ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΣ ΣΥΖΗΤΟΥΝ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ ΣΕ ΚΑΦΕΝΕΙΟ ΤΗΣ ΠΛΑΤΕΙΑΣ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ (ΓΕΝΝΑΔΕΙΟΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ) |
Το 1881 έγινε μία σημαντική αλλαγή στον ελληνικό χώρο: τα «ασφυκτικά» όρια του βασιλείου διευρύνθηκαν με την προσάρτηση της εύφορης Θεσσαλίας και της Άρτας. Η παραχώρηση των εδαφών αυτών αποφασίσθηκε από τις Μεγάλες Δυνάμεις το 1878, στο Συνέδριο του Βερολίνου, χρειάστηκαν όμως διπλωματικοί αγώνες τριών χρόνων για να εκτελεσθεί η απόφαση, και μάλιστα όχι σε όλη της την έκταση.
Στην πρωθυπουργία της Ελλάδας εναλλάσσονταν τότε οι δύο μεγάλοι πολιτικοί, ο Χαρίλαος Τρικούπης, αρχηγός του προοδευτικού κόμματος και ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος, επικεφαλής του συντηρητικού. Κοινά χαρακτηριστικά τους ήταν το ήθος, ο πατριωτισμός, ο σεβασμός στον κοινοβουλευτισμό και στο Σύνταγμα, το ενδιαφέρον τους για την πρόοδο της Ελλάδας. Κοινή ήταν και η μοίρα τους στο τέλος της ζωής τους. Ο Κουμουνδούρος, που υπέγραψε τη συνθήκη της προσάρτησης της Θεσσαλίας, άκουσε να τον αποκαλούν προδότη, γιατί υποχρεώθηκε να δεχθεί τον περιορισμό των παραχωρούμενων εδαφών, και είδε τους βουλευτές της Θεσσαλίας να τον εγκαταλείπουν, αυτόν τον απελευθερωτή τους, ανατρέποντας έτσι την κυβέρνηση του. Με την πικρία αυτή πέθανε ένα χρόνο αργότερα. Ο Τρικούπης, ο εκσυγχρονιστής, ο μεταρρυθμιστής, ο πολιτικός με τις μεγάλες πλειοψηφίες στο λαό και τη Βουλή, το 1895 δεν βγήκε καν βουλευτής. Εμεινε ιστορικό το «Ανθ' ημών ο κύριος Γουλιμής», με το οποίο τελείωσε την πολιτική του σταδιοδρομία. Ένα χρόνο αργότερα πέθανε αυτοεξόριστος στις Κάννες.
Τρίτο πρόσωπο στο πολιτικό προσκήνιο ήταν ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης, που είχε εκπροσωπήσει τα ελληνικά συμφέροντα στο Συνέδριο του Βερολίνου, ως υπουργός Εξωτερικών. Μετά τον θάνατο του Κουμουνδούρου, τον διαδέχθηκε στην αρχηγία της αντιπολίτευσης, αποτελώντας εν συνεχεία τον κατεξοχήν αντίπαλο του Τρικούπη, με τον οποίο εναλλασσόταν στην εξουσία.
Τρία ήταν και τα κύρια θέματα της εποχής: Ο εκσυγχρονισμός του κράτους, η οικονομική του κατάσταση και οι εδαφικές διεκδικήσεις για την απελευθέρωση των όμορων επαρχιών.
Ο εκυγχρονισμός του Κράτους
Ο Κουμουνδούρος είχε κατανοήσει την αναγκαιότητα της τεχνοοικονομικής υποδομής για τον εκσυγχρονισμό της χώρας, αλλά οι σχετικά βραχύβιες κυβερνήσεις του και οι γενικότερες πολιτικές συνθήκες δεν του επέτρεψαν να επιφέρει τις μεταρρυθμίσεις που επέφερε ο Τρικούπης. Αντίθετα οι δύο μακροχρόνιες πρωθυπουργίες του Τρικούπη (1882-1885 και 1886-1890) και η μεγάλη πλειοψηφία που διέθετε στη Βουλή του έδωσαν τη δυνατότητα να προχωρήσει στην αναδιοργάνωση του κράτους κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα.
Οι συζητήσεις για τα μεγάλα έργα είχαν αρχίσει επί Κουμουνδούρου, η κατασκευή όμως των σιδηροδρόμων, του Ισθμού της Κορίνθου, των εθνικών δρόμων και των γεφυρών, καθώς και η αποξήρανση της Κωπαΐδας, φέρουν τη σφραγίδα του Τρικούπη. Αλλά τα δημόσια έργα, η πρόσκληση ξένων αναδιοργανωτών για τον στρατό, τον στόλο και τη δημόσια διοίκηση, η ίδρυση στρατιωτικών σχολών, η παραγγελία θωρηκτών και γενικά όλα τα εκσυγχρονιστικά μέτρα, απαιτούσαν μεγάλα κεφάλαια.
