Καθισμένος στην οδοντιατρική καρέκλα και δεχόμενος τις «περιποιήσεις» της αγαπητής μου ιατρού, το μυαλό μου ταξίδευε -έτσι για αντιπερισπασμό- σε κάποια παλιά χρόνια που, απ’ό,τι διαβάζω, γινόταν… Αλλά τι να σας τα λέω εγώ. Πάρτε εικόνα από την πένα του αγαπητού μας, Παύλου Νιρβάνα, στην «Εστία» του 1935.
«Οι δύο συλληφθέντες προχθές στον Πειραιά ψευτοοδοντοϊατροί ήλθαν κάπως αργά στον κόσμο και στην Ελλάδα. Προ ολίγων ετών ακόμη, κανείς δεν θα τους ζητούσε το δίπλωμά των και την άδειαν εξασκήσεως του επαγγέλματός των. Μια τανάλια ήτο αρκετή για να μετέρχεται κανείς το επάγγελμα του οδοντοϊάτρου.
Και είνε χαρακτηριστικόν το ανέκδοτον που διηγείτο άλλοτε, ο Σπύρος Μελάς περί της εκδρομής ενός Υδραίικου τσεμπεριού στην πρωτεύουσαν. Όταν εμπήκε με τον άνδρα της στον σιδηρόδρομον –«σπιτάκια-σπιτάκια και τρέχουνε»- και παρουσιάσθη ο εισπράκτωρ να τρυπήση τα εισιτήρια, η απλοϊκή Υδραία μόλις τον είδε να προχωρή με το εργαλείον του, το πήρε για τανάλια οδοντοϊάτρου. Και άρπαξε έντρομη η φτωχή τον άνδρα της από το χέρι.
-Πωπώ, Νιόλη μου! Ετούτος θα μας βγάλη όλα τα δόντια!
Καϋμένα δόντια. Όλοι εμάθαιναν τότε την τέχνην του οδοντοϊάτρου εις βάρος των σαγονιών της ανθρωπότητος. Διότι όταν πονή κανενός το δόντι του δεν σκέπτεται ποιός θα του το βγάλη. Ο σκοπός είνε να πεταχθή μια ώρα αρχήτερα. Και αν βγούν και τρία γερά μαζή με το χαλασμένο, και αν ξεκολλήση και η μισή μασσέλα μαζή, υπομονή.
Οι μπαρμπέρηδες έβγαζαν δόντια, οι αλμπάνηδες έβγαζαν δόντια, κάθε χειροδύναμος άνθρωπος κάτοχος μιάς τανάλιας έβγαζε δόντια. Οι πλανόδιοι οδοντοίατροι επάνω στα αμάξια τα έβγαζαν με υπόκρουσιν μουσικής για να μην ακούωνται η φωνές των θυμάτων των. Και κανείς δεν τους εζητούσε διπλώματα και άδειες. Άλλως τε από διπλώματα είχαν αφθονίαν. Κορνιζαρισμένα πολυτελώς ήσαν τοποθετημένα εις περίοπτα σημεία του αμαξιού. «Οδοντοϊατρός με πέντε διπλώματα».
Κάποτε στην Τρούμπα του Πειραιώς έλαβα την περιέργειαν να εξελέγξω τα διπλώματα ενός πλανοδίου. Μου είχε κάμει εντύπωσιν η παλαιότης των. Κιτρινισμένα από τον χρόνον, ξεθωριασμένα, κουρελιασμένα, μέσα στα πλαίσιά τους, εφαίνοντο να προέρχωνται από τα βάθη των αιώνων. Και ο οδοντοίατρος ήτο σχετικώς νεώτατος. Επλησίασα κι’ εδιάβασα. Ήσαν διάφορα Ιταλικά διπλώματα της Πάδοβας, διαφόρων χρονολογιών του προπαρελθόντος αιώνος. Και καθένα είχε διαφορετικόν όνομα. Και δεν ήσαν μόνον διπλώματα ιατρών. Ήσαν διπλώματα όλων των επιστημών. Και μεταξύ αυτών ένα της Θεολογίας!
Ο πλανόδιος απλούστατα που έβγαζε δόντια με υπόκρουσιν ρομβίας είχεν επιστρατεύσει τα διπλώματα διαφόρων μακαριτών, που δεν θα είχαν φαντασθή βέβαια ποτέ στη ζωή τους ότι, μετά θάνατον, θα καταντήσουν κάποτε οδοντοϊατροί στην Τρούμπα του Πειραιώς.
Την ωραίαν αυτήν εποχήν έπρεπε να φθάσουν στον κόσμον οι δύο οδοντοεπιχειρηματίαι του Πειραιώς. Ήρθαν κάπως αργότερα.
-Το δίπλωμά σας κύριε!
Δεν είχαν να παρουσιάσουν ούτε ένα δίπλωμα μακαρίτη της Πάδοβας. Και τους επήραν στην Αστυνομία όπου αντί να βγάλουν δόντια, τους εβγήκαν τα δικά τους.
