο του Μετς. Στη μυστική συνάντηση, όπου παρεβρέθηκαν 80 περίπου φοιτητές, αφού οργανώθηκε η επιτροπή αγώνα, γιατί διέβλεπαν ότι τα πράγματα θα οξύνονταν, αποφάσισαν να εμμείνουν στο αίτημα τους να οπλιστούν όλοι αφού έβλεπαν ότι η αστυνόμευση τους ενοχλούσε και σε περίπτωση εισόδου της αστυνομίας στους πανεπιστημιακούς χώρους να της αντισταθούν ένοπλοι να συσπειρώσουν όλους τους φοιτητές γύρω από τον αγώνα τους να επαναλάβουν τη διαμαρτυρία τους προς τον Πρύτανη και το Υπουργείο όταν χρειαζόταν να συγκαλείται η επιτροπή τους αυτό θα γινόταν με κωδικά μηνύματα μέσω των εφημερίδων.
Ένοπλες συγκρούσεις φοιτητών-Αστυνομίας
Όλα αυτά άρχισαν να υλοποιούνται από την επόμενη μέρα. Στο μεταξύ οι φοιτητές, οπαδοί του Γαλβάνη, που προσπάθησαν κατά διαστήματα να επηρεάσουν τους άλλους ώστε να παραβρεθούν στις ακροάσεις πέτυχαν αντίθετα να ανάβουν τα αίματα, και να γίνονται συμπλοκές στις οποίες συχνά έπαιρνε μέρος και η Αστυνομία. Σε λίγο έφτασαν οι γιορτές της Πρωτοχρονιάς, και το Πανεπιστήμιο έκλεισε αφήνοντας το θέμα ανοικτό για το νέο έτος. Και πράγματι με την έναρξη του νέου έτους μετά από προτροπή της Κυβέρνησης η αστυνομία διατάχθηκε να μπεί στο Πανεπιστήμιο και να αναγκάσει τους φοιτητές να πάνε στις ακροάσεις του Γαλβάνη. Ο ίδιος ο διευθυντής της αστυνομίας, ο γνωστός Μπαϊρακτάρης, ανάγκασε δυο φοιτητές τραβώντας τους να μπουν μέσα, αυτοί αρνήθηκαν, τους συνέλαβε και τους οδήγησε προς τις κλούβες (αμάξια τότε ιππίλατα). Οι αστυνομικοί επιχείρησαν να μπουν στην αίθουσα της Νομικής, διώχτηκαν όμως και άρχισε η μεγάλη συμπλοκή μπροστά στο Ανατομείο. Βλέποντας να συλαμβάνονται οι συνάδελφοί τους, από τους οποίους ο ένας ήταν αναίσθητος και γεμάτος αίματα, όλοι μαζί οι φοιτητές έπεσαν πάνω στους αστυνομικούς χτυπώντας τους με πέτρες και ρόπαλα. Αυτοί βγάλαν τα σπαθιά τους και άρχισαν να χτυπάνε στο ψαχνό. Ταυτόχρονα, όσοι φοιτητές είχαν πιστόλια άρχισαν να πυροβολούν τους αστυνομικούς που αντιπυροβόλησαν και έγινε μεγάλη μάχη μπροστά στις κλούβες στην προσπάθεια των φοιτητών να πάρουν πίσω, τους συναδέλφους τους. Πάνω στη συμπλοκή δυο αστυνομικοί χάνουν τα ξίφη τους και λαβώνονται, ενώ αρκετοί άλλοι λαβωμένοι υπάρχουν και από τίς δυο πλευρές. Αμέσως έρχεται ενίσχυση της αστυνομίας και τα επεισόδια παίρνουν μεγάλη έκταση. Σ' όλες τις σχολές του Πανεπιστημίου γίνονται συμπλοκές ενώ ανταλλαγές πυροβολισμών γίνονται μπροστά στα Προπύλαια και στο Νοσοκομείο στη Σόλωνος. Ο Μπαϊρακτάρης μαζί με άλλους που επεχείρησαν να παραβιάσουν την ανατολική πύλη του ιδρύματος βρέθηκαν μπροστά στα στόμια των περιστρόφων των φοιτητών και αναγκάστηκαν να οπισθοχωρήσουν. Τελικά οι συμπλοκές σταμάτησαν με την επέμβαση των καθηγητών, του Εισαγγελέα, του Φρούραρχου της πόλης και του Πρύτανη του Πανεπιστημίου. Υπήρχαν πολλοί λαβωμένοι ελαφριά και δυο σοβαρά, ένας αστυνόμος από σφαίρα και από ξίφος ο φοιτητής Φιλολ. Παναγιωτόπουλος.
