ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ Ν. ΒΡΑΝΟΠΟΥΛΟΣ | Ο Πειραιεύς, ο δεύτερος δήμος και ο πρώτος λιμήν της χώρας μας έχει ήδη καταστή πρότυπον λιμένος και άξιος της μεγάλης ακτοπλοϊκής του κινήσεως. Έχει λεχθή οτι ο Πειραιεύς είναι ο πνεύμων της Ελλάδος. Και είναι πράγματι, διότι δι' αυτού κυρίως πραγματοποιείται το διαμετακομιστικόν μας έμπόριον και, επί πλέον, διότι χαρακτηρίζεται ως ένας εκ των σπουδαιότερων λιμένων της Μεσογείου. Τα δε έργα της τελευταίας δεκαετίας, τα οποία έγιναν εις τον Πειραιά, δημιουργούν δι' αυτόν μίαν αξιοζήλευτον θέσιν ανάμεσα εις του λιμένας ολοκλήρου του κόσμου. Αλλά ποία ήτο η εικών που ενεφάνιζε, πρό ενός και ημίσεος περίπου αιώνος, η πλήρης ζωής και κινήσεως σήμερον πόλις του Πειραιώς; Μέχρι της εκρήξεως της Ελληνικής Επαναστάσεως ερημία ηπλούτο εις τον Πειραιά και εις το μέγα ναυτικόν κέντρον της αρχαιότητος δεν υπήρχε παρά η μικρά Μονή του προστάτου της πόλεως Αγίου Σπυρίδωνος,όπου και ο σύγχρονος ναός, και ένας πύργος τούρκικος, εις ένα εκ των υψηλότερων λοφίσκων της πόλεως. Εις τον πύργον αυτόν παρέμενον Τούρκοι στρατιώται, των οποίων το έργον ήτο να ειδοποιούν περί των εμφανιζόμενων πειρατικών πλοίων. Υπήρχεν επίσης εν ξύλινον σεσαθρωμένον
|
ΕΤΣΙ ΗΤΑΝ Ο ΠΕΙΡΑΙΕΥΣ ΓΥΡΩ ΣΤΑ 1850. ΕΝΑ ΑΣΗΜΑΝΤΟ ΛΙΜΑΝΙ. |
παράπηγμα του Τούρκου τελωνειακού υπαλλήλου, οι μοναδικοί δε κάτοικοι της περιοχής ήσαν 6 αλιείς και 12 καλόγηροι της Μονής. Το 1801 ο Σατωμπριάν επισκεφθείς την Αττικήν γράφει μελαγχολικώς τα εξής: «Από του μνημείου του Φιλοπάππου ηδυνήθην να παρατηρήσω και άλλας ματαιότητας. Τα ερείπια του Θεάτρου Διονύσου, την απεξηραμένην κοίτην του Ιλισσού, την θάλασσαν χωρίς πλοία και τους λιμένας Φαλήρου και Πειραιώς ερήμους. Επλεύσαμεν παρά τους τρεις λιμένας και δεν απαντήσαμεν ειμή μόνον ερημίαν. Εντός των τριών τούτων λιμένων δεν παρετηρήσαμεν ουδέ μίαν λέμβον. Αντί παντός άλλου θεάματος είχομεν ενώπιον ημών μόνον ερείπια, βράχους και την θάλασσαν. Αντί παντός δε κρότου την φωνήν της αλκύνος και τον ψίθυρον των κυμάτων». Με την σύστασιν όμως του νεωτέρου Ελληνικού Κράτους ήρχισε η πρώτη κίνησις εις τον Πειραιά. Την πρώτη Δεκεμβρίου 1834 ο βασιλεύς Όθων εισήλθεν εις Αθήνας, αι οποίαι κατέστησαν πρωτεύουσα της Ελλάδος. Τότε λοιπόν ήρχισεν η πρώτη κίνησις εις τον λιμένα, ιδρύθη εις Πειραιά Τελωνείον και λιμεναρχείον, τόσον δε άσημος εθεωρείτο ο λιμήν Πειραιώς, ώστε το υπολιμεναρχείον του υπήχθη διοικητικώς εις τον Κεντρικόν λιμενάρχην Ύδρας.
