Ο Σκεπτικισμός είναι μία σημαντική και αξιοπρόσεκτη τάση στη Φιλοσοφία, που ασχολείται κυρίως με τη γνώση και τη δυνατότητά της αντίστοιχα. Αμφισβητεί την πιστότητα, θεωρώντας ότι ο άνθρωπος είναι μερικώς ανίκανος στο να αποκτήσει έγκυρη και σωστή γνώση, διότι γίνεται ασυνείδητα θύμα των αισθήσεών του.
Δηλαδή ο άνθρωπος, κατά τον Σκεπτικισμό, σχηματίζει μια ψευδή αντίληψη για τον κόσμο που τον περιβάλλει και δημιουργεί γνώσεις που δεν μπορούν να έχουν γερά θεμέλια.
Σκεπτικιστικές αμφιβολίες είχαν εκφραστεί ήδη από την εποχή των προσωκρατικών σοφιστών, αλλά και από τον ίδιο το Σωκράτη. Ωστόσο ο Σκεπτικισμός, ως συστηματική φιλοσοφική στάση εκφράστηκε κυρίως από τους "πυρρώνειους" (οπαδοί του Πύρρωνα από την Ηλεία) και είχε πρακτικό χαρακτήρα.
Ο Σκεπτικισμός έχει κατηγορηθεί ως μη θεμελιακή θεώρηση, και ότι δεν αποτελεί εγγενώς κοσμική πραγματικότητα και κοσμομηχανική. Οι πολέμιοι του Σκεπτικισμού τον θεωρούν ρηχή θέση, διότι το Σύμπαν δεν παύει να υφίσταται, ούτε ένας αιτιακός αναλυτής παύει να αναζητά τις αρχές λειτουργίας του, έστω νοερά και λογικά.
Οι Σκεπτικιστές λένε:
Δεν πρέπει να θεωρείται αληθινό ούτε εκείνο που μας πείθει.
Επειδή κάτι μας πείθει, δεν πρέπει να θεωρείται – γι’ αυτόν τον λόγο – αληθινό (Δηλαδή: το πειστικό δεν είναι οπωσδήποτε αληθινό).
Δεν πείθονται όλοι από το ίδιο πράγμα, ούτε όλοι πείθονται συνεχώς (Δηλαδή: άλλοτε πείθονται γιά ένα πράγμα, άλλοτε δεν πείθονται γιά το ίδιο πράγμα).
Δεν πρέπει να θεωρείται αληθινό ούτε εκείνο που μας πείθει.
Επειδή κάτι μας πείθει, δεν πρέπει να θεωρείται – γι’ αυτόν τον λόγο – αληθινό (Δηλαδή: το πειστικό δεν είναι οπωσδήποτε αληθινό).
Δεν πείθονται όλοι από το ίδιο πράγμα, ούτε όλοι πείθονται συνεχώς (Δηλαδή: άλλοτε πείθονται γιά ένα πράγμα, άλλοτε δεν πείθονται γιά το ίδιο πράγμα).
Η πειστικότητα προέρχεται και από εξωτερικές αιτίες: από την φήμη τού ομιλητή, από την επιδεξιότητά του, από την πανουργία του, από την οικειότητα ή από την χάρη του.
Επιπλέον, υπάρχει διαφωνία και ως προς την επιλογή κριτηρίου, γιατί άλλοι λένε ότι κριτήριο είναι ο άνθρωπος, άλλοι ότι είναι οι αισθήσεις, άλλοι ότι είναι το λογικό, και μερικοί ότι είναι η καταληπτική φαντασία («Καταληπτική φαντασία»: εκείνη η δύναμη, με την οποία μία έννοια γίνεται φανερή στον νου).
Ο άνθρωπος, ωστόσο, διαφωνεί και με τον εαυτό του και με τους άλλους, όπως φαίνεται από τις διαφορές στις νομοθεσίες και στα έθιμα.
Ο άνθρωπος, ωστόσο, διαφωνεί και με τον εαυτό του και με τους άλλους, όπως φαίνεται από τις διαφορές στις νομοθεσίες και στα έθιμα.
Οι αισθήσεις ψεύδονται. Το λογικό αμφισβητείται. Η καταληπτική φαντασία κρίνεται από τον νου. Αφού η «έννοια» γίνει «φανερή στον νου», στην συνέχεια ο νους «κρίνει» την έννοια, και ο νους αλλάζει ποικίλες κατευθύνσεις (εννοείται κατά την διανοητική λειτουργία).
Άρα, το κριτήριο είναι άγνωστο, και γι’ αυτό είναι άγνωστη και η αλήθεια.
Άρα, το κριτήριο είναι άγνωστο, και γι’ αυτό είναι άγνωστη και η αλήθεια.
from ΕΝΝΕΑ ΕΤΗ ΦΩΤΟΣ https://ift.tt/2NgRtKa
via IFTTT