Αποφασίζεται κατάληψη του Πανεπιστήμιου
Τα επεισόδια αυτά απέδειξαν ότι ο καθηγητής Γαλβάνης είχε ερείσματα πολιτικά και όταν την επόμενη μέρα οι φοιτητές πήγαν στον πρωθυπουργό Θεόδωρο Δεληγιάννη για να διαμαρτυρηθούν, αυτός τους απάντησε ότι είχαν άδικο και να επιστρέψουν στο Πανεπιστήμιο. Αντίθετα οι φοιτητές ζήτησαν τώρα και την ποινική δίωξη του Γαλβάνη, σαν ηθικού αυτουργού των επεισοδίων. Κατόπιν η επιτροπή πήγε να συναντήσει τους υπόλοιπους φοιτητές και αφού τους ενημέρωσε αποφάσισαν να αντισταθούν μέχρι τέλους και να ζητήσουν την παραίτηση του Πρύτανη. Ύστερα έκαναν έρανο για να συγκεντρώσουν χρήματα και να τυπώσουν σε φυλλάδιο τα αιτήματα τους ώστε να ενημερωθεί ο κόσμος σωστά. Η επόμενη ενέργεια ήταν να πάνε στο σπίτι του Πρύτανη και να τον υποχρεώσουν να παραιτηθεί αφού η αστυνομία είχε καταπατήσει το πανεπιστημιακό άσυλο και τέλος αποφάσισαν να κάνουν την πρώτη στην ιστορία του φοιτητικού κινήματος κατάληψη. Επειδή είχαν πληροφορίες ότι η Κυβέρνηση για να εμποδίσει τις συναθροίσεις θα τοποθετούσε, φρουρά στο Πανεπιστήμιο, αποφάσισαν να την προλάβουν. Έτσι, 200 φοιτητές, ένοπλοι όσοι μπορούσαν, κατέλαβαν το Πανεπιστήμιο. Ακόμα κυκλοφόρησαν παράρτημα το «Πανεπιστήμιο», στο οποίο αφού εξιστορούσαν τα πάντα καλούσαν το λαό σε συγκέντρωση στα Προπύλαια την επόμενη μέρα.
Ο λαός συμπαραστέκεται
Τα πρωτοφανή αυτά γεγονότα, δηλαδή η κατάληψη του κτιρίου από ένοπλους και η διανομή του φυλλαδίου, σε 10.000 αντίτυπα, δημιούργησαν μεγάλη εντύπωση στο κοινό, την οποία επέτειναν τα δημοσιεύματα των εφημερίδων.
Οι πρώτες συμπλοκές
Το στενό περιβάλλον του Γαλβάνη τότε άρχισε να υπόσχεται «διάφορα» σε όσους από τους φοιτητές θα πήγαιναν στις ακροάσεις του, αλλά το μόνο που έγινε ήταν να ξυλοκοπηθούν οι λίγοι φοιτητές που πήγαν, συμπατριώτες του Γαλβάνη από τη Ζάκυνθο. Το υπουργείο στο μεταξύ απάντησε ότι δε θεωρούσε ότι προσβλήθηκαν οι φοιτητές από τα λόγια του Γαλβάνη και απείλησε ότι αν δεν πήγαιναν οι της ιατρικής στις ακροάσεις θα τους απέκλειε το ίδιο το Υπουργείο. Φυσικό ήταν ότι η απάντηση αυτή ερέθισε τους φοιτητές οι οποίοι πήγαν στο Πανεπιστήμιο και συμφώνησαν με τους υπόλοιπους να κλείσουν εκείνοι πρώτοι το ίδρυμα. Όταν μάλιστα επιχείρησε να μπεί στις αίθουσες ο Γαλβάνης τον γιουχάρανε, έγινε επεισόδιο μεταξύ των μπράβων του και φοιτητών, επενέβη η αστυνομία και έγιναν συμπλοκές. Μετά τα επεισόδια αυτά το Υπουργείο διέταξε να κλείσουν η Ιατρική σχολή και το Νοσοκομείο και να τιμωρηθούν οι πρωταίτιοι. Ο Πρύτανης Χρηστομάνης ζήτησε να παραιτηθεί η επιτροπή των φοιτητών γιατί οι αρχές την θεωρούσαν υπαίτια για τις ταραχές. Πράγματι η επιτροπή παραιτήθηκε, εκλέχτηκε νέα και τα μέλη κλήθηκαν σε μυστική συνεδρίαση (τους παρακολουθούσε η αστυνομία) το βράδυ της 20ης Νοεμβρίου 1896, στο ζυθοπωλείο του Μετς. Στη μυστική συνάντηση, όπου παρεβρέθηκαν 80 περίπου φοιτητές, αφού οργανώθηκε η επιτροπή αγώνα, γιατί διέβλεπαν ότι τα πράγματα θα οξύνονταν, αποφάσισαν να εμμείνουν στο αίτημα τους να οπλιστούν όλοι αφού έβλεπαν ότι η αστυνόμευση τους ενοχλούσε και σε περίπτωση εισόδου της αστυνομίας στους πανεπιστημιακούς χώρους να της αντισταθούν ένοπλοι να συσπειρώσουν όλους τους φοιτητές γύρω από τον αγώνα τους να επαναλάβουν τη διαμαρτυρία τους προς τον Πρύτανη και το Υπουργείο όταν χρειαζόταν να συγκαλείται η επιτροπή τους αυτό θα γινόταν με κωδικά μηνύματα μέσω των εφημερίδων.