Εν τω μεταξύ μερικοί δυστυχείς Πειραιώτες κλαίνε τα γερά τους δόντια που προσέφεραν θυσίαν στην τανάλια του. Καϋμένα δόντια!».
«Οι δύο συλληφθέντες προχθές στον Πειραιά ψευτοοδοντοϊατροί ήλθαν κάπως αργά στον κόσμο και στην Ελλάδα. Προ ολίγων ετών ακόμη, κανείς δεν θα τους ζητούσε το δίπλωμά των και την άδειαν εξασκήσεως του επαγγέλματός των. Μια τανάλια ήτο αρκετή για να μετέρχεται κανείς το επάγγελμα του οδοντοϊάτρου.
Και είνε χαρακτηριστικόν το ανέκδοτον που διηγείτο άλλοτε, ο Σπύρος Μελάς περί της εκδρομής ενός Υδραίικου τσεμπεριού στην πρωτεύουσαν. Όταν εμπήκε με τον άνδρα της στον σιδηρόδρομον –«σπιτάκια-σπιτάκια και τρέχουνε»- και παρουσιάσθη ο εισπράκτωρ να τρυπήση τα εισιτήρια, η απλοϊκή Υδραία μόλις τον είδε να προχωρή με το εργαλείον του, το πήρε για τανάλια οδοντοϊάτρου. Και άρπαξε έντρομη η φτωχή τον άνδρα της από το χέρι.
-Πωπώ, Νιόλη μου! Ετούτος θα μας βγάλη όλα τα δόντια!
Καϋμένα δόντια. Όλοι εμάθαιναν τότε την τέχνην του οδοντοϊάτρου εις βάρος των σαγονιών της ανθρωπότητος. Διότι όταν πονή κανενός το δόντι του δεν σκέπτεται ποιός θα του το βγάλη. Ο σκοπός είνε να πεταχθή μια ώρα αρχήτερα. Και αν βγούν και τρία γερά μαζή με το χαλασμένο, και αν ξεκολλήση και η μισή μασσέλα μαζή, υπομονή.
Οι μπαρμπέρηδες έβγαζαν δόντια, οι αλμπάνηδες έβγαζαν δόντια, κάθε χειροδύναμος άνθρωπος κάτοχος μιάς τανάλιας έβγαζε δόντια. Οι πλανόδιοι οδοντοίατροι επάνω στα αμάξια τα έβγαζαν με υπόκρουσιν μουσικής για να μην ακούωνται η φωνές των θυμάτων των. Και κανείς δεν τους εζητούσε διπλώματα και άδειες. Άλλως τε από διπλώματα είχαν αφθονίαν. Κορνιζαρισμένα πολυτελώς ήσαν τοποθετημένα εις περίοπτα σημεία του αμαξιού. «Οδοντοϊατρός με πέντε διπλώματα».
Κάποτε στην Τρούμπα του Πειραιώς έλαβα την περιέργειαν να εξελέγξω τα διπλώματα ενός πλανοδίου. Μου είχε κάμει εντύπωσιν η παλαιότης των. Κιτρινισμένα από τον χρόνον, ξεθωριασμένα, κουρελιασμένα, μέσα στα πλαίσιά τους, εφαίνοντο να προέρχωνται από τα βάθη των αιώνων. Και ο οδοντοίατρος ήτο σχετικώς νεώτατος. Επλησίασα κι’ εδιάβασα. Ήσαν διάφορα Ιταλικά διπλώματα της Πάδοβας, διαφόρων χρονολογιών του προπαρελθόντος αιώνος. Και καθένα είχε διαφορετικόν όνομα. Και δεν ήσαν μόνον διπλώματα ιατρών. Ήσαν διπλώματα όλων των επιστημών. Και μεταξύ αυτών ένα της Θεολογίας!
Ο πλανόδιος απλούστατα που έβγαζε δόντια με υπόκρουσιν ρομβίας είχεν επιστρατεύσει τα διπλώματα διαφόρων μακαριτών, που δεν θα είχαν φαντασθή βέβαια ποτέ στη ζωή τους ότι, μετά θάνατον, θα καταντήσουν κάποτε οδοντοϊατροί στην Τρούμπα του Πειραιώς.
Την ωραίαν αυτήν εποχήν έπρεπε να φθάσουν στον κόσμον οι δύο οδοντοεπιχειρηματίαι του Πειραιώς. Ήρθαν κάπως αργότερα.
-Το δίπλωμά σας κύριε!
Δεν είχαν να παρουσιάσουν ούτε ένα δίπλωμα μακαρίτη της Πάδοβας. Και τους επήραν στην Αστυνομία όπου αντί να βγάλουν δόντια, τους εβγήκαν τα δικά τους.
Εν τω μεταξύ μερικοί δυστυχείς Πειραιώτες κλαίνε τα γερά τους δόντια που προσέφεραν θυσίαν στην τανάλια του. Καϋμένα δόντια!».
from Πίσω στα παλιά http://bit.ly/2Zmu2Bf
via IFTTT