|
ΤΟ ΝΕΟ ΦΑΛΗΡΟ ΤΟ 1881. ΘΕΡΕΤΡΟ, ΤΟΤΕ ΤΩΝ ΚΟΣΜΙΚΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ. |
Εστερείτο δε εις τοιούτον βαθμόν και των στοιχειωδέστερων ακόμη εγκαταστάσεων, ώστε ο υπολιμενάρχης εγκατεστάθη επί τινός κανονιοφόρου, χρησιμοποιών ταύτην ως κατοικίαν και έχων γραφείον εις την ξηράν. Εξ άλλου η κατάστασις του κυρίως λιμένος ήτο αθλία. Η μακροχρόνιος εγκατάλειψίς του είχε μεταβάλει την μορφήν του. Αι προσχώσεις είχον πληρώσει τον λιμένα ιλύος, το βάθος του ήτο ελάχιστον, και αι προσορμίσεις πλοίων καθίσταντο δύσκολοι, αν όχι αδύνατοι. Πάρα πάντα ταύτα η κίνησις εις τον Πειραιά ήρχισε να ζωηρεύη με ρυθμόν ταχύν δια την εποχήν. Μέχρι του 1850, πλην αρκετών οικιών και καταστημάτων, είχεν ανεγερθή ο ναός του Αγίου Σπυρίδωνος, ο οποίος εκτίσθη εις την θέσιν της παλαιάς ιστορικής Μονής, της γνωστής εκ της πολιορκίας από τον Καραϊσκάκην, το κτίριον του Τελωνείου, το λοιμοκαθαρτήριον, πολλαί αποθήκαι και η προκυμαία της ακτής Μιαούλη, πλακόστρωτη μήκους 1500 μέτρων. Επί της μεγάλης αποβάθρας υπήρχε και το ξενοδοχείον «Τζελέπη», εξ ου έλαβε και το όνομα η προβλής αυτή. Όσον αφορά εις τους άλλους 2 λιμένας του Πειραιώς, Τουρκολίμανο και Πασαλιμάνι, εχρησιμοποιούντο διε την όρμισιν λέμβων και αλιευτικών πλοιαρίων, εις δε το Πασαλιμάνι υπήρχον μόνον δύο δημοτικά ξύλινα παραπήγματα λουτρών (εν δι' άνδρας και το έτερον δια γυναίκας) καθώς και εν καφενείον ανοικτόν μόνον κατά το θέρος. Μέχρι του 1860 κατασκεύζονται οι λιμενοβραχίονες και ο λιμήν αυτός, γνωστός και ως λιμήν Ζέας εκ του αρχαίου του ονόματος φωτίζεται δια φανών πετρελαίου, ενώ εξακολουθεί η εργασία εκβαθύνσεως του βυθού του. Ο λιμήν Ζέας μέχρι του 1879 διετήρει την φυσικήν του μορφήν και την γραφικήν του απλότητα. Οι νεώσοικοι της αρχαίας πόλεως, κτίρια δηλαδή όπου έσυραν τα
|
ΤΟ ΠΑΣΑΛΙΜΑΝΙ (ΖΕΑ) ΚΑΤΑ ΤΑ ΤΕΛΗ ΤΟΥ ΠΕΡΑΣΜΕΝΟΥ ΑΙΩΝΟΣ. |
|
ΤΟ ΤΟΥΡΚΟΛΙΜΑΝΟ (ΜΟΥΝΥΧΙΑ) ΤΟ 1911. ΕΝΑ ΨΑΡΑΔΙΚΟ ΛΙΜΑΝΑΚΙ. |
αρχαία πλοία, εφαίνοντο τότε, τόσον εντός όσον και εκτός της θαλάσσης. Εις την προ της εισόδου του λιμένος εκτεινομένην βραχώδη έκτασιν του λόφου της Καστέλας, το 1875 εκτίσθη οικία προσφερθείσα εις τον βασιλέα Γεώργιον τον Α΄, όστις κατώκησεν εκεί 2 θερινάς περιόδους. Τότε έγιναν και αι πρώται εορταί πυροτεχνημάτων από φορτηγίδας εντός του λιμένος. Έκτοτε αλματώδης υπήρξεν η ανάπτυξις της Ζέας, ιδία από 1880, όταν, Αθηναίος επιχειρηματίας, ήγειρεν εντός της θαλάσσης εξέδραν ξυλίνην εις αρκετόν βάθος και εγκατέστησεν κέντρον αναψυχής. Τον ευρισκόμενον μέχρι τότε πάντως εν φυσική καταστάσει —με την αμμώδη παραλίαν εις το κέντρον— λιμένα ο τότε δήμαρχος Αρ. Σκυλίτσης περιέβαλε δια των μέχρι σήμερον σωζόμενων κρηπιδωμάτων επιχωματωσεως. Έκτοτε εχάθη η