Ο ΠΕΙΡΑΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΗΓΗΜΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

ΒΑΣΙΑ ΤΣΟΚΟΠΟΥΛΟΥ | Ο Βουτυράς έζησε την παιδική του ηλικία, την εφηβεία του και την ενηλικίωση του στον Πειραιά των τριών τελευταίων δεκαετιών του 19ου αιώνα. Άρχισε να γράφει εκεί τα πρώτα του διηγήματα που δημοσιεύθηκαν στο εξαιρετικό πειραιώτικο Περιοδικόν μας του Γεράσιμου Βώκου, την κλασική νουβέλα του «Ο Λαγκάς», την οποία τύπωσε το 1903 σε ιδιωτική έκδοση και μερικά ακόμα διηγήματα- το 1900, στην έναρξη του 20ού αιώνα. Το 1906 μετακόμισε με την οικογένεια του στην Αθήνα, στο Κουκάκι, όπου έζησε την υπόλοιπη ζωή του, μέχρι τον θάνατο του, το 1958. Ο Πειραιάς άσκησε στον Βουτυρά μια έμμεση αλλά πολύ σημαντική επιρροή. Στο έργο του, παρόλο που το αστικό περιβάλλον είναι κυριαρχικό, δεν υπάρχει καμία άμεση αναφορά στον Πειραιά.
ΤΟ ΛΙΜΑΝΙ ΚΑΙ Η ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΖΩΝΗ ΣΤΟ ΒΟΡΕΙΟ ΤΜΗΜΑ ΔΙΝΟΥΝ ΡΥΘΜΟ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ. ΩΣ «ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΜΑΝΤΣΕΣΤΕΡ», Ο ΠΕΙΡΑΙΑΣ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ ΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΤΟΥ ΑΙΩΝΑ ΜΙΑ ΑΚΟΜΗ ΠΤΥΧΗ ΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑΣ. (ΦΩΤ.: ΑΡΧΕΙΟ ΣΠ. ΜΑΝΟΥΣΑΚΗ).
Η πόλη και η γειτονιά που περιγράφει ο Βουτυράς θα μπορούσε να βρίσκεται οπουδήποτε· λίγες είναι οι κάπως πιο προσδιορισμένες περιγραφές, όπως στη νουβέλα «Η σιδερένια πόρτα» (1925), όπου περιγράφεται μια επιστροφή του αφηγητή στη βιομηχανική πόλη της νεότητας του, ή στη νουβέλα «Ο Καμπούρης» και στο διήγημα «Επανάσταση», όπου περιγράφονται σκηνές από προεκλογικές συγκρούσεις στον Πειραιά· ακόμα λιγότερες - και τελείως ευκαιριακές - είναι οι ονομαστικές αναφορές. Ωστόσο, οι κοινωνικές συνθήκες του Πειραιά, οι συνθήκες των απόμερων συνοικιών της, ο μικρός αλλά σημαντικός λογοτεχνικός κύκλος και το κλίμα της πόλης εξηγούν πολλά στο έργο του.

