Από την πρώτη ημέρα της ίδρυσης του νεοελληνικού κράτους και λόγω της υψηλής γεωπολιτικής αξίας του χώρου τον οποίο καταλαμβάνει, αυτό κατέστη έρμαιο των πολιτικών των Μεγάλων Δυνάμεων και των ασκούμενων από αυτές πιέσεων. Εν μέσω της συγκεκριμένης πραγματικότητας, εμφανίστηκαν ηγεσίες στην Αθήνα, που προσπάθησαν και κατάφεραν να χαράξουν μία ρότα αυτόνομης πορείας στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής κόντρα στο γενικό κανόνα της από καιρού εις καιρόν στοίχισης πίσω από συγκεκριμένα συμφέροντα. Ωστόσο, η εν λόγω αυτονομία απαιτεί ταυτόχρονη και συντονισμένη προσέγγιση των διεθνών πόλων ισχύος, καθώς και την πραγμάτωση πολυδιάστατης διπλωματίας.
Προς αυτή την κατεύθυνση κινήθηκε επίμονα και συντεταγμένα η κυβέρνηση του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. κατά τη διάρκεια της θητείας της. Οι δίαυλοι επικοινωνίας ήταν πάντοτε ταυτόχρονα ανοιχτοί με την Ουάσιγκτον, τη Μόσχα, το Πεκίνο, το Παρίσι και το Βερολίνο, ενώ η ελληνική εξωτερική πολιτική των τελευταίων τεσσάρων ετών χαρακτηρίστηκε από σύνεση και αποφασιστικότητα χωρίς παρωπίδες. Μοναδική «εμμονή» και μοναδικός γνώμονας πολιτικής υπήρξε η εκμετάλλευση των γεωπολιτικών ευκαιριών και η αντιμετώπιση των εξωτερικών απειλών προς διαφύλαξη των εθνικών συμφερόντων.
Παράλληλα, υιοθετήθηκε μια εποικοδομητική στάση όσον αφορά την εμπέδωση της ασφάλειας και της σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή, αντί μιας στείρας και μη παραγωγικής συμπεριφοράς, η οποία οδηγούσε επί σειρά ετών στην απομόνωση της Ελλάδας και στην περιθωριοποίησή της σε ρόλο «βαλκανικής επαρχίας». Θυμόμαστε όλοι το «ευχαριστώ τους Αμερικανούς» του κ. Σημίτη και τη «συγγνώμη» προς τους Γερμανούς την εποχή των Ιμίων. Παρόμοια θυμηδία προκαλεί και η ψηφοθηρική τακτική της Ν.Δ., όσον αφορά το μείζον θέμα της ονομασίας της Βόρειας Μακεδονίας, όπου αντί της υιοθέτησης εθνικά υπεύθυνης στάσης αναλογιζόμενη και τις δικές της ευθύνες για τη δημιουργία του προβλήματος, προτάχθηκε το μικροπολιτικό και πρόσκαιρο κομματικό όφελος.
Σε όλα αυτά τέθηκε ένα τέλος και η εν λόγω επιλογή ενισχύθηκε από έναν ακόμη παράγοντα, ήτοι τη θεσμοποίηση και τη δημιουργία δομών στο Υπουργείο Εξωτερικών. Οι θεσμοί εγγυώνται την αποστειρωμένη παραγωγή πολιτικής και η συγκεκριμένη διαδικασία κατοχυρώνει τη συνέχιση της πορείας της χώρας δίχως κλυδωνισμούς και μονομερείς εξαρτήσεις. Ποιος ευθυνόταν για την απουσία των αναγκαίων θεσμών στο μηχανισμό λήψης αποφάσεων επί σειρά δεκαετιών; Για ποιους λόγους συνέβαινε αυτό;
Η νέα κυβέρνηση της Ν.Δ. δείχνει να αντιλαμβάνεται εν μέρει την αναγκαιότητα ύπαρξης θεσμών, καθώς προβαίνει σε μια κατά το δοκούν δημιουργία τους. Για παράδειγμα, έχει αποδεχθεί τη σημασία σύστασης Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, αλλά με ποιους όρους; Θα είναι ένα όργανο «όντως εθνικό» ή εν τοις πράγμασι «κυβερνητικό»; Τα δείγματα γραφής 40 ετών, αλλά και τα πρόσφατα με το διορισμό ενός ημετέρου στη νευραλγική θέση του Διοικητή της Ε.Υ.Π. και την εκπαραθύρωση διπλωματών με πολυετή εμπειρία από κρίσιμες θέσεις ευθύνης, δεν είναι αισιόδοξα.
Η χάραξη της εξωτερικής πολιτικής οφείλει να είναι πολυδιάστατη και μακρόπνοη. Υπ’ αυτή την έννοια, τα μέλη των θεσμικών οργάνων της πρέπει να υπερβαίνουν τις κομματικές γραμμές και να δρουν με αποκλειστικό γνώμονα το εθνικό συμφέρον. Σε μια περίοδο επικίνδυνης κλιμάκωσης στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, αυτό είναι το καθήκον και της νέας κυβέρνησης και γι’ αυτό θα ελέγχεται καθημερινά.
sarakiotis.gr
ΘΕΜΑ:
ΑΠΟΨΕΙΣ ΠΟΛΙΤΩΝ