Ένοπλες συγκρούσεις φοιτητών-Αστυνομίας
Όλα αυτά άρχισαν να υλοποιούνται από την επόμενη μέρα. Στο μεταξύ οι φοιτητές, οπαδοί του Γαλβάνη, που προσπάθησαν κατά διαστήματα να επηρεάσουν τους άλλους ώστε να παραβρεθούν στις ακροάσεις πέτυχαν αντίθετα να ανάβουν τα αίματα, και να γίνονται συμπλοκές στις οποίες συχνά έπαιρνε μέρος και η Αστυνομία. Σε λίγο έφτασαν οι γιορτές της Πρωτοχρονιάς, και το Πανεπιστήμιο έκλεισε αφήνοντας το θέμα ανοικτό για το νέο έτος. Και πράγματι με την έναρξη του νέου έτους μετά από προτροπή της Κυβέρνησης η αστυνομία διατάχθηκε να μπεί στο Πανεπιστήμιο και να αναγκάσει τους φοιτητές να πάνε στις ακροάσεις του Γαλβάνη. Ο ίδιος ο διευθυντής της αστυνομίας, ο γνωστός Μπαϊρακτάρης, ανάγκασε δυο φοιτητές τραβώντας τους να μπουν μέσα, αυτοί αρνήθηκαν, τους συνέλαβε και τους οδήγησε προς τις κλούβες (αμάξια τότε ιππίλατα). Οι αστυνομικοί επιχείρησαν να μπουν στην αίθουσα της Νομικής, διώχτηκαν όμως και άρχισε η μεγάλη συμπλοκή μπροστά στο Ανατομείο. Βλέποντας να συλαμβάνονται οι συνάδελφοί τους, από τους οποίους ο ένας ήταν αναίσθητος και γεμάτος αίματα, όλοι μαζί οι φοιτητές έπεσαν πάνω στους αστυνομικούς χτυπώντας τους με πέτρες και ρόπαλα. Αυτοί βγάλαν τα σπαθιά τους και άρχισαν να χτυπάνε στο ψαχνό. Ταυτόχρονα, όσοι φοιτητές είχαν πιστόλια άρχισαν να πυροβολούν τους αστυνομικούς που αντιπυροβόλησαν και έγινε μεγάλη μάχη μπροστά στις κλούβες στην προσπάθεια των φοιτητών να πάρουν πίσω, τους συναδέλφους τους. Πάνω στη συμπλοκή δυο αστυνομικοί χάνουν τα ξίφη τους και λαβώνονται, ενώ αρκετοί άλλοι λαβωμένοι υπάρχουν και από τίς δυο πλευρές. Αμέσως έρχεται ενίσχυση της αστυνομίας και τα επεισόδια παίρνουν μεγάλη έκταση. Σ' όλες τις σχολές του Πανεπιστημίου γίνονται συμπλοκές ενώ ανταλλαγές πυροβολισμών γίνονται μπροστά στα Προπύλαια και στο Νοσοκομείο στη Σόλωνος. Ο Μπαϊρακτάρης μαζί με άλλους που επεχείρησαν να παραβιάσουν την ανατολική πύλη του ιδρύματος βρέθηκαν μπροστά στα στόμια των περιστρόφων των φοιτητών και αναγκάστηκαν να οπισθοχωρήσουν. Τελικά οι συμπλοκές σταμάτησαν με την επέμβαση των καθηγητών, του Εισαγγελέα, του Φρούραρχου της πόλης και του Πρύτανη του Πανεπιστημίου. Υπήρχαν πολλοί λαβωμένοι ελαφριά και δυο σοβαρά, ένας αστυνόμος από σφαίρα και από ξίφος ο φοιτητής Φιλολ. Παναγιωτόπουλος.
Αποφασίζεται κατάληψη του Πανεπιστήμιου
Τα επεισόδια αυτά απέδειξαν ότι ο καθηγητής Γαλβάνης είχε ερείσματα πολιτικά και όταν την επόμενη μέρα οι φοιτητές πήγαν στον πρωθυπουργό Θεόδωρο Δεληγιάννη για να διαμαρτυρηθούν, αυτός τους απάντησε ότι είχαν άδικο και να επιστρέψουν στο Πανεπιστήμιο. Αντίθετα οι φοιτητές ζήτησαν τώρα και την ποινική δίωξη του Γαλβάνη, σαν ηθικού αυτουργού των επεισοδίων. Κατόπιν η επιτροπή πήγε να συναντήσει τους υπόλοιπους φοιτητές και αφού τους ενημέρωσε αποφάσισαν να αντισταθούν μέχρι τέλους και να ζητήσουν την παραίτηση του Πρύτανη. Ύστερα έκαναν έρανο για να συγκεντρώσουν χρήματα και να τυπώσουν σε φυλλάδιο τα αιτήματα τους ώστε να ενημερωθεί ο κόσμος σωστά. Η επόμενη ενέργεια ήταν να πάνε στο σπίτι του Πρύτανη και να τον υποχρεώσουν να παραιτηθεί αφού η αστυνομία είχε καταπατήσει το πανεπιστημιακό άσυλο και τέλος αποφάσισαν να κάνουν την πρώτη στην ιστορία του φοιτητικού κινήματος κατάληψη. Επειδή είχαν πληροφορίες ότι η Κυβέρνηση για να εμποδίσει τις συναθροίσεις θα τοποθετούσε, φρουρά στο Πανεπιστήμιο, αποφάσισαν να την προλάβουν. Έτσι, 200 φοιτητές, ένοπλοι όσοι μπορούσαν, κατέλαβαν το Πανεπιστήμιο. Ακόμα κυκλοφόρησαν παράρτημα το «Πανεπιστήμιο», στο οποίο αφού εξιστορούσαν τα πάντα καλούσαν το λαό σε συγκέντρωση στα Προπύλαια την επόμενη μέρα.
Ο λαός συμπαραστέκεται
Τα πρωτοφανή αυτά γεγονότα, δηλαδή η κατάληψη του κτιρίου από ένοπλους και η διανομή του φυλλαδίου, σε 10.000 αντίτυπα, δημιούργησαν μεγάλη εντύπωση στο κοινό, την οποία επέτειναν τα δημοσιεύματα των εφημερίδων.