Η ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΠΟΛΗ
Ο Πειραιάς ήταν από τη δεκαετία του 1870 μια ακμάζουσα και ανερχόμενη βιομηχανική πόλη, η πρώτη στην Ελλάδα. Το γεγονός ότι η βιομηχανία μαζί με το λιμάνι έδιναν ζωή στην πλειοψηφία του πειραϊκού πληθυσμού, ότι είχε σχηματισθεί μια πολυπληθής εργατική τάξη που κατοικούσε στο βόρειο τμήμα της πόλης και ζούσε κάτω από άθλιες συνθήκες, έδωσαν στον Βουτυρά εικόνες της κοινωνίας που προέκυψε από τη βιομηχανική επανάσταση και έκανε τα πρώτα βήματα της στην Ελλάδα. Στο «Παραρλάμα», ένα αλληγορικό διήγημα, στο φόντο διαγράφεται αυτή η νέα εργατική τάξη με άμεση αγροτική προέλευση. Ο απροσάρμοστος ήρωας ονομάζεται Φάρμας, ένα όνομα που παραπέμπει στον κόσμο της καταγωγής αυτών των στρωμάτων. Ο Βουτυράς έζησε έφηβος τη μεγάλη βιομηχανική κρίση των ετών 1883-1887, όταν το ένα τρίτο των εργοστασίων έκλεισε και το εργατικό δυναμικό τους βρέθηκε στο δρόμο. Η κατάσταση της εργατικής τάξης, μια ρευστή πραγματικότητα με εναλλαγές εργασίας και αργίας, τα μεγάλα τμήματα μεταναστών που η βιομηχανία δεν μπορούσε να αφομοιώσει και η γενικότερη ανάδυση ενός περιθωριακού κόσμου, που αποτελούν το φόντο της κλασικής νουβέλας του με τίτλο «Οι αλανιάρηδες», πάνω στο οποίο μπλέκονται το κοινωνικό δράμα και η μποέμικη ευθυμία. Είναι γραμμένη το 1912 και αποτελεί μια τοιχογραφία της Ελλάδας εκείνης της εποχής. Αλλά και τα συναφή προβλήματα τη βιομηχανικής ανάπτυξης (μετανάστευση, εγκληματικότητα, υπόκοσμος κ.λπ.), τα οποία τροφοδοτούν με θέματα το έργο του Βουτυρά, προέρχονται από την πειραϊκή του εμπειρία.

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
Ο Βουτυράς γνώρισε στον Πειραιά τόσο τα διαφορετικά περιεχόμενα της κοινωνικής δομής της πόλης όσο και τις διαφορετικές όψεις της χωρικής δομής της. Κοινωνικά βρέθηκε στα αστικά σαλόνια, στο ιδιωτικό σχολείο, στο Ωδείο και στις αίθουσες συναυλιών, είδε θέατρο, αλλά χάρη στην «αλητεία» του γνώρισε και τον παιδόκοσμο, τους μάγκες, τους εργάτες και τους άνεργους. Δουλεύοντας με τους εργάτες του χυτηρίου μετά την αυτοκτονία του πατέρα του, έζησε και την εργατική τάξη στην παραγωγική της λειτουργία. Παράλληλα, έζησε τόσο το κέντρο της πόλης όσο και τις συνοικίες, αφού η οικογένεια του μετακόμιζε συχνά. Στο έργο του έχει αφομοιώσει την πόλη σε όλες τις διαστάσεις και σε αντίθεση με τα αθηναϊκά διηγήματα του Παπαδιαμάντη ή τις Αθηναϊκές σελίδες του Μιχαήλ Μητσάκη, που είναι αποσπασματικές εικόνες με φόντο την Αθήνα, ο Βουτυράς κάνει την ολοκληρωμένη στροφή προς το αστικό διήγημα, το διήγημα δηλαδή που έχει πλέον ως αντικείμενο όχι απλώς το σκηνικό, αλλά τις σχέσεις της πόλης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το εκτενές διήγημα «Στ’ απόκεντρα», όπου έχει υποχρεωθεί να κατοικήσει για λίγο ο αφηγητής. Μετά μια σύντομη περίοδο όπου χαίρεται τη φύση, αρχίζει να νοσταλγεί αυτό που του λείπει, δηλ. την πόλη και τις σχέσεις της. Το έργο του Βουτυρά είναι γεμάτο με κατεδαφίσεις και οικοδομήσεις κτιρίων, με διαδρομές και μετακομίσεις, με αυλές και με παράθυρα μέσα από τα οποία παρακολουθείται η γειτονιά ή κάποιος συγκεκριμένος γείτονας. Στη νουβέλα «Αριστοκρατική γειτονιά», με θέμα έναν ανεκπλήρωτο έρωτα, πίσω από τα κλειστά παντζούρια τα άγρυπνα μάτια των γειτόνων παρακολουθούν τα πάντα.

