ΑΦΟΜΟΙΩΝΑ ΚΑΘΕ ΤΟΥ ΕΚΦΡΑΣΗ

ΜΕ ΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΑΛΙΚΗ (ΒΑΣΙΛΙΚΗ), ΤΟ ΓΕΝΑΡΗ ΤΟΥ 1960, ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥΣ. «Η ΚΥΡΙΑ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ ΣΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙΦΗΜΟ ΚΑΦΕ ΤΗΣ ΣΤΟ ΧΕΡΙ ΚΑΙ Ο ΜΟΝΟΣ ΣΤΟ ΠΙΑΝΟ...» (ΦΩΤ.: Κ. ΜΕΓΑΛΟΚΟΝΟΜΟΥ).
Της ΝΑΝΑΣ ΜΟΥΣΧΟΥΡΗ | Ο Μάνος είχε πει ότι μια μέρα, περνώντας μπροστά από το παράθυρο ενός σπιτιού στο Παγκράτι, άκουσε μια φωνή που του κίνησε το ενδιαφέρον κι έψαξε να βρει ποια ήταν. Έτσι μια μέρα ένας απεσταλμένος από τον Φίνο ήλθε να με βρει. Ψάχνοντας βέβαια. Ο Μάνος είχε την ευαισθησία ν' ακούει και να παρατηρεί τα πάντα, τους ήχους και τις εικόνες της ζωής. Λάτρευε τη ζωή, τη ζωγράφιζε με τη μουσική του. Είχε την περιέργεια της δημιουργίας, του ερευνητή. Ήταν «εστέτ» σε όλα του. Στον τρόπο που μιλούσε, που έγγραφε, που συνέθετε, που δημιουργούσε. Ο Μάνος είχε αδυναμία στους ήχους, στα μουσικά όργανα και θεωρούσε τη φωνή θεία αρμονία. Συγκέντρωνε γύρω του στο στούντιο όλων των ειδών μουσικούς -κλασικούς, λαϊκούς, τζαζ- και παραδοσιακά όργανα. Κανείς δεν πίστευε ότι θα ήταν δυνατόν να ταιριάζουν κι όμως έκανε θαύματα. Την πρώτη φορά που τον συνάντησα, ήμουν αναστατωμένη από το τρακ. Καθόταν μπροστά στο πιάνο του, μου χαμογέλασε και μου είπε ότι είχα παράξενη φωνή και ότι τον ενδιέφερε να τη χρησιμοποιήσει στα τραγούδια του. Εύρισκε ότι είχα κάτι μεταξύ κλασικού και μοντέρνου χρώματος, τελείως ιδιαίτερο, ξεχωριστό. Μου είπε να καθήσω δίπλα του κι άρχισε να παίζει νότες, να σχηματίζει φράσεις και σιγά-σιγά μου ζητούσε να τις τραγουδήσω. Πρώτα με α ή ο, μετά τραγουδώντας μου στίχους υποθετικούς. Τον παρακολουθούσα και προσπαθούσα να τραγουδήσω όπως έπαιζε, όπως τραγουδούσε. Έπαιζε πιάνο με ένα μοναδικό τρόπο, και τραγουδούσε επίσης με μοναδικό τρόπο. Προτιμούσε τις βαθιές νότες μου, αλλά ξαφνικά μ’ έκανε να τραγουδώ ψηλά μέχρι να σπάσω τη φωνή μου δραματικά. Όταν τον ικανοποιούσα χαμογελούσε με απορία. Η ώρα περνούσε με τον Μάνο γρήγορα. Ξαφνικά, όταν είχε δουλέψει αρκετά, «πάμε στου Φλόκα», μου λέει. Ούτε σκέφτηκα να αντιδράσω. Με είχε μαγέψει, έτσι όπως μάγευε μέχρι την τελευταία του στιγμή όλον τον κόσμο. Ήταν ηγεμονικός, όπως στην ύπαρξή του έτσι και στη μουσική του. Αφάνταστα γενναιόδωρος. Φτάνοντας στου Φλόκα γνώρισα τον Νίκο (σ.σ. Γκάτσο). Από τότε μαγεύτηκα από τους δύο. Για μένα οι δυο τους έγιναν σύμβολο στη ζωή μου. Ο ένας συμπλήρωνε την τελειότητα του άλλου. Ο Νίκος σοφός στοχαστής, αλλά αισθανόταν και ζούσε την απλή ύπαρξη της ζωής, γεμίζοντάς την ιδανική αρμονία αληθινών λέξεων. Ο Μάνος, εκρηκτικός δημιουργός, άνοιγε με τη μουσική του δρόμο και δημιουργούσε το χώρο. Άνοιγαν τον σκοτεινό θάλαμο της ζωής και τον γέμιζαν φως και ήλιο ελπίδας. Ο Μάνος έγραφε επίσης πολύ ωραία αλλά πάντοτε αντάλλαζε τις απόψεις του με το Νίκο κι έπαιζε με τις λέξεις μαζί του για να τελειοποιήσει και να ολοκληρώσει το έργο του.