γραφικότης του λιμένος με τας δαντελλοειδείς βραχώδεις ακτάς, εκαλύφθησαν οι νεώσοικοι του, αλλ' απέκτησεν η πόλις θαυμάσιον περίπατον. Το 1861 αξιοποιείται το έμπροσθεν του Σιδηρ. Σταθμού τμήμα του λιμένος, το οποίον μέχρι τότε ήτο τόσο τελματώδες, ώστε απεκαλείτο βρωμολίμνη. Συγχρόνως ανασκεύαζεται η επί της μεγάλης αποβάθρας δημοτική δεξαμενή, εκ της οποίας οι ναύται και μάλιστα οι των ξένων πολεμικών πλοίων, ήντλουν ύδωρ και το διωχέτευον δια δερματίνου σωλήνος εις τα επί της εκεί πλησίον προσορμιζομένης λέμβου ειδικά δοχεία. Αυτός ήτο ο τρόπος της υδρεύσεως των πλοίων της εποχής. Εξ αυτού δε και η αποβάθρα αυτή έλαβε το όνομα Τρούμπα. Το έτος 1869 υπήρξεν αξιοσημείωτον δια την πρόοδον του Πειραιώς, διότι τότε γίνεται η σιδηροδρομική σύνδεσις των Αθηνών μετά του Πειραιώς, μετά πολλάς περιπέτειας. Το 1872 μαζί με τον νέον φωτισμόν εκ φωταερίου της πόλεως κτίζεται το Χρηματιστήριον Πειραιώς, το χρησιμοποιηθέν αργότερον ως Δημαρχείον. Είναι το γνωστό «Ρολόγι» το κατεδαφισθέν εσχάτως, όχι μετ' ολίγην αντίδρασιν των μη συμφωνούντων εις την κατεδάφισίν του. Εις τους μετέπειτα χρόνους η κίνησις του λιμένος ηύξανε καταπληκτικώς, παρακολουθούσα την γενικήν πρόοδον της Ελλάδος από ναυτικής απόψεως. Εφ' όσον όμως διαρκώς ηύξανεν η κίνησις του λιμένος, ήρχιζε και ο συνωστισμός εις αυτόν και η ακαταστασία εις τας ακτάς του. Και ο μεν συνωστισμός εις τον λιμένα προήρχετο εκ της πολυημέρου παραμονής εις αυτόν των πλοίων, των αναμενόντων εκφόρτωσιν, δεδομένου ότι αύτη εγίνετο τότε δια χειρός και επομένως βραδύτατα, η δε ακαταστασία προήρχετο εκ της συσσωρεύσεως εις τα στενά πεζοδρόμια της παραλίας όγκων εμπορεύματος, στοιβαγμένων φύρδην μίγδην. Επήρχοντο ούτω καταστροφαί εις τα εμπορεύματα και κλοπαί, τα ασφάλιστρα δια τον λιμένα Πειραιώς ηύξανον, συντελούσης δε και της ταλαιπωρίας του επιβατικού κόσμου, ο οποίος επεβιβάζετο και απεβιβάζετο εκ των πλοίων δια λέμβων, ο λιμήν του Πειραιώς ήρχισε να αποκτά φήμην, επικίνδυνον δια την πρόοδον του. Από του 1912 αι εκάστοτε Κυβερνήσεις έλαβον τα πρώτα σοβαρά μέτρα δια την ανάπτυξιν της πόλεως, ταύτα όμως δεν έλαβον συγκεκριμένην μορφήν, λόγω των μεσολαβησάντων πολέμων, παρά μόνον το 1924. Τότε έδημιουργήθησαν εις την Βόρειον πλευράν του μεγάλου λιμένος κρηπιδώματα τελειότατα, μήκους 2750 περίπου μέτρων, Ευτυχώς ελήφθη πρόβλεψις και αφέθησαν μεγάλοι χώροι δια την δημιουργίαν μελλοντικών έργων, όπισθεν των κρηπιδωμάτων αυτών. Την ιδίαν περίοδον κατεσκεύσθησαν και αι 5 τεράστιαι αποθήκαι μετά πλήρους δικτύου φωτισμού, υδρεύσεως, πυροσβεστικών μηχανήματων, ανελκυστήρων και διολισθήρων εμπόρευμάτων, ως και τεραστίων γερανών. Τότε, τέλος, κατεσκεύσθη και ο λιμήν του τελωνείου μετά των