Ο ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ
Η βιομηχανική ακμή και η οικονομική απογείωση του Πειραιά μετά το 1870 προσέλκυσαν και μία μικρή αλλά σημαντική ομάδα καλλιτεχνών (ο θαλασσογράφος Κωνσταντίνος Βολωνάκης και ο μουσικοσυνθέτης Γ. Λαμπελετ είναι δύο εξέχουσες περιπτώσεις) και λογοτεχνών. Στο μικρό γραφείο του εργοστασίου του πατέρα του Βουτυρά μαζεύονταν οι λογοτέχνες της πόλης, ο Χαντζάρας, ο Σκίπης, ο Φιλύρας κ.ά. και συζητούσαν. Ο ποιητής Λάμπρος Πορφύρας ήταν ιδιαίτερα συνδεδεμένος με τον Βουτυρά, όπως και ο Παύλος Νιρβάνας. Σημαντικό ρόλο στη λογοτεχνική κίνηση και στην πνευματική ζωή της πόλης έπαιξε το υποδειγματικό περιοδικό του Γεράσιμου Βώκου, που κυκλοφόρησε από το 1900 ως το 1902: «Το Περιοδικόν μας». Με εξαιρετική τυπογραφική ποιότητα και νιτσεϊκές τάσεις, κατάφερε να εκφράσει με επάρκεια τα νέα ρεύματα που έφταναν τότε στην Ελλάδα και να συγκεντρώσει στις σελίδες του σημαντική ελληνική παραγωγή, όχι μόνο Πειραιωτών, αλλά και Αθηναίων. «Το Περιοδικόν μας» δημοσίευσε τα πρώτα αξιόλογα διηγήματα του Βουτυρά δείχνοντας του ειδική προτίμηση. Ο Γεράσιμος Βώκος ευθύνεται όμως και για την κατεύθυνση που πήρε το γράψιμο του Βουτυρά, την επιμονή στο προσωπικό και νεωτερικό ύφος του. Ο Πειραιώτης φίλος και μαθητής του Βουτυρά Χρήστος Λεβάντας το έχει περιγράψει παραστατικά: «... Και δε μένει τεύχος του "Περιοδικού μας", ως που σταμάτησε, χωρίς διήγημα του Βουτυρά! Οι άλλοι συνεργάτες του περιοδικού βλέπουν με άσχημο μάτι αυτή την καθιέρωση του Βουτυρά. Και μεταξύ αυτών κι ο μακαρίτης ποιητής Γεώργιος Στρατήγης. Ο Βουτυράς είναι γι' αυτούς "παρείσακτος". Το ανυπότακτο παιδί που δεν τόχει τίποτα να στήσει τους καυγάδες του στο δρόμο, έξω απ' τα γραφεία του "Περιοδικού μας" (...) Πασχίζουν λοιπόν να τον απομακρύνουν από τον Γεράσιμο Βώκο, τον αποφεύγουν ακόμα και στις συναθροίσεις τους. Όλα τούτα επιδρούν πάνω στο Βουτυρά. Τον αναγκάζουν να ξεδιαλύνει τα αίτια. Και πιάνεται απ' το διήγημα του. Νομίζει πως τούτο δεν είναι "λογοτεχνία". Πάει, λοιπόν, και χαζεύει στα υπαίθρια βιβλιοπωλεία του Ρολογιού. Ψαχουλεύει τ' αραδιασμένα βιβλία, τις λογής φυλλάδες. Διαβάζει κάποια φυλλάδα και τον βλέπουμε ύστερα να παραδίνει ένα διήγημα στο Γεράσιμο Βώκο, όπου οι τύποι του φορούν βράκες. Ο Βώκος μαντεύει τη μυστική αναταραχή του Βουτυρά, το ταλάντευμά του. Ρίχνει μια ματιά και σκίζει το ηθογραφικό αυτό διήγημα μπροστά του. "Οχι τέτοια...", του λέει. Έχεις άλλο;" Ο Βουτυράς βάζει το χέρι του στην τσέπη και βγάζει ένα καινούργιο διήγημα. Αυτό είναι αλήθεια δικό του. Έχει το προσωπικό του ύφος. "Αυτό μάλιστα", λέει ικανοποιημένος ο Γεράσιμος Βώκος και το παίρνει αμέσως» (Χρ. Λεβάντας, Δύο μορφές, 1952).