Πλήθος κόσμου πήγαινε στο Πανεπιστήμιο για να συζητήσει, να συμβουλέψει ή να συγχαρεί τους φοιτητές. Στη συγκέντρωση εκείνης της ημέρας, συγκέντρωση ηλεκτρισμένη, οι φοιτητές ανάπτυξαν τα αιτήματα τους και είπαν στον κόσμο και στους γονείς τους που είχαν πάει εκεί τα εξής: «Αν θέλετε να έχετε τέκνα άνευ τιμής, αν νομίζετε ότι ατιμάζομεν το ίδρυμα τούτο, τότε περιττού να λεγόμεθα τρόφιμοι αυτού, ας κλείση δε προτιμώτερον όπως μη επεκτείνεται η ατιμία και προς τους προγενεστέρους! Ημείς όμως τ' αναντία φρονούντες, απεφασίσαμεν να συνταφώμεν μετ' αυτού. Δηλούμε δε προσέτι, ότι ούτε, κυβέρνησις ούτε άλλη τις μεγαλύτερα δύναμις, αν υπάρχει εν τω κρατεί θα μας εκβίαση και εις δε αστυφύλαξ,, αν τολμήσει να πατήση τον περίβολον, ή το πεζοδρόμιον του Πανεπιστημίου θα φονευθή». Έτσι ένα καθαρά εκπαιδευτικό θέμα εξελίχτηκε σε σύγκρουση κοινωνική και πολιτική. Από το σημείο αυτό και μετά τα «Γαλβανικά» θα πάψουν να είναι μια εσωτερική σύγκρουση μεταξύ της έδρας και του φοιτητικού κόσμου και θα γίνει σύγκρουση του τελευταίου με το κατεστημένο. Και είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτη η διαπίστωση των φοιτητών, στην συγκέντρωση που πραγματοποίησαν εκείνη τη νύχτα: «Οι εχθροί της Ελλάδος, οι πραγματικοί και αληθείς υπάρχουσιν εν αυτή τη Ελλάδι, εν όσω δε δεν εξοντωθώσιν ούτοι ή τουλάχιστον αν τούτο δεν γείνη, δεν καταστώσι δια παντός τρόπου ανίκανοι προς εξακολούθησιν του καταχθονίου σχεδίου των, είνε αδύνατον να προοδεύσωμεν ως Έθνος...» Η κατάσταση ήταν σοβαρή και ακόμη σοβαρότερη έγινε όταν στάλθηκε στο Γαλβάνη επιτροπή που του έδωσε μια έγγραφη πρόταση των φοιτητών στην οποίαν υπήρχαν οι όροι κάτω από τους οποίους οι φοιτητές δέχονταν να λήξει το θέμα και να επανέλθουν στη σχολή τους. Όμως μόλις ο καθηγητής πήρε στα χέρια του το σημείωμα και άρχισε να το διαβάζει, αμέσως το πέταξε κάτω και τους είπε ότι εδώ και μερικές μέρες όλη η ιατρική σχολή βρίσκεται σε νευρική υπερένταση δηλ. ότι τρελλάθηκαν κάτι παρόμοιο ανταπάντησαν οι φοιτητές και το αδιέξοδο παρέμεινε.
Βίαιη εκκένωση του Πανεπιστήμιου;
Η κυβέρνηση του Θ. Δεληγιάννη, βλέποντας ότι το πράγμα έπαιρνε διαστάσεις, που δεν είχε υπολογίσει, κατέφυγε στη βία. Εκδόθηκαν 80 εντάλματα σύλληψης φοιτητών, όσα και τα μέλη της επιτροπής, για τους οποίους επιφυλάχτηκαν βασανιστήρια και ξυλοδαρμοί στα κρατητήρια. Οι φοιτητές Κολομβάκης και Φανός (ο Φανός είχε πολεμήσει με το σώμα των Ελλήνων γαριβαλδινών στο Δομοκό σαν έφεδρος) ρίχτηκαν στις φυλακές του Παλαμά όπου υπέστησαν πολλούς βασανισμούς. Τρόμος κυριάρχησε στους φοιτητές και αποφάσισαν να βγαίνουν έξω κατά ομάδες και οπλισμένοι ώστε να μπορούν να αντισταθούν. Ταυτόχρονα οι εφημερίδες με διάφορα δημοσιεύματα τους άρχιζαν να κατηγορούν την κυβέρνηση, ο κόσμος ξεσηκωνόταν και η κατάσταση επιδεινώθηκε. Ήδη υπήρχαν άλλα, πιο σοβαρά εσωτερικά γεγονότα, κυρίως η τότε εξέγερση της Κρήτης, και η Εθνική Εταιρεία καλούσε το λαό στα όπλα για τα εθνικά δίκαια. Έτσι η κυβέρνηση αντί να παύσει τον Γαλβάνη προτίμησε να δώσει τη λύση που ήθελε. Αποφάσισε να καταλάβει το Πανεπιστήμιο με τη βία, φονεύοντας ακόμα και φοιτητές αν χρειαζόταν.