κρηπιδωμάτων του. Τα πλοία ηδύναντο πλέον να πλευρίζουν εις τας παραλίας και η εκφόρτωσις αυτών να γίνεται απ' ευθείας υπό των γερανών, άνευ της παρεμβολής φορτηγίδων, από το πλήθος των οποίων ασφυκτιούσε ο λιμήν. Αλλά και τα επιβατηγά πλοία ηδύναντο πλέον να πλευρίζουν, ώστε οι επιβάται να επικοινωνούν μετά της ξηράς απ' ευθείας δια κλιμάκων. Ανάλογος προς την αύξησιν της κινήσεως του λιμένος υπήρξε και η ραγδαία ανάπτυξις του πληθυσμού της πόλεως, από της μεταθέσεως της πρωτευούσης εκ του Ναυπλίου εις Αθήνας. Ζωηρά παρετηρήθη απ' αρχής κίνησις δια την εις τον Πειραιά εγκατάστασιν προσφύγων, προερχομένων ιδίως εκ διαφόρων χωρών της Ελλάδος, αι οποίαι παρέμενον ακόμη υπό τουρκικόν ζυγόν. Εκ των πρώτων, οι Χΐοι ίδρυσαν συνοικίαν ονομαζομένην Χιώτικα, παραλλήλως δε και οι Υδραίοι, των οποίων η Συνοικία Υδραίϊκα, ωνομάζετο τοιουτοτρόπως, όχι προ πολλών ακόμη ετών. Αρκετός επίσης αριθμός Σαμίων, άλλων νησιωτών και Πελοποννησίων συγκαταλέγεται μεταξύ των πρώτων της πόλεως κατοίκων. Το 1854 η πόλις κατελήφθη υπό των Γάλλων, οι οποίοι απέκλεισαν τα Ελληνικά παράλια, δια να εμποδίζουν την Ελλάδα να αναμειχθή εις τον Κριμαϊκόν πόλεμον παρά το πλευρόν των Ρώσων. Ο Γαλλικός στρατός εμαστίζετο υπό χολέρας, η οποία διεδόθη αστραπιαίως εις ολόκληρον την πόλιν και επέφερε την πλήρη σχεδόν νέκρωσίν της. Μετ' ολίγα όμως πάλι έτη, το 1861 ο πληθυσμός έχει αυξηθή εις 6500. Κατά δε την Κρητικήν επανάστασιν του 1866 εγκατεστάθησαν εις τον Πειραιά οικογένειαι προσφύγων εκ Κρήτης συνοικήσασαι τον λόφον της Καστέλλας. Έκτοτε η αύξησις του πληθυσμού υπήρξε ραγδαιοτάτη, αφού περί το 1870 οι κάτοικοι της πόλεως ήσαν 11.000 περίπου, το 1920 131.170, το δε 1928 251.660. Η μεταξύ των δύο τελευταίων απογραφών παρατηρούμενη μεγάλη αύξησις του πληθυσμού ώφείλετο εις την εγκατάστασιν εις την πόλιν πολλών προσφύγων της Μικρασιατικής καταστροφής, οι οποίοι εγκατεστάθησαν ιδίως εις τους συνοικισμούς Ν. Κοκκινιά, Δραπετσώνα, κ.ά. Ο πληθυσμός σήμερον της κυρίως πόλεως παραμένει εις τα αυτά σχεδόν επίπεδα, Αλλά μετά των προαστείων φθάνει περίπου τας 500.000. Σημειωτέον οτι κατά την κατοχήν ο Πειραιάς εδέχθη μεγάλα πλήγματα εκ των βομβαρδισμών και εκρήξεων του λιμένος. Εκ τούτων κατεστράφη εντελώς ο λιμήν μεθ' όλου του εξοπλισμού του. Κατεστράφησαν επίσης ολοσχερώς πλείσται οικίαι και κτίρια. Οι νεκροί αφ' ετέρου εκ της πείνης και των εκτελέσεων ήσαν 13.300. Ο αριθμός αυτός προέρχεται εκ στατιστικών στοιχείων του Δήμου Πειραιώς μόνον και όχι των συνοικιών. Οι εκτελεσθέντες της Νικαίας μόνον ήσαν πολύ περισσότεροι. Όμως οι Πειραιώτες με την αγάπην που τους διακρίνει δια την πόλιν τους ήρχισαν νέαν προσπάθειαν εξ αρχής και σήμερον πουθενά δεν μπορεί κανείς να