ΞΕΝΥΧΤΙΑ...
Από τη στιγμή που γνώρισα το Μάνο ήθελε να είμαι πάντοτε μαζί του, και ήμουν παντού, στου Φλόκα μέχρι τα ξημερώματα. Περπατούσαμε λίγο, μετά παίρναμε ένα ταξί, μ’ άφηνε στο σπίτι μου και πήγαινε στο σπίτι του κατόπιν.
«Ο ΜΑΝΟΣ ΕΙΧΕ ΠΕΙ ΟΤΙ ΜΙΑ ΜΕΡΑ, ΠΕΡΝΩΝΤΑΣ ΜΠΡΟΣΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΕΝΟΣ ΣΠΙΤΙΟΥ ΣΤΟ ΠΑΓΚΡΑΤΙ, ΑΚΟΥΣΕ ΜΙΑ ΦΩΝΗ ΠΟΥ ΤΟΥ ΚΙΝΗΣΕ ΤΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΚΙ ΕΨΑΞΕ ΝΑ ΒΡΕΙ ΠΟΙΑ ΗΤΑΝ...». (Ο Μ.Χ. ΚΑΙ Η ΝΑΝΑ ΜΟΥΣΧΟΥΡΗ ΣΕ ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΡΩΤΕΣ ΣΥΝΑΥΛΙΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ, ΤΟ 1962) (ΦΩΤ.: «ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΟ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΦΩΤΟΡΕΠΟΡΤΕΡΣ»).
Όμως δεν κοιμόταν. Πολλές φορές, μια ώρα αργότερα, μου τηλεφωνούσε, «πάρε ένα ταξί κι έλα σπίτι. Γρήγορα, μη χάνεις καιρό». Έφθανα τρέχοντος. Η κυρία Χατζιδάκι στην πόρτα με τον περίφημο καφέ της στο χέρι, και ο Μάνος στο πιάνο. «Τραγούδησέ μου αυτή τη φράση», και συνεχίζαμε μέχρι το μεσημέρι. Έτσι γεννήθηκαν πολλά τραγούδια, μεταξύ άλλων και «Τα Παιδιά του Πειραιά». Στου Φλόκα με παρουσίαζε σε όλους τους φίλους, έτσι γνώρισα τον Μόραλη, τον Τσαρούχη, τον Χορν, τον Μινωτή, τον Πλωρίτη, τον Κούνδουρο, την Αλίκη, τον Ελύτη, τον Ρίτσο, τον Μίκη, πολλούς άλλους και πολλά παιδιά. Μου γνώρισε και την Μελίνα μια βραδιά στο σπίτι της Αμαλίτσας, όπου ήταν πολλοί καλεσμένοι, μαζί και ο Πατσιφάς και ο Καρύδης από τον «Ικαρο» -την πρώτη μας εταιρεία δίσκων- αλλά και εκδότες γνωστοί. Έδινε ραντεβού σε όλους στις 2 μ.μ. στου Φλόκα. Ο Νίκος έφτανε εκείνη την ώρα και σιγά σιγά περνούσαν όλοι οι φίλοι. Ο Μάνος άρχιζε να τηλεφωνεί από τις πέντε ότι φτάνει, δεν ερχόταν όμως πριν από τις εφτά. Όταν ηχογραφούσαμε το «Ελλάς η Χώρα των Ονείρων», είμαστε στο στούντιο από τις 11 το πρωί. Ο πιο περίεργος συνδυασμός -κλασική κιθάρα, ο Ζαμπέτας με το μπουζούκι, ακορντεόν, μπάσο, τζαζ, τρομπέτα, κιθάρα ηλεκτρική, πιάνο, κρουστά, φλάουτο και χορωδία, ξυλόφωνο. Ο Μάνος έφτανε στις τρεις με τέσσερις. Παρήγγειλε καφέ και με το τσιγάρο στο χέρι καθόταν στο πιάνο και σιγά σιγά έλεγε στον καθένα τι να παίξει. Εκτός από μένα που ήξερα ήδη το τραγούδι, έκανε την ενορχήστρωση επί τόπου. Έτσι, όταν δεν είχε τον ήχο που ήθελε, το άλλαζε.
«ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΠΟΥ ΤΟΝ ΣΥΝΑΝΤΗΣΑ ΗΜΟΥΝ ΑΝΑΣΤΑΤΩΜΕΝΗ ΑΠΟ ΤΟ ΤΡΑΚ. ΚΑΘΟΤΑΝ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟ ΠΙΑΝΟ ΤΟΥ, ΜΟΥ ΧΑΜΟΓΕΛΑΣΕ ΚΑΙ ΜΟΥ ΕΙΠΕ ΟΤΙ ΕΙΧΑ ΠΑΡΑΞΕΝΗ ΦΩΝΗ ΚΙ ΟΤΙ ΤΟΝ ΕΝΔΙΕΦΕΡΕ ΝΑ ΤΗ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΕΙ ΣΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΟΥ. ΕΥΡΙΣΚΕ ΟΤΙ ΕΙΧΑ ΚΑΤΙ ΜΕΤΑΞΥ ΚΛΑΣΙΚΟΥ ΚΑΙ ΜΟΝΤΕΡΝΟΥ ΧΡΩΜΑΤΟΣ, ΤΕΛΕΙΩΣ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟ, ΞΕΧΩΡΙΣΤΟ». (Ο Μ. X. ΚΑΙ Η ΝΑΝΑ ΜΟΥΣΧΟΥΡΗ ΤΟ ΜΑΙΟ ΤΟΥ 1961, ΣΤΟ ΚΙΝΗΜΑΤΟΘΕΑΤΡΟ «ΟΡΦΕΥΣ» ΤΗΣ ΣΤΟΑΣ ΑΡΣΑΚΗ, ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΣΥΝΑΥΛΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ, ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΟΡΓΑΝΩΣΕ ΤΟ ΤΟΤΕ ΕΘΝΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΝΑ ΤΙΜΗΣΕΙ ΤΟ ΣΥΝΘΕΤΗ ΠΟΥ ΜΟΛΙΣ ΕΙΧΕ ΠΑΡΕΙ ΤΟ ΟΣΚΑΡ ΓΙΑ ΤΑ «ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ» (ΦΩΤ.: «ΕΠΙΚΑΙΡΑ»).
Μέναμε μέχρι πολύ αργά. Όταν πλέον το αποτέλεσμα τον ικανοποιούσε, τελειώναμε. Πολλές φορές η φωνή έκλεινε από τις πολλές ώρες, μα και από κούραση και έλλειψη ύπνου. «Ετσι σε προτιμώ», μου έλεγε, «να υποφέρεις αληθινά». Είχε να κοιμηθεί μια εβδομάδα, έπινε καφέδες και μαξιτόν για να κρατιέται σε φόρμα. Ένα πρωί, φεύγοντας από το στούντιο, αφού με συνόδευσε, έφυγε για το σπίτι του. Στις εφτά το πρωί η κυρία Χατζιδάκι μου τηλεφωνεί. «Τι ώρα τελειώσατε, ο Μάνος δεν γύρισε». Έτρεξα αναστατωμένη! Στα σκαλιά της πόρτας ο Μάνος κοιμόταν με τα κλειδιά στο χέρι. Τον βοηθήσαμε μέχρι το κρεβάτι και ξανακοιμήθηκε αμέσως. Κοιμήθηκε για τρεις μέρες.