Οι πολιορκημένοι οργανώνονται
Την απόφαση αυτή έμαθε η επιτροπή των φοιτητών και μυστικά ειδοποίησε τους άλλους να συγκεντρωθούν στο Πανεπιστήμιο φέρνοντας και όσα όπλα μπορούσαν να βρουν. Έτσι ενώ στο ίδρυμα συγκεντρώνονταν και ετοιμάζονταν οι φοιτητές, τα γύρω αστυνομικά τμήματα ενισχύονται, ενώ στους μπροστινούς δρόμους αρχίζουν περιπολίες ιππέων και ευζώνων. Στις 2 μ.μ. της επόμενης, όλοι οι δρόμοι γύρω από το ίδρυμα καταλαμβάνονται από αστυφύλακες, μπροστά στα Προπύλαια και την Ακαδημία παίρνει θέση μια ίλη ιππικού και δυο λόχοι ευζώνων τοποθετούνται στα διπλανά κτίρια — τη βιβλιοθήκη και την Ακαδημία. Τα νέα διέτρεξαν την πόλη σαν αστραπή και διαδόθηκαν διάφορες φήμες λ.χ. ότι οι φοιτητές θα ανατίναζαν το Πανεπιστήμιο με δυναμίτη κ.λ.π. Ο κλοιός είχε γίνει ασφυκτικός γύρω απ' το Πανεπιστήμιο και δεν μπορούσε κανείς να πλησιάσει. Παράλληλα οι δυνάμεις που βρίσκονταν γύρω από το Πανεπιστήμιο καλούσαν τους φοιτητές να βγουν και υπόσχονταν ότι κανείς δεν θα τους πειράξει. Πράγματι αρκετοί έφυγαν αλλά τελικά έμειναν 150 άτομα με τα όπλα στο χέρι, αποφασισμένα να σκοτωθούν. Ένας από αυτούς βρήκε τη σημαία του ιδρύματος και ανεβαίνοντας πάνω στο αέτωμα την ανάρτησε μέσα στους αλαλλαγμούς του πλήθους που είχε μαζευτεί δημιουργώντας αδιαχώρητο. Αμέσως οι φοιτητές κάνουν σύσκεψη, διορίζουν γενικό αρχηγό το Σπ. Τασιόπουλο, φοιτητή της ιατρικής και πρώην έφεδρο και οργανώνουν την άμυνα του κτιρίου. Βάζουν σκοπούς και περιπόλους, σκοπευτές ανεβαίνουν στο αέτωμα, ενώ οι πιο πολλοί παίρνουν θέση στα προπύλαια που ήταν και το πιο ευάλωτο σημείο για έφοδο. Το σκοτάδι σιγά σιγά πέφτει, ο περισσότερος κόσμος άρχισε να φεύγει από το πολύ κρύο, ενώ γύρω από το ίδρυμα έμειναν τα στρατιωτικά σώματα σιωπηλά. Είχε διαταχτεί από την κυβέρνηση να κοπεί η παροχή του ηλεκτρικού στο ίδρυμα, το οποίο ήταν κατασκότεινο. Οι φοιτητές όμως κάπου βρήκαν λαμπάδες τις άναψαν και έτσι το Πανεπιστήμιο έμοιαζε σαν να ζωντάνεψε ξαφνικά.
150 όπλα... 100άδες στολές και ένας δισκοβόλος...
Οι φοιτητές κάναν συμβούλιο και έλεγξαν τα όπλα τους. Είχαν και οι 150 σχεδόν πιστόλια και μερικοί είχαν και μαχαίρια. Πολύ λίγοι ήταν άοπλοι. Ενώ σκέπτονταν ότι η άμυνα τους ήταν λειψή, κάποιος είπε ότι ίσως να υπάρχουν στα υπόγεια τα όπλα της φοιτητικής φάλαγγας, οπότε θα υπήρχαν και εφόδια. Πράγματι, οι φοιτητές έψαξαν στα υπόγεια, αλλά δε βρήκαν παρά μόνο μεγάλη ποσότητα από λαμπάδες τις οποίες χρησιμοποίησαν για φωτισμό και πολλά κουμπιά από τις στολές της φοιτητικής φάλαγγας, που τα χρησιμοποίησαν για στολισμό των ρούχων τους ώστε να μοιάζουν από μακριά σαν στολές. Παράλληλα μπόρεσαν να βρουν τις δεξαμενές του κτιρίου γεμάτες νερό ώστε να το χρησιμοποιήσουν αφού και αυτό τους είχε κοπεί μαζί με την παροχή του ηλεκτρικού. Οι εκτός του Πανεπιστημίου φίλοι των έγκλειστων φοιτητών προσπαθούν με κάθε τρόπο να επικοινωνήσουν μαζί τους· ο συμφοιτητής τους Παρασκευόπουλος που ήταν δισκοβόλος, τους πετά από εκατό μέτρα απόσταση γαλέτες, καπνό και μαζί σημειώματα μελών της επιτροπής τους που τους παροτρύνουν να κρατήσουν μέχρι το επόμενο πρωί τις 10 π.μ. Επίσης παίρνουν σημειώματα πολλών αξιωματικών του στρατού με τα οποία δηλώνουν την πρόθεση τους να τους βοηθήσουν. Και ενώ συμβαίνουν όλα αυτά η πόλη έξω από το Πανεπιστήμιο είναι ανάστατη. Η κυβέρνηση είχε απαγορεύσει την ανακοίνωση κάθε είδησης σχετικής με τα γεγονότα προς την επαρχία, όμως τα νέα είχαν φτάσει σε αρκετά μέρη και 500 Πατρινοί ήταν έτοιμοι να πάνε στη Αθήνα με ειδική αμαξοστοιχία για να βοηθήσουν τους φοιτητές. Οι εκτός του ιδρύματος φοιτητές είχαν καλέσει το λαό σε πολυπληθές συλλαλητήριο, στη διάρκεια του οποίου έγιναν αιματηρές συγκρούσεις με την αστυνομία στην οδό Σταδίου, και υπήρξαν τραυματίες και νεκροί και από τις δυο παρατάξεις. Τα ονόματα κρατήθηκαν μυστικά εκτός από αυτό του μαθητή Βαρότση το πτώμα του οποίου τάφηκε κρυφά από την αστυνομία και δε δόθηκε τους συγγενείς του για να αποφευχτούν χειρότερες εξελίξεις. Η κυβέρνηση μετά από αυτά χαρακτήρισε τους φοιτητές στασιαστές και σχεδίαζε με το ξημέρωμα, να κηρύξει στρατιωτικό νόμο στο λεκανοπέδιο της Αττικής. Ταυτόχρονα η κρητική επανάσταση είχε γενικευθεί και τα προβλήματα συσσωρεύονταν.