διακρίνη τα ίχνη του πολέμου. Ο Πειραιεύς λόγω του οτι είναι νέα πόλις, έχει ευρείας οδούς διατεταγμένας κατά το σύστημα των καθέτων και παραλλήλων διασταυρούμενοι αρτηριών, από του 1890 δε οι δρόμοι του υπεδεικνύοντο ως παράδειγμα υπό του Αθηναϊκού Τύπου. Κήπων και δενδροστοιχιών στερείται η πόλις, εξαιρέσει του επί της παραλίας του λιμένος κήπου, ο οποίος ιδρύθη κατά το διάστημα της Αγγλογαλλικής κατοχής, διαρκούντος του Κριμαϊκού πολέμου, υπό των Γάλλων (Τινάνειος Κήπος). Ο Πειραιεύς όμως ηυτύχησε να έχη σειράν δημάρχων αγαπώντων τον τόπον των, οι οποίοι μετέβαλον την πρώην έρημον και πλήρη τελμάτων περιοχήν εις την ωραίαν και σύγχρονον πόλιν, την οποίαν πάντες θαυμάζουν. Της δράσεως αυτών παράδειγμα αποτελεί το δημοτικόν θέατρον, θεμελιωθέν το 1884 και αποπερατωθέν το 1894, καθ' οδν χρόνον δηλαδή αι Αθήναι εστερούντο τοιούτου. Ο Πειραιεύς είχε παλαιότερον τρία ωδεία, αλλά και τώρα δεν υστερεί εις την καλλιτεχνικήν κίνησιν με το ανακαινισθέν δημοτικόν θέατρον και με το ιδρυθέν εσχάτως επί του λόφου της Καστέλλας υπαίθριον θέατρον, χωρητικότητος 2.000 θεατών. Το θέατρον τούτο έχει το προνόμιον να στολίζεται από το ωραιότερον σκηνικόν του κόσμου, δηλαδή την φωταγωγημένην το βράδυ παραλίαν από του Ν. Φαλήρου έως την Γλυφάδα. Νεώτερα κοσμήματα της πόλεως είναι το εξαίρετον νέον Ναυτικόν Μουσείον και η μεγάλη Μαρίνα εις το Πασαλιμάνι, η οποία με τας τελείας εγκαταστάσεις της ανεφοδιασμού των μεγάλων θαλαμηγών προβλέπεται να γίνη η μεγαλύτερα της Μεσογείου. Αλλά και τα αρχαιολογικά μνημεία του Πειραιώς που δύνανται να συμβάλλουν εις την περαιτέρω τουριστικήν αξιοποίησίν του δεν είναι ευκαταφρόνητα. Αυτά είναι: Το μεγάλο Τμήμα των Μακρών τειχών παρά την οδόν Κοσσέν — Μεγάλο μέρος των Θεμιστοκλείων τειχών εις την Πειραϊκήν Χερσόνησον, από το Νοσοκομείον μέχρι της Σχολής Δοκίμων — Το αρχαίον Θέατρον της Ζέας, 4ου αί. π.Χ., το μοναδικόν αρχαίον θέατρον, που ευρίσκεται τόσον κοντά εις την θάλασσαν — Τό τμήμα των νειοσοίκων εις Πασαλιμάνι (εις εξ αυτών ευρίσκεται σήμερον εις το ημιϋπόγειον μιας πολυκατοικίας) — Ο τάφος του Θεμιστοκλέους εις το προαύλιον της Σχολής Δοκίμων — Αρχαίον υδραγωγείον εις τον λόφον του Προφήτου Ηλία Καστέλλας. Αλλά και μνημεία της νεοτέρας ιστορίας μας υπάρχουν εις τον Πειραιά, όπως ο τάφος του Καραϊσκάκη, εις το Ν. Φάληρον και το παρεκκλήσιον του Αγ. Νικολάου εις το Κερατσίνι, όπου υπέκυψεν εις το θανάσιμον τραύμα του, από το βόλι που εδέχθη εις την μάχην του Φαλήρου. Αυτά τα μνημεία θα έπρεπε να περιβληθούν με μεγαλυτέραν αγάπην από το κράτος και να γίνουν περισσότερον γνωστά.
«ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΙΑ ΣΑΣ» ΑΘΗΝΑ 1971
from ανεμουριον https://ift.tt/2VeqqjN
via
IFTTT