«... ΗΜΟΥΝ ΜΑΖΙ ΤΟΥ ΠΑΝΤΟΥ, ΣΤΟΥ ΦΛΟΚΑ ΩΣ ΤΑ ΞΗΜΕΡΩΜΑΤΑ. ΠΕΡΠΑΤΟΥΣΑΜΕ ΛΙΓΟ, ΜΕΤΑ ΠΑΙΡΝΑΜΕ ΤΑΞΙ, ΜΕ ΑΦΗΝΕ ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ ΚΑΙ ΠΗΓΑΙΝΕ ΚΑΤΟΠΙΝ ΣΤΟ ΔΙΚΟ ΤΟΥ. ΟΜΩΣ ΔΕΝ ΚΟΙΜΟΤΑΝ. ΠΟΛΛΕΣ ΦΟΡΕΣ, ΜΙΑ ΩΡΑ ΑΡΓΟΤΕΡΑ, ΜΟΥ ΤΗΛΕΦΩΝΟΥΣΕ: “ΠΑΡΕ ΕΝΑ ΤΑΞΙ ΚΙ ΕΛΑ ΣΠΙΤΙ. ΓΡΗΓΟΡΑ...”».
Ένα απόγευμα τηλεφώνησε «στις πέντε στου Φλόκα», κι έφτασε κατά τις εφτά όπως συνήθως. Κανένας δεν μιλούσε και ξαφνικά, αφού ήπιε μια γουλιά καφέ είπε: «Την ώρα που έβγαζα τα κλειδιά από την τσέπη μου, συνειδητοποίησα ότι είχα βάλει και το τελευταίο τραγούδι του έργου στην ταινία. Δεν θυμάμαι τίποτε άλλο». Αυτός ήταν ο Μάνος. Παρ’ όλο που καθυστερούσε συχνά, όταν ήξερε ότι έπρεπε να τελειώσει, χρησιμοποιούσε όλα τα μέσα για να είναι συνεπής - με σεβασμό και αξιοπρέπεια.

ΜΕΤΑ 25 ΧΡΟΝΙΑ
Ο Μόνος ήταν ιδιοφυής, όχι μόνο στη σύνθεση και την ενορχήστρωση, αλλά και στη διεύθυνση επίσης. Με μια μικρή κίνηση, περνούσε την έμπνευσή του σαν ηλεκτρισμό σε όλους μας. Ήταν επιβλητικός και γοητευτικός σε ό,τι έκανε. Είχε τόση δύναμη που έκανε ένα πιάνο να γίνεται pianissimo, σαν ψίθυρος, κι ένα forte, fortissimo σαν κραυγή που έφτανε στην άκρη του γκρεμού. Ξαναβρεθήκαμε στο σπίτι με το πιάνο του μετά από 25 χρόνια για τους «Μύθους μιας Γυναίκας». (Θυμάμαι του είχα τηλεφωνήσει από το Χονγκ Κονγκ με ενθουσιασμό για την κασέτα και τα τραγούδια που μου είχε στείλει). Μου τα δίδαξε ακριβώς με τον ίδιο τρόπο όπως παλιά. Είμαστε και οι δύο κατασυγκινημένοι. Ήταν ο ίδιος όπως τον γνώριζα, μόνο πιο ήσυχος και με λιγότερο ενθουσιασμό, κι εγώ πιο δειλή από ποτέ. Όταν άρχισε να παίζει, μεταμορφώθηκε. Άρχισε ξανά να θυμώνει όταν δεν έκανα αυτό που μου ζητούσε και να γελάει δυνατά όταν το αποτέλεσμα τον ικανοποιούσε απόλυτα. Αργά, όταν τελειώσαμε, συναντηθήκαμε με τον Νίκο. Περπατήσαμε μέχρι το συμπαθητικό στέκι που είχε δημιουργήσει, αφού ο Φλόκας δεν υπήρχε πια. «Μπράβο σου», μου είπε, «δεν μπορούσα να φανταστώ ότι μετά από τόσα χρόνια θα κρατούσες αυτή τη φρεσκάδα και τον ενθουσιασμό στο τραγούδι σου». Στο στούντιο η ατμόσφαιρα ήταν τελείως διαφορετική για τους «Μύθους». Οι μουσικοί πειθαρχημένοι μπροστά στα αναλόγια με τη μουσική γραμμένη. Ο Μόνος καθισμένος με ένα πακέτο νότες μπροστά του. Η ηχογράφηση γινόταν πλέον όπως σήμερα -πρώτα η ορχήστρα, μετά το τραγούδι. Ήμουν με τον Νίκο στην καμπίνα του