«Υπόγειες» και «εναέριες» ... αποστολές
Ανάμεσα σ' αυτούς που τους επιτράπηκε να έλθουν σ' επικοινωνία με τους φοιτητές ήταν εννέα καθηγητές τους που προσπάθησαν με διάφορες παραινέσεις να πείσουν τους φοιτητές να σταματήσουν την κατάληψη και να βοηθήσουν την κυβέρνηση που αντιμετώπιζε το μεγάλο εθνικό ζήτημα της Κρήτης. Οι φοιτητές στην αρχή επηρεάστηκαν από τις παραινέσεις αυτές αλλά τελικά επέμειναν και πάλι ότι θα έβγαιναν από το Πανεπιστήμιο όταν θα είχε απολυθεί ο Γαλβάνης. Οι εκτός του ιδρύματος φοιτητές που είχαν οργανώσει το μεγάλο συλλαλητήριο εκείνο το απόγευμα, ξανασυγκεντρώθηκαν στη Λέσχη τους και προσπάθησαν να βρουν τρόπο επικοινωνίας με τους καταληψίες. Παρουσιάστηκε τότε κάποιος φοιτητής που είχε μαζί του σχεδιάγραμμα του δικτύου των υπονόμων και πρότεινε να το χρησιμοποιήσουν για να έρθουν σ' επαφή μαζί τους. Έτσι αμέσως έκαναν έρανο μεταξύ τους και συγκέντρωσαν 250 δρχ. για να αγοράσουν τυριά και ψωμιά και όρισαν τόπο συνάντησης μια διασταύρωση της Σόλωνος. Πράγματι στις 11 το βράδυ κατέβηκαν στους υπόνομους 6 φοιτητές κουβαλώντας δυο τσουβάλια με εφόδια και τρόφιμα και περνώντας τους διαδρόμους έφτασαν στην πλάκα που σκέπαζε το στόμιο του φρεατίου στο προαύλιο του Πανεπιστημίου. Δυστυχώς οι έγκλειστοι, παρά τις φωνές τους, δεν μπόρεσαν να τους ακούσουν και να ανοίξουν το στόμιο. Έτσι η σημαντική αυτή προσπάθεια πήγε χαμένη, ενώ θα άλλαζε οπωσδήποτε την κατάσταση. Αναγκάστηκαν λοιπόν οι πελταστές να δουλέψουν και πάλι και έτσι έμαθαν οι έγκλειστοι τα καθέκαστα· τους πληροφόρησαν ακόμη ότι ετοιμαζόταν μεγάλο συλλαλητήριο για την επόμενη στις 10 π.μ. και τους ανακοίνωσαν το σχέδιο δράσης τους κατά τη διάρκεια του συλλαλητηρίου. Αυτό είχε δυο φάσεις. Η πρώτη ήταν το ξεσήκωμα του κόσμου ώστε να φτάσει μπροστά στο Πανεπιστήμιο, να διασπάσει τον κλοιό και να λύσει την πολιορκία με τη βία. Στη δεύτερη φάση, ταυτόχρονα με τον ξεσηκωμό του λαού και ενώ αυτός θα βάδιζε προς το ίδρυμα, από κοντινές συνοικίες θα ορμούσαν 150 φοιτητές καλά οπλισμένοι, θα έκαναν έφοδο προς τους πολιορκητές και θα τους διασπούσαν προσπαθώντας παράλληλα να ενωθούν με τους μέσα. Έτσι τη νύκτα εκείνη γίνονταν πολλές συσκέψεις και όλοι περίμεναν με αγωνία το ξημέρωμα. Με το χάραμα η πόλη ήταν σαν πολιορκημένη. Σιγά-σιγά ο κόσμος, πληροφορημένος από τις εφημερίδες και τις διάφορες φήμες τα καθέκαστα, άρχισε να συγκεντρώνεται γύρω από την Ομόνοια και περίμενε τους αρχηγούς των φοιτητών να μπουν επικεφαλής της πορείας. Όλη η φρουρά της πόλης βρισκόταν στο πόδι με τα όπλα έτοιμα, οι αξιωματικοί είχαν διαταχθεί να είναι σε ετοιμότητα κι αυτός ακόμη ο Διάδοχος, σαν αρχηγός του 3ου αρχηγείου που έδρευε στην Αθήνα, βρισκόταν στο πόδι, έτοιμος να επέμβει όταν τα πράγματα θα έπαιρναν άσχημη και επικίνδυνη τροπή.
Παρ' ολίγο αιματοχυσία
Στις 9.30 οι φοιτητές ξεκινούν για να ηγηθούν της πορείας ενώ η κυβέρνηση, παίζοντας τα τελευταία χαρτιά της, στέλνει τον αρχηγό της Αστυνομίας Μπαϊρακτάρη και το Φρούραρχο Στράτο στους φοιτητές στο Πανεπιστήμιο και τους διατάζει να εκκενώσουν σε πέντε λεπτά το ίδρυμα. Οι φοιτητές αρνούνται, μερικοί επιχειρούν να αιχμαλωτίσουν τον Μπαϊρακτάρη αλλά εμποδίζονται από άλλους πιο συνετούς, οι στρατιώτες διατάζονται εφ' όπλου λόγχη και προχωρούν σιγά-σιγά προς τα Προπύλαια, ενώ ένας ανθυπολοχαγός του Πυροβολικού κρατά μια αντλία και ετοιμάζεται να τη στρέψει πάνω στους φοιτητές. «... αστραπηδόν περί τους 30 φοιτητάς ευρισκόμενοι προ των Προπυλαίων εισπηδόμεν ασκεπείς με τα περίστροφα και δυναμίτιδας ανά χείρας και τασσόμεθα κύκλω του περιβόλου έτοιμοι να πυροβολήσωμεν πλέον εάν εβλέπωμεν τον στρατού πατώντα επί του προαυλίου», ενώ τρεις κάνες όπλων σημαδεύουν τον αξιωματικό με την αντλία. Εκείνη τη στιγμή, λίγο πριν τη σύγκρουση, εμφανίζεται ο φρούραρχος και μερικοί καθηγητές και προσπαθούν να ηρεμήσουν τα πνεύματα, αναγκάζοντας τους στρατιώτες να οπισθοχωρήσουν λίγο. Η ενέργεια αυτή αποσόβησε πραγματικά την επαπειλούμενη αιματοχυσία γιατί η λαοθάλασσα της Ομόνοιας είχε ανέβει κιόλας προς τα πάνω και είχε κατακλύσει την περιοχή. Η κυβέρνηση, στην οποία είχε ήδη ξεσπάσει κρίση, βλέποντας ότι δίχως αιματοχυσία δεν θα μπορούσε να βγάλει τους φοιτητές και να καταλάβει το Πανεπιστήμιο, ετοιμάζεται να παραιτηθεί.