ΓΕΛΟΙΟΓΡΑΦΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΕΟ ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗ, ΜΕ ΤΟΝ ΤΡΙΚΟΥΠΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΔΗΛΙΓΙΑΝΝΗ ΚΑΒΑΛΑ ΣΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ (ΕΘΝΙΚΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ) |
Ο Τρικούπης στράφηκε προς τον εσωτερικό και τον εξωτερικό δανεισμό και την αύξηση της φορολογίας, υπερεκτιμώντας ίσως τις δυνατότητες της χώρας και του λαού. Η φορολογία μέσα σε μια εικοσαετία διπλασιάσθηκε και κατά την περίοδο 1879-1890 συνήφθησαν δάνεια ύψους 630 εκ. δρχ., ποσόν υπέρογκο για την εποχή.
Ο Δηλιγιάννης, εκμεταλλευόμενος τη δυσφορία του λαού από τη συνεχή επιβολή νέων φόρων, κατέβαινε στις εκάστοτε εκλογές με το δημαγωγικό σύνθημα «Κάτω οι φόροι» και ανέτρεπε την κυβέρνηση Τρικούπη, ανατρέποντας κάθε φορά και το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα της. Εξάλλου ο ίδιος διακήρυσσε ότι το πρόγραμμα του ήταν «το ακριβώς αντίθετον από εκείνο του κυρίου Τρικούπη». Ερχόμενος στην αρχή, καταργούσε τους τρικουπικούς φόρους, καταργούσε τις μεταρρυθμίσεις και προσπαθούσε να βελτιώσει τα οικονομικά του κράτους μόνο με οικονομίες στη διοίκηση. Και η κρίση χειροτέρευε.
Τα οικονομικά ήταν το κύριο πρόβλημα των αλληλοδιαδεχόμενων κυβερνήσεων Δηλιγιάννη και Τρικούπη μετά το 1890. Αυτά προκάλεσαν και την ανορθόδοξη επέμβαση του βασιλιά. Το 1892 κυριολεκτικά απέλυσε τον Δηλιγιάννη, ενώ διέθετε την πλειοψηφία στη Βουλή. Ωστόσο η πτώχευση δεν αποφεύχθηκε, κηρύχθηκε τον επόμενο χρόνο από τον Τρικούπη, με το γνωστό «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν», προκαλώντας τη γενική δυσαρέσκεια λαού, πιστωτών και Μεγάλων Δυνάμεων. Το στέμμα ήταν αυτό που ώθησε και τον Τρικούπη σε παραίτηση το 1895, με την επέμβαση του διαδόχου σε συλλαλητήριο κατά των οικονομικών μέτρων της κυβέρνησης.
Οι εδαφικές διεκδικήσεις
Ο Τρικούπης θεωρούσε ότι πριν μπορέσει να διεκδικήσει πάλι η Ελλάδα εδάφη από την Τουρκία έπρεπε να εκσυγχρονισθεί το κράτος, να αναδιοργανωθεί η διοίκηση, να εξυγιανθεί η πολιτική ζωή, να αναπτυχθεί η οικονομία και να ενισχυθεί ο στρατός και ο στόλος. Προσανατολίζοντας την εξωτερική πολιτική του προς την Αγγλία, της οποίας τα συμφέροντα πίστευε ότι συνέπιπταν με τα ελληνικά, ακολούθησε πολιτική συνεργασίας με τους άλλους βαλκανικούς λαούς και ειρηνικής συμβίωσης με την Τουρκία. Εξάλλου δεν είχε άλλη δυνατότητα εκλογής, καθώς η στάση των δυνάμεων έναντι των ελληνικών επεκτατικών πόθων ήταν μονίμως αρνητική, όπως αποδεικνύει ο αποκλεισμός του 1886 και η αντιμετώπιση των κρητικών επαναστάσεων του 1889 και του 1894-96.
Η εξωτερική πολιτική του Δηλιγιάννη ήταν αντίθετη και απέτυχε. Η Ελλάδα δεν είχε τη δύναμη μόνη να επιβληθεί στην Ανατολή, χωρίς τη συμπαράσταση των δυνάμεων ή τη συνεργασία των βαλκανικών κρατών. Το 1885, όταν ανακοινώθηκε ή ένωση της αυτόνομης Ανατολικής Ρωμυλίας με τη Βουλγαρία, ο Δηλιγιάννης διέταξε επιστράτευση διεκδικώντας όσα εδάφη προέβλεπε η απόφαση του Συνεδρίου του Βερολίνου να προσαρτηθούν και δεν προσαρτήθηκαν. Η αγνόηση της αρνητικής διάθεσης των Δυνάμεων οδήγησε, το 1886 στον θαλάσσιο αποκλεισμό της Ελλάδας από τους στόλους τους -με αρχηγό τον Άγγλο πρίγκιπα Αλφρέδο που αρχικά ο ελληνικός λαός είχε εκλέξει για βασιλιά μετά την έξωση του Όθωνα- και στην παραίτηση του Δηλιγιάννη. Το 1896, το κρητικό ζήτημα τον παρέσυρε σε νέα επιστράτευση και τελικά στον ατυχή πόλεμο του 1897, που, εκτός των άλλων ολέθριων συνεπειών του, κατέληξε και πάλι στην ανατροπή της κυβέρνησης του.
ΛΥΝΤΙΑ ΤΡΙΧΑ
Ο ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟΥ 1897
7 ΗΜΕΡΕΣ
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
ΑΘΗΝΑ 1997
from ανεμουριον https://ift.tt/2uFlVpA
via IFTTT