ηχολήπτη. Τα τραγούδια ήταν αλλιώτικα από το πιάνο του Μάνου. Όμως, πολύ ωραία. Ήλθε η στιγμή που στάθηκα εμπρός στο μικρόφωνο. Έτρεμα σαν φύλλο, σαν να μην ήξερα πώς να τραγουδήσω, σαν να μην είχα ηχογραφήσει πάνω από 300 άλμπουμ όλα αυτά τα χρόνια, και πάνω από 3.000 τραγούδια. Από την καμπίνα ο Νίκος μου είπε «νομίζω ότι πρέπει να αρχίσεις με το ΣΤΟΥ ΝΕΙΛΟΥ Τ΄ΑΜΜΟΧΩΡΑΦΑ. Καμία αντίρρηση. Και τότε ο Μόνος πήρε το μικρόφωνο από το ίδιο σημείο κι άρχισε να σιγοτραγουδά στην αρχή μαζί μου. Σιγά σιγά άρχισε να με διευθύνει και μετά πια ανέβηκα πάνω στο σύννεφό μου. Ούτε καταλάβαμε πώς πέρασε η ώρα. Ήμαστε όλοι εξαντλημένοι από χαρά κι ενθουσιασμό. Η Αγαθή όπως πάντα είχε φέρει γλυκά και σιρόπια για να ξεσπάσουμε την ένταση. «Είσαι σίγουρος;», ρωτούσα. Δεν απαντούσε.
«ΟΡΑΜΑΤΑ ΣΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΤΟΥ», ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΗΣ ΜΑΡΙΝΑΣ ΟΡΦΑΝΙΔΟΥ.
«Οχι μόνο τον ενθουσιασμό και τη φρεσκάδα έχεις κρατήσει, αλλά και τη νεανική σου αντίληψη και μια φωνητική ευελιξία σπάνια. Μ’ εξέπληξες», μου είπε τέλος. Αυτό δειλά το γράφω, γιατί είναι από τα πιο πολύτιμό μου μυστικά, είναι όμως και η πιο πολύτιμη κληρονομιά μαζί με την ουσία της ελευθερίας και της ευθύνης που μου άφησαν οι δύο μεγάλοι μου φίλοι. Αυτόν τον ενθουσιασμό και τη γνώση στο τραγούδι μου την κληροδότησε ο Μάνος. Όταν ήμουν μόνη χρησιμοποιούσα ό,τι μου είχε διδάξει εκείνος, με τον τρόπο μου. Όταν είμασταν μαζί, αφομοίωνα την κάθε του έκφραση όπως την ήθελε εκείνος. Και ήταν μοναδικός. Αυτή η έμπνευση και ο ενθουσιασμός για τη μουσική και το τραγούδι, με αξίες που έχουν τον ήλιο σύνορο, είναι το πολύτιμο κληροδότημα που μου άφησαν και οι δύο. Και σαν σκυτάλη θα ήθελα να μπορέσω, και προσπαθώ όπου κι αν είμαι, να μεταδώσω στους νέους. Είναι καθήκον και ευθύνη για μένα.

ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ
7 ΗΜΕΡΕΣ
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
ΑΘΗΝΑ
6.6.1999


from ανεμουριον https://ift.tt/2O7gVRK
via IFTTT

Δημοσίευση σχολίου

To kaliterilamia.gr σέβεται το δικαίωμα όλων των χρηστών να εκφράζουν ελεύθερα την άποψή τους ωστόσο διατηρεί το δικαίωμα, να μην δημοσιεύει συκοφαντικά και υβριστικά σχόλια. Έτσι όποια σχόλια, περιέχουν ακατάλληλα προς το κοινό χαρακτηριστικά θα αποσύρονται από τον ιστότοπο.

Νεότερη Παλαιότερη