Το «παιχνίδι» του Μιστριώτη
Τότε φτάνει στο υπουργικό συμβούλιο ο καθηγητής Μιστριώτης —ήρωας πολλών μελλοντικών επεισοδίων με αντιδραστικό χαρακτήρα— που δηλώνει ότι ήρθε σ' επαφή με τους φοιτητές και συμφώνησε μαζί τους να εμποδίσουν το συλλαλητήριο και τα πιθανά έκτροπα που θα ακολουθούσαν. Το υπουργικό συμβούλιο δίνει τότε εντολή στο Μιστριώτη να πάει στους φοιτητές και να τους ανακοινώσει ότι η κυβέρνηση υποχωρεί και αποδέχεται τα δίκαια αιτήματα τους όπως λ.χ. τη παύση του Γαλβάνη και δίνει στους φοιτητές τέλεια αμνηστία για όσα έγιναν. Όλα αυτά τα μεταφέρει ο καθηγητής στους έγκλειστους φοιτητές οι οποίοι απαντούν ότι θα αποφασίσουν σε μια ώρα και τούτο γιατί ήθελαν να δουν τι θα γίνει με το συλλαλητήριο. Φαίνεται όμως ότι κάποιοι φοιτητές από τους έγκλειστους, είχαν προσυνεννοηθεί με τον Μιστριώτη και ενώ αυτός είχε ήδει πάει στο Πανεπιστήμιο και συζητούσε με τους εκεί φοιτητές οι άλλοι έφτασαν στο χώρο της συγκέντρωσης, προτού η τελευταία φτάσει στα Προπύλαια και ανάγκειλαν στον κόσμο ότι έπρεπε να σταματήσει την πορεία γιατί η κυβέρνηση είχε υποχωρήσει και ότι έπρεπε να περιμένουν τους πολιορκημένους φοιτητές που θα έφταναν σε λίγο. Το γεγονός αυτό αποδυνάμωσε την πορεία και λίγο-λίγο ο κόσμος άρχιζε να διαλύεται. Οι πολιορκημένοι φοιτητές όμως δεν φαίνονταν, οι σύντροφοι τους σε λίγο πληροφορήθηκαν την δολιότητα ή υστεροβουλία αυτών που είχαν συμφωνήσει με το Μιστριώτη, και η κατάσταση άρχισε πάλι να οξύνεται. Είπαν στον κόσμο που παρέμεινε τι είχε συμβεί και όλοι μαζί αποφάσισαν να πάνε να διαλύσουν τον κλοιό των στρατιωτών με το ζόρι. Οι πολιορκημένοι στο μεταξύ, μη βλέποντας να φτάνει ο κόσμος που περίμεναν κι ούτε να γίνεται καμμιά άλλη ενέργεια, άρχισαν να ανησυχούν φοβούμενοι προβοκάτσια. Έβλεπαν ότι η στρατιωτική ζώνη και οι αστυφύλακες που πολιορκούσαν το Πανεπιστήμιο παρέμεναν στη θέση τους και αυτό τους δημιουργούσε αμφιβολίες για την ειλικρίνεια των προτάσεων της κυβέρνησης, που τους είχε διαβιβάσει ο καθηγητής Μιστριώτης. Έτσι ετοιμάστηκαν να τις απορρίψουν, όταν έφτασαν ταυτόχρονα διάφοροι καθηγητές, ο φρούραρχος Στράτος, και ο μητροπολίτης Προκόπιος και όλοι μαζί προσπάθησαν να τους πείσουν ότι οι προτάσεις της Κυβέρνησης ήταν αληθινές. Οι φοιτητές ζήτησαν πριν από όλα να διαλυθούν και να απομακρυνθούν τα στρατιωτικά σώματα και η αστυνομία και συμφώνησαν να βγουν από το Πανεπιστήμιο, και να κατευθυνθούν προς την πλατεία του Κολωνακίου και να διαλυθούν. Πράγματι, τα σώματα ασφαλείας και ο στρατός αποσύρθηκαν και οι φοιτητές βγαίνοντας όλοι μαζί σε τετράδες από το Πανεπιστήμιο, κατευθύνθηκαν στη γνωστή πλατεία όπου τους περίμενε πλήθος κόσμου, φίλοι, συγγενείς, συμφοιτητές, κλπ. Εκεί, αφού ακούστηκαν διάφοροι λόγοι ανάλογοι με το πνεύμα της στιγμής ο καθηγητής Μιστριώτης επαίνεσε το φοιτητικό κόσμο για την ηρωική και παραδειγματική συμπεριφορά του και τόνισε ότι ο αγώνας των φοιτητών έληξε κυρίως γιατί οι τελευταίοι είχαν συναισθανθεί την κρισιμότητα των εθνικών γεγονότων και δεν σκόπευαν να οδηγήσουν την διαμαρτυρία τους σε επίπεδο εσωτερικής αναταραχής.
