ΙΖΑΜΠΕΛ ΠΟΡΣΕ | «Έχω σύφιλη, επιτέλους αληθινή σύφιλη, όχι άθλια βλεννόρροια, ούτε αστική έρπη, όχι, όχι, έχω τη σπουδαία σύφιλη, αυτή από την οποία πέθανε ο Φραγκίσκος ο 1ος. Κι είμαι περήφανος γι’ αυτό, ω συμφορά, και περιφρονώ επιπλέον όλους τους αστούς. Αλληλούια, έχω σύφιλη, άρα δεν φοβάμαι πια μήπως κολλήσω», θριαμβεύει ο Μωπασάν σ’ ένα γράμμα χρονολογούμενο απ’ το Μάρτιο του 1877. Εκείνη την εποχή είναι ήδη διάσημος. Σε ηλικία 27 χρονώ δουλεύει μανιωδώς· αγαπάει τις γυναίκες και τις θυελλώδεις σχέσεις· ταξιδεύει πολύ· είναι ρωμαλέος αθλητής με εξαιρετικά φυσικά προσόντα, κάνει πολλά σπορ· μεθάει και παραδίνεται στα ναρκωτικά· όλα σε υπερβολή. Τα συμπτώματα της τριτογενούς σύφιλης εμφανίζονται κατά το 1889. Η αγωνία μιας προσεχούς τρέλας γίνεται τότε αντιληπτή, μέσα από κάποια γραπτά. Στα 42 του χρόνια, ύστερ’ από μια απόπειρα αυτοκτονίας, εγκλείεται για πάντα στο φρενοκομείο. Η γενική παράλυση, κλινική εκδήλωση της μηνιγγο-εγκεφαλικής σύφιλης, εμφανίστηκε μέσα σε λίγους μήνες. Αυτή η πάθηση χαρακτηρίζεται από μια προοδευτική εξελισσόμενη παραφροσύνη, που συνοδεύεται από παραληρηματικές μεγαλομανείς ιδέες, παράξενες, παράλογες, συνδεδεμένες με
υποχονδριακά θέματα συχνά μελαγχολικά και μερικές φορές από παραληρηματικές ιδέες μεταμόρφωσης. Ετσι περιγράφει ο Μωπασάν κάποια απ’ τα παραληρήματα του: «Τα τεχνητά μου στομάχια εξερράγησαν γιατί δε μου ’διναν αυγά κάθε μισή ώρα....» «Αρνούμαι να ουρήσω γιατί τα ούρα μου είναι φτιαγμένα από διαμάντια και πολύτιμους λίθους που πρέπει να φυλαχθούν μέσα σε χρηματοκιβώτιο». «Δεν πρέπει ποτέ να ουρούμε το βράδυ γιατί τα ούρα φέρνουν ύπνο: είναι πολύτιμοι λίθοι και δεν πρέπει να τις βάζουμε στο δοχείο της νυκτός». «Σας λέω ότι αυτό τρέφει το σώμα!... Έχω ένα φοβερό πράκτορα μεσ’ στην κοιλιά μου... Η Ρωσία με ακούει... Η Αγγλία ακούει... Η Κίνα ακούει. Λοιπόν το ξέρετε ότι έχω κολοσσιαία περιουσία... Αυτή τη νύχτα ο Ουρανός με λήστεψε..,. Καλά έκανα και έμεινα εδώ εξαιτίας της μαύρης σύφιλης... Είμαι πιο ισχυρός απ’ το Θεό!... Οι άγγελοι θα με ντύσουν και θα με χτενίσουν». Μέσα σε λίγους μήνες βυθίζεται σ’ έναν όλο και πιο βαθύ παραλογισμό, συνοδευόμενο από προβλήματα κινητικότητας και από επιληπτικά συμπτώματα τα οποία επιφέρουν το θάνατό του στις 6 Ιουλίου 1893, σε ηλικία 43 χρόνων. Ο Μωπασάν δεν ήταν μόνο συφιλιδικός, ήταν και αιθερομανής και είχε και παραισθήσεις.
Ο αιθέρας, πολύ της μόδας το 19ο αιώνα, ήταν το αγαπημένο του ναρκωτικό· γίνεται κανείς αιθερομανής, για τους ίδιους λόγους που γίνεται κοκαϊνομανής· τα κίνητρά του είναι αρχικά θεραπευτικής φύσης: έχουν σκοπό να κατευνάσουν τις φοβερές ημικρανίες απ’ τις οποίες έπασχε. Ο Μωπασάν παραδίνεται σε μια σειρά λυρικών αναπτύξεων που εξυμνούν την ηδονή των αναθυμιάσεων του αιθέρα σε μια από τις νουβέλες του με τίτλο «Όνειρα» [πρώτη δημοσίευση «Le Gaulois» («Ο Γαλάτης») στις 8 Ιουνίου 1882]. «Πήρα ένα μεγάλο φιαλίδιο αιθέρα και βάλθηκα να το εισπνέω σιγά-σιγά. Τότε συνειδητοποίησα ότι δεν υπέφερα πια. Δεν κοιμόμουν, ξαγρυπνούσα· δεν ήταν το ίδιο όνειρο όπως με το χασίς, δεν ήταν τα κάπως αρρωστημένα οράματα του οπίου, ήταν μια υπέρμετρη οξύτητα του συλλογισμού, ένας καινούριος τρόπος για να δεις, να κρίνεις, να εκτιμήσεις τις καταστάσεις της ζωής και με τη βεβαιότητα, την πλήρη συνείδηση ότι αυτός ο τρόπος ήταν ο σωστός... Το κεφάλι μου είχε γίνει τόπος πάλης των ιδεών. Ήμουνα ένα ανώτερο όν, οπλισμένο με μια αήττητη εξυπνάδα και δοκίμαζα μια υπέρμετρη απόλαυση όταν συνειδητοποίησα τη δύναμή μου». Κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων της συγγραφικής του ζωής, ο Μωπασάν επιδόθηκε όλο και περισσότερο στη χρήση του αιθέρα, και υπήρξε θύμα ψευδαισθήσεων και παραισθήσεων. Υπέφερε κυρίως από «αυτασκόπηση», μια αρκετά παράξενη εμπειρία που εγγυάται στο να «βλέπεις» τον ένα σου εαυτό απέναντι στον άλλον. Ο Μωπασάν έλεγε εμπιστευτικά στον Πωλ Μπουρζέ που ήταν ο λογοτεχνικός του σύντροφος επί 16 χρόνια: «Μια στις δύο φορές, γυρνώντας σπίτι μου, βλέπω τον δεύτερό μου εαυτό. Ανοίγω την πόρτα και με βλέπω καθισμένο ξέρω ότι είναι παραίσθηση την ίδια ακριβώς στιγμή που την έχω. Δεν είναι περίεργο; Κι αν δεν είχαμε λίγο μυαλό, θα φοβόμασταν;». Ο Μωπασάν «τρελός», κατά το χαρακτηρισμό των εφημερίδων της εποχής, δεν έγραφε πια. Η λογοτεχνική στειρότητα που τον χτύπησε το 1890 ήταν ακριβώς το σημάδι που προανήγγειλε την παραφροσύνη του. Ο διάσημος συγγραφέας δεν ήταν πια παρά ένας διάσημος άρρωστος.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΔΙΑΒΑΖΩ ΑΡ. 281 ΑΘΗΝΑ 1992
from ανεμουριον https://ift.tt/31hEew9
via IFTTT