Η ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΠΟΛΗ
Ένα ερμηνευτικό κλειδί της σχέσης του Βουτυρά με τον μοντερνισμό βρίσκεται ίσως στη σχέση του με τον Πειραιά. Ο μοντερνισμός πριν γίνει αισθητικό ρεύμα, είναι μια ιστορική πραγματικότητα. Είναι δηλαδή μια καινούρια αίσθηση του χρόνου, του ρυθμού, μια καινούρια εμπειρία του ανθρώπινου βιώματος που πηγάζει από τις κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές που συσσωρεύθηκαν στα τέλη του προηγούμενου αιώνα. Ο καλλιτεχνικός μοντερνισμός είναι μια διερεύνηση, μια επεξεργασία της νέας ανθρώπινης εμπειρίας (συναίσθημα, εικόνα, βίωμα, χρόνος, συνείδηση κ.λπ.).
«ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΝ ΜΑΣ» (1900-1902), Η ΦΙΛΟΔΟΞΗ ΚΑΙ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΓΕΡ. ΒΩΚΟΥ, ΗΤΑΝ ΕΝΑ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΑΞΙΟ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ. ΘΕΩΡΕΙΤΑΙ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ. Ο ΒΟΥΤΥΡΑΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕ ΕΚΕΙ ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΤΟΥ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ ΑΞΙΩΣΕΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΞΕ Ο ΤΑΚΤΙΚΟΤΕΡΟΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΗΣ ΤΟΥ.
Ο Πειραιάς, λοιπόν, τροφοδοτούσε τον παρατηρητή του με πολλαπλά ερεθίσματα του «μοντέρνου». Ο Βουτυράς δεν μπήκε στη λογοτεχνία μέσα από μια «λογοτεχνική» προετοιμασία (ανάγνωση, θεωρητική επεξεργασία κ.λπ.). Είχε καλλιτεχνική παιδεία (τη μουσική), αλλά η λογοτεχνική του παραγωγή στηρίχθηκε σχεδόν αποκλειστικά στα παιδικά του ενδιαφέροντα (την «Περιοδεία του κόσμου» του Αραγκό, για παράδειγμα) και, κυρίως στην άμεση σχέση του με την πόλη. Έτσι, χωρίς τις διαμεσολαβήσεις άλλων συγγραφέων, που έψαχναν το μοντέρνο στην ευρωπαϊκή παραγωγή και το αναπαρήγαγαν λειψά και άτσαλα, ο Βουτυράς το παρήγαγε εξ αρχής παράλληλα με τους Ευρωπαίους λογοτέχνες. Οι νεωτεριστές της εποχής τον θαύμασαν γι' αυτό (ο Χρηστομάνος, ο Καμπύσης, ο Νιρβάνας, ο Βώκος). Ο Πειραιάς έχει το μερίδιο του.