Φρουρά στο Πανεπιστήμιο
Η κυβέρνηση του Δεληγιάννη όμως φέρθηκε ύπουλα αφού αμέσως μετά την έξοδο των φοιτητών αναίρεσε όσα είχαν συμφωνηθεί και καταστρατήγησε τις υποσχέσεις που είχαν δώσει όλοι οι επίσημοι στους φοιτητές. Έτσι, το ίδιο εκείνο βράδυ, έγινε γνωστό ότι η κυβέρνηση αποφάσισε να κυνηγήσει ποινικά όλους τους πρωταίτιους των επεισοδίων. Ακόμα, ζήτησε και πήρε τα κλειδιά του Πανεπιστημίου στο οποίο εγκατέστησε φρουρά, ώστε να μην είναι δυνατό να ξανακαταληφθεί το ίδρυμα και να αποτελέσει φοιτητικό οχυρό.
Ο ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ Θ. ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ
|
Εκδόθηκαν πράγματι γύρω στα 90 εντάλματα αλλά οι φοιτητές είχαν ειδοποιηθεί εγκαίρως και δεν πιάστηκε κανένας. Την άλλη μέρα το πρωί έγιναν γνωστά όλα αυτά και προκάλεσαν την οργή του κόσμου, όταν μάλιστα αποκαλύφθηκε ότι τα κλειδιά δεν τα είχαν παραχωρήσει οι καθηγητές αλλά είχε γίνει βίαιη κατάληψη και καταπάτηση του πνευματικού ιδρύματος.
Εθελοντές στη Κρήτη
Οι φοιτητές συγκεντρώθηκαν κρυφά στη λέσχη τους και εκεί πήραν την απόφαση να κυκλοφορούν οπλισμένοι για να μην πιαστούν, ταυτόχρονα δε σύνταξαν ένα υπόμνημα «Προς την Βουλήν των Ελλήνων» που το έδωσαν στο προεδρείο της Βουλής, κατόπιν πήγαν στον Εισαγγελέα και διαμαρτυρήθηκαν για την έκδοση των 90 ενταλμάτων και τέλος συγκάλεσαν σύσκεψη γύρω στο μεσημέρι της 4ης Ιανουαρίου με θέμα την πορεία που θα ακολουθούσαν. Εκείνο το απόγευμα όμως τα γεγονότα τους πρόλαβαν: στη Βουλή έγινε συζήτηση για το Κρητικό ζήτημα μέσα σε μια ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα και τελικά η κυβέρνηση κάτω από την πίεση της αντιπολίτευσης πήρε την απόφαση να στείλει στόλο στην Κρήτη να βοηθήσει τον κρητικό λαό που είχε ξεσηκωθεί. Ήταν μια απόφαση με μεγάλη ιστορική βαρύτητα. «Ούτως εχόντων των πραγμάτων την επομένην άπας ο Ελληνικός Λαός δια ακράτητου ενθουσιασμού εχαιρέτιζεν την νέαν κυβερνητική ενέργεια και δράσιν οι δε φοιτηταί ανελθόντες εν τη Λέσχη μια φωνή απεφασίσαμεν να αναβάλωμεν τας περί ικανοποιήσεως ημών ενεργείας, και μη παρεμβάλλωμεν εμπόδια εις την κυβέρνησιν αποφασίσαμεν τέλος εμπράκτως να επέμβη υπέρ των δούλων αδελφών τη προτάσει δε τινών απεφασίσαμεν να σχηματισθεί πάραυτα σώμα φοιτητικόν όπως κατέλθωμεν εις Κρήτη και συναγωνισθώμεν παρά το πλευρού των αδελφών Κρητών, δια βοής δε εξελέγη μια επιτροπή ρτις κατόρθωσεν αυθημερόν να αναλάβη την αποστολήν του σώματος η «Εταρεία ο Ελληνισμό» ανοιχθέντος προς τούτο καταλόγου». Μέσα στη θύελλα των εθνικών ανακατατάξεων ξαναστήθηκε η φοιτητική ή πανεπιστημιακή φάλαγγα και κατέβηκε να πολεμήσει στην Κρήτη, όπου είχε σχετικά αξιόλογη δράση. Με το τέλος της δράσης της αυτής τελειώνει ουσιαστικά μια μεγάλη παρένθεση στο φοιτητικό κίνημα της εποχής που κύριο χαρακτηριστικό της είναι η παρουσία ένοπλων φοιτητικών σωμάτων με αρχή την ίδρυση της Πανεπιστημιακής ή φοιτητικής φάλαγγας στα 1862. Μια απόπειρα επανασύστασης της φοιτητικής φάλαγγας θα γίνει στα 1909 από τους φοιτητές που είχαν δημιουργήσει την «Πανεπιστημιακή Ένωση», στα πλαίσια της βοήθειας προς την επανάσταση του Ζορμπά στο Γουδί, δίχως όμως αποτέλεσμα. Από το 1862-1896, για μια περίοδο 34 ετών, τα ένοπλα φοιτητικά σώματα θα συμβάλουν στη γενικώτερη προσπάθεια για εθνική απελευθέρωση και προσάρτηση εθνικών χώρων.
Τότε...
Μηνιαίο περιοδικό για την ελληνική ιστορία
Τεύχος Νο 5
from ανεμουριον https://ift.tt/2PhBiuI
via IFTTT