Η ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΗ ΠΟΛΗ
Η πόλη στο έργο του Βουτυρά είναι στοιχείο του φόντου. Δεν υπάρχουν πουθενά περιγραφές της, ούτε γραφικότητα, ούτε νοσταλγία. Η πόλη είναι αφηρημένη στα χαρακτηριστικά και ο τόνος δίνεται στην υποκειμενική αφομοίωση των τοπίων της και στις παντοειδείς διαδρομές των ηρώων του. Έτσι, δεν την αντιμετωπίζει σαν σκηνικό αυτονομημένο από τους ανθρώπους που ζουν μέσα σ' αυτό. Το έργο του είναι ανθρωποκεντρικό και συνιστώσα της μελέτης των ανθρώπων είναι το αστικό περιβάλλον. Η πόλη υπάρχει και ενοποιείται μέσα από τους κατοίκους της και τον εσωτερικό λόγο του αφηγητή. Έτσι, η γειτονιά και κατ' επέκταση η πόλη, αποκτά μεταφορική λειτουργία.
Ο ΠΕΙΡΑΙΑΣ ΤΟΥ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ 19ΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΤΟΥ 20ΟΥ ΑΙΩΝΑ, ΠΟΛΗ ΜΕ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΨΗ. ΦΑΡΔΕΙΣ, ΚΑΘΑΡΟΙ ΔΡΟΜΟΙ, ΜΕΓΑΡΑ, ΔΡΑΣΤΗΡΙΕΣ ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ. ΑΠΟ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΞΕΝΟΥΣ ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΖΟΤΑΝ ΩΣ Η ΚΑΤ' ΕΞΟΧΗΝ ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ.
Αναμφίβολα η πιο περιγραφική πόλη στο έργο του Βουτυρά είναι η Αθήνα του «Λαγκά». Από την άλλη, ένα παράδειγμα ακραίας αλληγορικής χρήσης είναι το σατιρικό διήγημα «Η γειτονιά των νάνων». Εκεί, η είσοδος του αφηγητή στη γειτονιά των άτεκνων γυναικών (η οποία χωρίζεται σε «πάνω» και «κάτω» από «ένα ρεματάκι ξερό, που μόνον όταν έβρεχε είχε νερό»!) γίνεται με γλαφυρά σεξουαλικό τρόπο: ο αφηγητής με τη γυναίκα του και τα οκτώ παιδιά του, με πλήθος αποσκευές και ένα ζωηρό σκύλο, πάνω «σε δυο-τρία αμάξια μακρουλά», εν είδει μακρόστενης πομπής γεμάτης ζωή (φωνές, γέλια, γαυγίσματα, πειράγματα) διεισδύει στη γειτονιά. Από τότε οι γυναίκες αρχίζουν να τεκνοποιούν και το διήγημα σχοινοβατεί πάνω στη λεπτή ειρωνεία. Όμως και οι πιο ρεαλιστικές περιγραφές πόλης δεν στερούνται μεταφορών. Ο Πειραιάς στη «Σιδερένια πόρτα» περιγράφεται έτσι: «Ολοι σχεδόν οι άνθρωποι σ' αυτή την πόλη δουλεύανε, δουλεύανε απ' το πρωί ως το βράδυ. Πριν ακόμα το βαθύ σκοτάδι φύγει, τα βραχνά σφυρίγματα των εργοστασίων θ' αρχίζανε να καλούν τους εργάτες, γέρους, νέους, κορίτσια, γυναίκες, στη δουλειά. Και μετά, όταν σωπάζανε, στους δρόμους τους υγρούς θα γινότανε μια μεγάλη κίνηση. Χιλιάδες άντρες, παιδιά, γυναίκες, κορίτσια κι ακόμα γέροι με κάτασπρα μαλλιά, τρέχανε βιαστικοί στην πρόσκληση των βραχνών σφυριγμάτων, ή των βραχνών φωνών που τους είχαν καλέσει. Ο ήλιος ποτέ δεν έβλεπε, ή ποτέ δεν είχε δει αυτήν την κίνηση. Όταν έβγαινε θα φώτιζε έρημους δρόμους...». Δίπλα σ' αυτή τη ρεαλιστική εικόνα, τα εργοστάσια που «κλείνανε μέσα τους τη ζωή, την κίνηση» περιγράφονται σαν «μαυρισμένα χτίρια μακριά, ασοβάτιστα, με κάτι ψηλούς, πανύψηλους λαιμούς, σα λαιμούς τεράτων μυθικών, αποκεφαλισμένων, που ξερνούσαν, έχυναν αντί αίμα, μαύρο καπνό». Τέλος, η Αθήνα που ζει την έξαψη του Ελληνοτουρκικού Πολέμου του 1897 στον «Λαγκά» δίνει την ευκαιρία για μια τέτοια μεταφορική εικόνα: «Η Αθήνα βρισκόταν σε μια ταραχή, που έμοιαζε με την ταραχή νευρικιάς γυναίκας όταν τη θυμώνουν. Αν εξακολουθούσε αυτή η ταραχή, ή δυνάμωνε, ήταν αδύνατο να μην έβαζε τις φωνές, να μην έσπαζε πράγματα, έκανε ζημιές και στο τέλος να μην πάθαινε υστερισμούς».

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΒΟΥΤΥΡΑΣ ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΕΣ Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΑΘΗΝΑ 1998


from ανεμουριον https://ift.tt/2JrnADp
via IFTTT

Δημοσίευση σχολίου

To kaliterilamia.gr σέβεται το δικαίωμα όλων των χρηστών να εκφράζουν ελεύθερα την άποψή τους ωστόσο διατηρεί το δικαίωμα, να μην δημοσιεύει συκοφαντικά και υβριστικά σχόλια. Έτσι όποια σχόλια, περιέχουν ακατάλληλα προς το κοινό χαρακτηριστικά θα αποσύρονται από τον ιστότοπο.

Νεότερη Παλαιότερη